Η CIA αναγνώρισε ότι υπήρξαν «ολισθήματα» και «ανεπάρκειες» που επέτρεψαν σε Ιορδανό διπλό πράκτορα να διεισδύσει σε βάση των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και να πυροδοτήσει τα εκρηκτικά που είχε ζωστεί την 30ή Δεκεμβρίου του 2009, σκοτώνοντας επτά πράκτορές της.
Σύμφωνα με το πόρισμα της εσωτερικής έρευνας της CIA, μέρος του οποίου ανακοίνωσε ο διευθυντής της Λίον Πανέτα, ανάμεσα στα σφάλματα ήταν η απουσία δράσης παρά τις προειδοποιήσεις για τον δράστη - ειδικά από τις υπηρεσίες πληροφοριών της Ιορδανίας - και η πλημμελής τήρηση των μέτρων ασφαλείας που θα μπορούσαν να είχαν αποτρέψει την πολύνεκρη επίθεση.
Ο βομβιστής αυτοκτονίας Χουμάμ Χαλίλ ¶μπου Μουλάλ αλ Μπαλάουι παραπλάνησε τους πράκτορες της CIA που τον θεώρησαν πολύτιμο εργαλείο στον πόλεμο εναντίον της αλ Κάιντα και προσκλήθηκε στην καλά οχυρωμένη βάση στην επαρχία Χοστ, κοντά στην μεθόριο με το Πακιστάν.
«Είχε επιβεβαιώσει ότι είχε πρόσβαση στο εσωτερικό εξτρεμιστικών κύκλων, κάτι που καθιστούσε μια μυστική σχέση μαζί του - εάν δρούσε με καλή πίστη - δυνητικά πολύ παραγωγική», ανέφερε σε μήνυμά του προς τα μέλη της CIA ο Πανέτα. «Αλλά δεν είχε αποκοπεί από τις τρομοκρατικές του ρίζες. Ήταν, στην πραγματικότητα, ένας βάρβαρος δολοφόνος».
Ο Πανέτα επισήμανε τα σφάλματα που αποκαλύφθηκαν από την έρευνα, και ειδικά την «αποτυχία» των πρακτόρων της CIA να ελέγξουν αποτελεσματικά τον Μπαλάουι, ο οποίος είχε μαγνητοσκοπήσει βίντεο, το οποίο δημοσιοποιήθηκε μετά το θάνατό του, για να καλέσει και άλλους εξτρεμιστές να μιμηθούν το παράδειγμά του.
Ένα από τα «μεγαλύτερα λάθη», σύμφωνα με το πόρισμα, ήταν ότι ένα στέλεχος της CIA στην Ιορδανία δεν διαβίβασε τις ανησυχίες των υπηρεσιών πληροφοριών στο Αμάν σχετικά με τις σχέσεις του Μπαλάουι με την αλ Κάιντα.
«Οι Ιορδανοί είχαν σημειώσει τις ανησυχίες τους όσον αφορά τον Μπαλάουι. Αυτές οι ανησυχίες μπήκαν στη ζυγαριά με τις πληροφορίες που είχε δώσει, και το ενδεχόμενο να μας οδηγήσει στις πιο υψηλόβαθμες προσωπικότητες της αλ Κάιντα», δήλωσε πηγή των αμερικάνικων υπηρεσιών πληροφοριών.
Ο Πανέτα υπερασπίστηκε την υπηρεσία, η οποία επικρίθηκε για σφάλμα ολκής στο πεδίο της ασφάλειας, σε άρθρο του στην εφημερίδα The Washington Post τον Ιανουάριο, στο οποίο τόνιζε ότι ο Μπαλάουι πυροδότησε τα εκρηκτικά λίγο πριν οι φρουροί του κάνουν σωματική έρευνα. Τα σφάλματα, πρόσθεσε στο μήνυμά του προς τα στελέχη της υπηρεσίας, ήταν»"πολύ ευρεία ώστε να αποδοθούν σε ένα μόνο άτομο ή μια ομάδα».
Ορισμένοι αναλυτές εντός της υπηρεσίας είχαν επικεντρωθεί στις ευθύνες της επικεφαλής της ομάδας, Τζένιφερ Μάθιους, η οποία σκοτώθηκε στην επίθεση.
Η επίθεση ήταν η πλέον αιματηρή εναντίον πρακτόρων των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών από το 1983.