Κομισιόν: Διαμεσολάβηση για τις διασυνοριακές νομικές διαφορές

Εκκληση στα κράτη μέλη να μεταφέρουν στην εθνική νομοθεσία τους σχετικούς κανόνες της Ε.Ε.
Παρασκευή, 20 Αυγούστου 2010 13:56

A- A A+

Έκκληση για τη χρησιμοποίηση της διαμεσολάβησης στις διασυνοριακές νομικές διαφορές, απηύθυνε στα κράτη μέλη της Ε.Ε. η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ζητώντας την επιτάχυνση της μεταφοράς των σχετικών κανόνων στην εθνική τους νομοθεσία, δεδομένου ότι πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή έως τον Μάιο του 2011.

«Η διευθέτηση διαφορών και διαφωνιών διά της δικαστικής οδού δεν είναι μόνον δαπανηρή και χρονοβόρα, αλλά μπορεί και να καταστρέψει επικερδείς επιχειρηματικές σχέσεις. Οι διαφορετικές εθνικές νομοθεσίες και δικαιοδοσίες, καθώς και πρακτικά θέματα, όπως το κόστος και η γλώσσα, καθιστούν τις διασυνοριακές υποθέσεις περιπλοκότερες», σημειώνει η Επιτροπή και εκτιμά πως «η εναλλακτική επίλυση διαφορών (Αlternative Dispute Resolution – ADR) μέσω αμερόληπτων διαμεσολαβητών μπορεί να λύσει τα προβλήματα αυτά και να οδηγήσει σε εποικοδομητικές λύσεις». Παράλληλα όμως, επισημαίνεται, απαιτεί και κατηρτισμένους διαμεσολαβητές και σαφείς κανόνες, τους οποίους μπορούν να εμπιστευθούν αμφότερα τα μέρη, καθώς η διασυνοριακή διαμεσολάβηση είναι δυσκολότερη αφού πρέπει να συμφιλιώσει διαφορετικές επιχειρηματικές αντιλήψεις, ενώ και οι δύο πλευρές χρειάζονται κοινούς κανόνες στους οποίους να μπορούν να βασιστούν.

Για το λόγο αυτό, τον Μάιο του 2008 θεσπίστηκαν κανόνες της ΕΕ για τη διαμεσολάβηση, οι οποίοι πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή έως τον Μάιο του 2011. Με αυτούς παρέχονται νομικές εγγυήσεις για τη διαμεσολάβηση και εξασφαλίζεται μια διαδικασία υψηλής ποιότητας μέσω της εφαρμογής κανόνων δεοντολογίας ή της εκπαίδευσης διαμεσολαβητών.

Μέχρι στιγμής, τέσσερις χώρες (Γαλλία, Εσθονία, Ιταλία και Πορτογαλία) έχουν μεταφέρει τους κανόνες της ΕΕ για τη διαμεσολάβηση στην εθνική τους νομοθεσία.

«Πολίτες και επιχειρήσεις δεν πρέπει να αποκόπτονται από την άσκηση των δικαιωμάτων τους απλώς και μόνον επειδή τους είναι δύσκολο να κάνουν χρήση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης ή δεν έχουν τα οικονομικά μέσα προς τούτο, ή δεν μπορούν να περιμένουν τη διεξαγωγή δίκης ή δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την γραφειοκρατία», παρατήρησε η αντιπρόεδρος της Επιτροπής και αρμόδια για τη δικαιοσύνη Επίτροπος Βίβιαν Ρέντινγκ και κάλεσε τα κράτη μέλη να υιοθετήσουν γρήγορα τους κανόνες της ΕΕ για τη διαμεσολάβηση». «Τουλάχιστον», είπε, «θα πρέπει να καταστεί δυνατός ο φιλικός διακανονισμός διασυνοριακών διαφορών. Αλλά γιατί να σταματήσουμε εκεί; Γιατί να μην ισχύουν τα ίδια μέτρα και σε εθνικό επίπεδο; Τελικά, αυτοί που θα ωφεληθούν είναι οι πολίτες και οι επιχειρήσεις, οι κοινωνίες και οι οικονομίες και το ίδιο το σύστημα δικαιοσύνης».

Πιο συγκεκριμένα, η οδηγία της ΕΕ περί διαμεσολάβησης ισχύει όταν δύο μέρη μιας διασυνοριακής διαφοράς συμφωνούν εθελοντικά να διευθετήσουν τη διαφορά τους προσφεύγοντας σε αμερόληπτο διαμεσολαβητή. Τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίσουν την επιβολή των συμφωνιών που προκύπτουν από τη διαμεσολάβηση.

Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη που χρηματοδοτήθηκε από την ΕΕ, ο χρόνος που χάνεται λόγω της μη χρησιμοποίησης διαμεσολάβησης υπολογίζεται σε 331 έως 446 επιπρόσθετες ημέρες κατά μέσο όρο στην ΕΕ, και οι επιπλέον νομικές δαπάνες κυμαίνονται από 12.471 ευρώ έως 13.738 ευρώ ανά υπόθεση.

