Σοβαρότατες επιπτώσεις για τους ιθαγενείς πληθυσμούς, αλλά και για το φυσικό περιβάλλον της Κολομβίας έχουν το εμπόριο ναρκωτικών και οι εσωτερικές διαμάχες που μαστίζουν τη χώρα.
Σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, 40 από τις 84 φυλές της Κολομβίας κινδυνεύουν να αφανιστούν εξαιτίας των ενόπλων συγκρούσεων, τις οποίες «τροφοδοτεί» εν μέρει το εμπόριο κοκαΐνης. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των Τούλε, μιας φυλής που πλέον αριθμεί μόλις 1.200 μέλη. Τους τελευταίους μήνες, ένοπλες ομάδες σκορπίζουν τον τρόμο στις περιοχές τους, δολοφονώντας τους και στρατολογώντας διά της βίας νεαρά μέλη της φυλής. Οι ηγέτες των Τούλε φοβούνται ότι εάν εκδιωχθούν από τη γη τους, το δάσος όπου κατοικούν εδώ και πολλές γενιές θα πεθάνει μαζί με τη φυλή τους. «Οι Τούλε είναι ένας αρχαίος λαός και η υπέρτατη αξία γι’ αυτούς είναι η προστασία του περιβάλλοντος», δήλωσε ένας εξ αυτών.
Στόχος επικρίσεων έχει γίνει και η ίδια η κυβέρνηση της Κολομβίας για τα μέτρα της εναντίον της κοκαΐνης, εν μέσω φόβων για παράπλευρες απώλειες εις βάρος του περιβάλλοντος και των ιθαγενών. Τον περασμένο Αύγουστο, η βρετανική εφημερίδα “Guardian” δημοσίευσε ανοιχτή επιστολή με την υπογραφή δεκάδων πανεπιστημιακών –ανάμεσά τους πολλοί Κολομβιανοί- με αποδέκτη το νεοεκλεγέντα τότε πρόεδρο Χουαν Μανουέλ Σάντος. Οι καθηγητές έγραφαν ότι «γνώριζαν με βεβαιότητα» την ύπαρξη βάσης στην παράκτια περιοχή Κάουκα, η οποία χρησίμευε ως ορμητήριο της αστυνομίας για επιχειρήσεις ψεκασμού των φυτειών κόκας με χημικά.
«Οι συνέπειες του εκτεταμμένου ψεκασμού για τις κοινότητες της περιοχής είναι ολέθριες», έγραφαν. «Τα αεροσκάφη δεν βάζουν στο στόχαστρο μόνο τις παράνομες φυτείες κόκας, αλλά το σύνολο της βλάστησης, συμπεριλαμβανομένων σοδειών από τις οποίες εξαρτάται ο ντόπιος πληθυσμός.»
Σημειώνεται ότι σε μελέτη που είχε εκπονηθεί για λογαριασμό της Παγκόσμιας Τράπεζας, το Κάουκα χαρακτηριζόταν ως περιοχή υψίστης σημασίας για τη βιοποικιλότητα.