Την παραπομπή των κ.κ. Π. Δούκα, Ευ. Μπασιάκου και Αλ. Κοντού προτείνει –εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ, το μέλος της προκαταρκτικής επιτροπής για το Βατοπέδι Θ. Δρίτσας, σε συνοπτική παρουσίαση των συμπερασμάτων που εξήγαγε.
Συγκεκριμένα, ο κ. Δρίτσας προτείνει την άσκηση ποινικής δίωξης για κακουργηματική απιστία του άρθρου 390 Π.Κ., κυρίως για τις πράξεις και παραλήψεις που συνδέονται με την διαχείριση των συμφερόντων του Δημοσίου ως προς τη λίμνη Βιστωνίδα, κατά των κ.κ.Πέτρου Δούκα, Ευάγγελου Μπασιάκου και Αλέξανδρου Κοντού.
Δεν προτείνει την παραπομπή των κ.κ. Γεωργίου, Βουλγαράκη και Ρουσόπουλου, επιφυλάσσεται ωστόσο για την τελική κρίση κατά τη διάρκεια της συζήτησης που θα διεξαχθεί στην Ολομέλεια της Βουλής.
Αναλυτικά, ο κ. Δρίτσας αναφέρει τα ακόλουθα:
1. Το έργο της Επιτροπής παραμένει συνολικά ανολοκλήρωτο. Ιδιαίτερα πλημμελής παραμένει η διερεύνηση των οικονομικών συναλλαγών της Ι.Μ.Β. με επιχειρηματίες, επιχειρήσεις και τράπεζες. Ως εκ τούτου η πιθανή ροή πολιτικού χρήματος παραμένει αδιερεύνητη.
2. Η έλλειψη αυθεντικής και έγκυρης εκτίμησης της ζημίας του Δημοσίου συσκοτίζει μεν τις διαστάσεις του σκανδάλου, αλλά δεν επηρεάζει τη βασική κρίση για την ανταλλαγή τουλάχιστον της λίμνης Βιστωνίδας, και επομένως τη βασική κρίση επί της ποινικής ευθύνης Υπουργών και Υφυπουργών.
3. Η υπόθεση της Μονής Βατοπεδίου είναι σκάνδαλο δικομματικής κυβερνητικής απόφασης για την ευνοϊκή υποδοχή και διαχείριση των αιτημάτων της Μονής. Η προσδοκία πολιτικού οφέλους είναι το ευκρινές κίνητρο των Υπουργών τόσο του ΠΑ.ΣΟ.Κ. όσο και της Ν.Δ. και καμία προσωπική πρωτοβουλία διαχείρισης δεν θα μπορούσε να προωθηθεί αν δεν υπήρχε κεντρική πολιτική κυβερνητική έγκριση και ανοχή.
4. Είναι ακόμα πιο μεγάλο σκάνδαλο το γεγονός ότι εξαιρέθηκαν από τον έλεγχο για ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες τα πρώην κυβερνητικά στελέχη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κ.κ.Δρυς και Φωτιάδης. Πέραν όλων των άλλων η εξαίρεση αυτή αποδυνάμωσε το κύρος και την αξιοπιστία της Επιτροπής.
5. Η συζήτηση για την παραγραφή χαρακτηρίζεται από απίστευτη υποκρισία. Η θεσμοθετημένη ακραία ανισοτιμία πολιτών και πολιτικών για τους όρους άσκησης ποινικού ελέγχου για ενδεχόμενα αδικήματα παροξύνεται με τη δυνατότητα της εκάστοτε κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας να καθορίζει τους όρους του παιχνιδιού. Η πρόωρη διάλυση της Βουλής για παράδειγμα, σήμερα παραγράφει ενδεχομένως τις ποινικές ευθύνες κυβερνητικών στελεχών. Κι όμως πρέπει να εξαντληθεί ο ανακριτικός και προανακριτικός έλεγχος.
6. Προτείνω με ήσυχη τη συνείδησή μου και με πλήρη σεβασμό στο τεκμήριο αθωότητας την άσκηση ποινικής δίωξης για κακουργηματική απιστία του άρθρου 390 Π.Κ., κυρίως για τις πράξεις και παραλήψεις που συνδέονται με την διαχείριση των συμφερόντων του Δημοσίου ως προς τη λίμνη Βιστωνίδα, κατά των κ.κ.Πέτρου Δούκα, Ευάγγελου Μπασιάκου και Αλέξανδρου Κοντού. Δεν προτείνω την άσκηση ποινικής δίωξης για την ηθική αυτουργία, για τους λόγους που εξηγώ αναλυτικά στην πορισματική έκθεσή μου.
7. Τέλος, δεν προτείνω την άσκηση ποινικής δίωξης κατά των κ.κ.Γεωργίου Βουλγαράκη και Θεόδωρου Ρουσόπουλου, για τους λόγους που εξηγώ αναλυτικά στην πορισματική μου έκθεση, επιφυλασσόμενος όμως για την τελική κρίση κατά τη διάρκεια της συζήτησης που θα διεξαχθεί στην Ολομέλεια της Βουλής.
Από την πλεύρά του, τη μη παραπομπή πολιτικών προσώπων στο δικαστικό συμβούλιο, λόγω παραγραφής των αδικημάτων προτείνει ο ΛΑΟΣ. «Τα δύο μεγάλα κόμματα ψήφισαν Σύνταγμα και Εκτελεστικό Νόμο για γρήγορη παραγραφή. Αν θέλουμε να σεβαστούμε τα ισχύοντα, η υπόθεση - κατά την άποψη όλων των Πανεπιστημιακών- έχει παραγραφεί. Μερίμνησαν, άλλωστε, γι' αυτό τα "σιαμαία" της πολιτικής, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ», επισήμαινε σε σχετική ανακοίνωσή του ο εκπρόσωπος του κόμματος κ. Κ. Αϊβαλιώτης.