Παρά τα συνεχή του ψέματα, τονίζει στο περιοδικό L' Express η ιταλίδα φιλόσοφος Μικέλα Μαρτσάνο, ο ιταλικός λαός εμπιστεύεται τον Μπερλουσκόνι. Και οι αντίπαλες εξουσίες δεν λειτουργούν πια: τα μέσα ενημέρωσης ελέγχονται πλήρως, και οι διανοούμενοι σιωπούν.
Ο Μπερλουσκόνι, όπως και ο Μουσολίνι, λέει η Μαρτσάνο, χρησιμοποιεί τη ρητορική του ουρανόπεμπτου ανθρώπου. Υπέρμαχος της αντι-πολιτικής και των αντι-κομμάτων, παρουσιάστηκε τη δεκαετία του '90 ως ο νέος άνθρωπος.
Μια άλλη ομοιότητα μεταξύ των δύο ανδρών, λέει η Μαρτσάνο, είναι η λογική του αμαλγάματος. Ο Μουσολίνι είχε οικοδομήσει μια συναίνεση βασισμένη στις παραδοσιακές αξίες και χρησιμοποιούσε έναν πολιτικό λόγο προσανατολισμένο προς το μέλλον. Ο Μπερλουσκόνι απευθύνεται στους καθολικούς (εμποδίζοντας τις έρευνες για τη βιοηθική), διάγοντας ταυτόχρονα μια σκανδαλώδη ζωή. Χρησιμοποιεί ένα νεοφιλελεύθερο λόγο, παίζοντας το εθνικιστικό χαρτί.
Εχουμε ακόμη την επιστροφή της γυναίκας-γλάστρας. Στην τηλεόραση, όπως και στη ζωή. «Ασχολήσου με την εμφάνισή σου και σκάσε». Η γυναίκα δεν έχει άλλη αποστολή από το να είναι σύντροφος του άνδρα. Τέλος, όπως και στη φασιστική εποχή, βλέπουμε την εξύψωση του αθλητικού παραστήματος, που λατρεύεται σαν εικόνισμα.
Συμπερασματικά, περνάμε από την πολιτική της επιχειρηματολογίας στην πολιτική του συναισθήματος, που στηρίζεται στη δαιμονοποίηση του αντιπάλου, είτε είναι εξωτερικός εχθρός (οι παράνομοι μετανάστες) είτε είναι εσωτερικός (οι δικαστές, η Αριστερά).
Η Ιταλία δεν είναι πια το λίκνο της κομψότητας και του στυλ, επισημαίνει στο ίδιο περιοδικό ο συγγραφέας Σάντρο Βερονέζι. Και η απόδειξη είναι ότι εδώ και δεκαπέντε χρόνια την κυβερνά ο Μπερλουσκόνι. Δεν εφηύρε βέβαια αυτός τη νέα Ιταλία του κακού γούστου. Την εκμεταλλεύτηκε όμως στο έπακρον προς το δικό του συμφέρον. Η ανθρωπολογική αυτή μετάλλαξη είχε ήδη ανησυχήσει τον Παζολίνι κατά τη δεκαετία του '60. Αλλά οι καταγγελίες του για τη διαστροφή που προκαλεί το χρήμα δεν είχαν ληφθεί τότε στα σοβαρά. Κι όμως, τα είχε καταλάβει όλα! Όλα άλλαξαν πολύ γρήγορα μετά την πρώτη μεταπολεμική οικονομική άνθηση. Η ιταλική αστική τάξη δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα με όλο αυτό το χρήμα, που γρήγορα τη διήφθειρε. Το φασιστικό παρελθόν ήταν ακόμη κοντά και οι Ιταλοί δεν είχαν το χρόνο να ωριμάσουν ούτε να συνειδητοποιήσουν τι σήμαινε μια πραγματική δημοκρατία. Σ' αυτές τις βάσεις έκτισε ο Μπερλουσκόνι την επιτυχία του, συμμαχώντας με τη Λίγκα του Βορρά και τους παλιούς φασίστες. Ποτέ η Χριστιανοδημοκρατία δεν θα έκανε κάτι τέτοιο.
Πηγή: L' Express, ΑΠΕ-ΜΠΕ