Με μεγάλη ανακούφιση, τόσο στην ίδια την Τσεχία όσο και στις άλλες 26 χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, έγινε δεκτή η υπερψήφιση σήμερα το απόγευμα από τη τσεχική Γερουσία - το δεύτερο σώμα της Εθνοσυνέλευσης στην Πράγα - της επικύρωσης της Ευρωπαϊκής Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης, της αποκαλούμενης «Συνθήκης της Λισαβόνας».
Κατά την ψηφοφορία, που είχε αναβληθεί επανειλημμένα στο παρελθόν και αναμενόταν με μεγάλη αγωνία, επιτεύχθηκε η απαραίτητη συνταγματική πλειοψηφία των τριών πέμπτων, καθώς 54 από το σύνολο των 81 γερουσιαστών τάχθηκαν υπέρ και μόνον 20 κατά.
Τη σημερινή επικύρωση της Συνθήκης της Λισαβόνας και από το δεύτερο σώμα της τσεχικής Εθνοσυνέλευσης χαιρέτισε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, δηλώνοντας ιδιαίτερα ευτυχής για τη συγκατάθεση και της τσεχικής Γερουσίας με την οποία, όπως σημείωσε, ολοκληρώθηκε η κοινοβουλευτική διαδικασία επικύρωσης στην Τσεχική Δημοκρατία.
O κ. Μπαρόζο πρόσθεσε ότι η απόφαση δείχνει το τσεχικό ενδιαφέρον για μια δημοκρατικότερη, αποτελεσματικότερη και καλύτερα δεμένη μεταξύ της ΕΕ, ενώ εξέφρασε την ελπίδα πως θα ολοκληρωθούν το ταχύτερο δυνατό και οι ακόμη ανοικτές συνταγματικές αποφάσεις ως προς τη Συνθήκη της Λισαβόνας, στην Τσεχία και σε άλλες κοινοτικές χώρες.
Με «ανοικτές συνταγματικές αποφάσεις», ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπονοεί προφανώς την υπογραφή της επικύρωσης της Συνθήκης από τον Τσέχο πρόεδρο και γνωστό αντίπαλό της Βάτσλαβ Κλάους, όπως επίσης και τη Γερμανία, όπου δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία επικύρωσης διότι εκκρεμεί προσφυγή στο Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο, αλλά και την Πολωνία της οποίας ο πρόεδρος Λεχ Καζίνσκι καθυστερεί με την υπογραφή της επικύρωσης, και βέβαια την Ιρλανδία, όπου αναμένεται η διενέργεια ενός δεύτερου σχετικού δημοψηφίσματος.
Από την πλευρά του ο Τσέχος πρόεδρος Βάτσλαβ Κλάους, ο οποίος τηρεί σταθερά αρνητική στάση απέναντι στη Συνθήκη της Λισαβόνας και φέρεται να προσπάθησε να επηρεάσει γερουσιαστές για την καταψήφισή της, έχει προειδοποιήσει πως ο ίδιος δεν πρόκειται να υπογράψει την επικύρωση εάν δεν υπάρξει προηγουμένως επικύρωσή της μέσα από ένα δεύτερο δημοψήφισμα στην Ιρλανδία.
Πριν τη σημερινή ψηφοφορία ο απερχόμενος πρωθυπουργός Μίρεκ Τοπολάνεκ είχε ζητήσει από τους γερουσιαστές να επικυρώσουν τη Συνθήκη, τονίζοντας χαρακτηριστικά πως η Τσεχία δεν επιτρέπεται να «ντροπιαστεί» για μια δεύτερη φορά μετά τη ζημία που υπέστη τον περασμένο Μάρτιο, στο μέσον της προεδρίας της στην ΕΕ, με την ανατροπή της κυβέρνησής της έπειτα από την απώλεια ψήφου εμπιστοσύνης.
Ο κ. Τοπολάνεκ προειδοποίησε στην ομιλία του στη Γερουσία πως χωρίς την επικύρωση της Συνθήκης της Λισαβόνας η ΕΕ θα διασπαστεί σε ένα «πυρήνα» και μια «περιφέρεια» στην οποία τελικά θα καταλήξει η Τσεχία, ενώ, κινδυνολογώντας εν μέρει, στη συνέχεια, επισήμανε πως κάτι τέτοιο θα ενίσχυε την επιρροή της Ρωσίας στις μετακομμουνιστικές χώρες οι οποίες εντάχθηκαν στην ΕΕ το 2004 και το 2007.
Το πρώτο σώμα της τσεχικής Εθνοσυνέλευσης, η Βουλή της Τσεχίας, χώρας η οποία από την 1η Ιανουαρίου προεδρεύει της Ευρωπαϊκής Ενωσης το πρώτο εξάμηνο του 2009, είχε επικυρώσει τη Συνθήκη της Λισαβόνας στις 18 Φεβρουαρίου, επίσης έπειτα απο επανειλημμένες αναβολές στο παρελθόν.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις πολιτικών αναλυτών στην Πράγα, η Συνθήκη πρέπει να υπερψηφίστηκε σήμερα στη Γερουσία από τους Σοσιαλδημοκράτες της αντιπολίτευσης, από τα δύο συγκυβερνώντα μικρά κόμματα, Χριστιανοδημοκρατικό Λαϊκό και Πρασίνους, καθώς και από μερίδα του μεγαλύτερου κόμματος του κεντροδεξιού κυβερνητικού συνασπισμού, του Δημοκρατικού Κόμματος Πολιτών (ΔΚΠ) του απερχόμενου πρωθυπουργού Μίρεκ Τοπολάνεκ.
Το υπόλοιπο τμήμα του ΔΚΠ και το Κομμουνιστικό Κόμμα της αντιπολίτευσης πρέπει να τάχτηκαν κατά της Συνθήκης, για την οποία στο παρελθόν είχαν προβάλει ως κύριο επιχείρημα το ότι με τη Συνθήκη της Λισαβόνας μπορεί να επανατεθεί ζήτημα άρσης της ισχύος των μεταπολεμικών Διαταγμάτων Μπένες.
Τα Διατάγματα που φέρουν το όνομα του πρώτου πρωθυπουργού της Τσεχοσλοβακίας μετά την απελευθέρωσή της το 1945 και πριν την ανάληψη της εξουσίας από τους Κομμουνιστές, Εντβαρντ Μπένες, ρύθμιζαν το θέμα της εκεί μειονότητας των Σουδητών Γερμανών, οι οποίοι είχαν κατηγορηθεί για συνεργασία με τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και απελάθηκαν μετά το τέλος του. Οι αντίπαλοι της Συνθήκης της Λισαβόνας εκφράζουν ανησυχίες, πως στη βάση αυτής, γύρω στα τρία εκατομμύρια Γερμανοί θα μπορούσαν να διεκδικήσουν αποζημιώσεις και επιστροφή περιουσιών από τη σημερινή Τσεχία.
AΠΕ-ΜΠΕ