Όπως διευκρινίζεται, η διαμεσολάβηση μπορεί να λύσει διαφορές μεταξύ επιχειρήσεων, εργοδοτών και εργαζομένων, ιδιοκτητών και ενοικιαστών, ή οικογενειακές διαφορές, με σκοπό να διατηρηθούν και ενδεχομένως να βελτιωθούν οι μεταξύ τους σχέσεις με εποικοδομητικό τρόπο, κάτι που δεν επιτυγχάνεται πάντοτε με την προσφυγή στα δικαστήρια. Η εξωδικαστική διευθέτηση διαφορών -σημειώνεται- συνεπάγεται οικονομία στους πόρους του συστήματος απονομής δικαιοσύνης και μπορεί να μειώσει τα νομικά έξοδα. Η επιγραμμική επίλυση διαφορών καθιστά την εξ αποστάσεως διαμεσολάβηση όλο και πιο προσβάσιμη. Αυτό που λείπει είναι διασυνοριακοί κανόνες που να παρέχουν στα μέρη βεβαιότητα όσον αφορά τη διαδικασία και τον δεσμευτικό της χαρακτήρα.

Όπως υπογραμμίζει η Κομισιόν, κρίσιμο στοιχείο σε κάθε διαμεσολάβηση είναι η εμπιστοσύνη στη διαδικασία, ιδίως όταν τα δύο μέρη προέρχονται από διαφορετικές χώρες. Συνεπώς, οι κανόνες της ΕΕ ενθαρρύνουν τα κράτη μέλη να ελέγχουν την ποιότητά της, να θεσπίσουν κώδικες δεοντολογίας και να προσφέρουν εκπαίδευση στους διαμεσολαβητές ώστε να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα του συστήματος διαμεσολάβησης. Έχει εκπονηθεί ένας Ευρωπαϊκός κώδικας δεοντολογίας για τους διαμεσολαβητές από ομάδα ενδιαφερομένων με τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο οποίος εγκαινιάσθηκε στις 2 Ιουλίου 2004. Ο Ευρωπαϊκός κώδικας δεοντολογίας θεσπίζει ορισμένες αρχές που μπορεί να ακολουθήσει προαιρετικά κάθε διαμεσολαβητής. Οι αρχές αυτές καλύπτουν τα προσόντα, τον διορισμό και την αμοιβή των διαμεσολαβητών, την προώθηση των υπηρεσιών τους, την ανεξαρτησία και την αμεροληψία τους, τη συμφωνία διαμεσολάβησης και τον κανόνα της εμπιστευτικότητας.

Ο κατάλογος των οργανισμών που υιοθετούν τον Ευρωπαϊκό κώδικα δεοντολογίας δημοσιεύεται στη διεύθυνση: http://ec.europa.eu/civiljustice/adr/adr_ec_list_org_en.pdf

Εάν αποτύχει η διαμεσολάβηση, οι διαφορές μπορούν πάντοτε να επιλυθούν με τις συνήθεις δικαστικές διαδικασίες.

Καταλήγοντας η Επιτροπή προβλέπει ότι έως τον Μάιο του 2011, 26 κράτη μέλη θα έχουν θέσει σε εφαρμογή τους κανόνες αυτούς της ΕΕ (η Δανία αποφάσισε να μην τους υιοθετήσει με βάση το προνόμιο που της παρέχει ένα πρωτόκολλο που έχει προσαρτηθεί στις συνθήκες ΕΕ). Όπως προαναφέρθηκε, μέχρι στιγμής τέσσερις χώρες (Γαλλία, Εσθονία, Ιταλία και Πορτογαλία) έχουν πληροφορήσει την Επιτροπή ότι έχουν θέσει σε εφαρμογή τους κανόνες αυτούς. Επιπλέον, η Λιθουανία και η Σλοβακία γνωστοποίησαν τα δικαστήρια που είναι αρμόδια για την επιβολή των διακανονισμών που απορρέουν από διασυνοριακή διαμεσολάβηση.

Παρότι τα περισσότερα κράτη μέλη διέθεταν ήδη παρόμοιους κανόνες σε εθνικό επίπεδο πριν από την έκδοση της οδηγίας, θα πρέπει να γνωστοποιήσουν στην Επιτροπή, πριν από τις 21 Μαΐου 2011, τα μέτρα τα οποία θα λάβουν για την εφαρμογή της οδηγίας (τα εθνικά αυτά μέτρα πρέπει να αναφέρουν ρητά την οδηγία). Ορισμένες χώρες έχουν ήδη θεσπίσει κανόνες διαμεσολάβησης σε ορισμένους τομείς: για παράδειγμα η Ιρλανδία και η Δανία στον τομέα των εργασιακών σχέσεων, η Φινλανδία για θέματα καταναλωτών, η Σουηδία για τα οδικά ατυχήματα και η Γαλλία και η Ιρλανδία για οικογενειακά θέματα. Η Πορτογαλία εκπαιδεύει διαμεσολαβητές από το 2001.

Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να γνωστοποιήσουν πληροφορίες για τα δικαστήρια που είναι αρμόδια για την επιβολή των συμφωνιών που προκύπτουν από διαμεσολάβηση νωρίτερα (έως τις 21 Νοεμβρίου 2010), ούτως ώστε η Επιτροπή να μπορέσει να τις δημοσιοποιήσει και να γίνει ευκολότερο για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις να καταφύγουν σε διαμεσολάβηση.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή