Σε υψηλούς τόνους συνεχίζεται η αντιπαράθεση για τη διεξαγωγή των ντιμπέιτ τόσο μεταξύ των έξι πολιτικών αρχηγών όσο και μεταξύ των κ.κ. Καραμανλή και Παπανδρέου.
Υπέρ της διεξαγωγής του ντιμπέιτ όχι μόνο με το σύνολο των πολιτικών Αρχηγών, αλλά και χωριστά με τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, τάχθηκε εκ νέου ο πρωθυπουργός στη διάρκεια της αποψινής ομιλίας του στις Σέρρες.
Ε. Αντώναρος: Το ΠΑΣΟΚ επιδιώκει να δυναμιτίσει την απευθείας συζήτηση
Ε. Αντώναρος: Το ΠΑΣΟΚ επιδιώκει να δυναμιτίσει την απευθείας συζήτηση
Αναφερόμενος στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Καραμανλής χαρακτήρισε «τουλάχιστον αλαζονικό να ορίζει μόνος τις ημερομηνίες, αδιαφορώντας για τις υποχρεώσεις όλων των άλλων πολιτικών Αρχηγών» και πρόσθεσε πως είναι έτοιμος να τροποποιήσει το πρόγραμμά του για να δοθεί στους πολίτες η δυνατότητα να ακούσουν, να κρίνουν, να αποφασίσουν.
«Οφείλει, όμως, και ο Αρχηγός του ΠΑΣΟΚ να σταματήσει την έγερση ανατρεπτικών προϋποθέσεων. Το θέμα δεν κλείνει. Ο διάλογος πρέπει να γίνει», τόνισε.
Από την πλευρά του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Ευάγγελος Αντώναρος κατηγόρησε το ΠΑΣΟΚ πως προσπαθεί να εμποδίσει τον απευθείας διάλογο, απαντώντας στην πρόταση που κατέθεσε το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.
Σημείωσε δε πως παρά την απαράδεκτη στάση του ΠΑΣΟΚ η ΝΔ αποδέχεται τις ημερομηνίες που προτείνει για τα ντιμπέιτ, δηλ. 21 και 22 Σεπτεμβρίου και ζήτησε άμεση συνάντηση ακόμη και σήμερα το βράδυ προκειμένου να συζητηθούν οι τεχνικές λεπτομέρειες.
«Εάν ο κ. Παπανδρέου θέλει το διάλογο εμείς έχουμε την πρόθεση να βρεθεί κάποια λύση», υπογράμμισε ο κ. Αντώναρος και πρόσθεσε: «κανείς δεν πρέπει να λείψει. Εμείς θα είμαστε παρόντες».
«Στο διακομματικό διάλογο για τη διοργάνωσή των ντιμπέιτ, η ΝΔ προσήλθαμε χωρίς όρους και προϋποθέσεις», με μόνη προτεραιότητα «τη διεξαγωγή πραγματικά ενός ουσιαστικού διαλόγου για την ενημέρωση όλων των Ελλήνων πολιτών», δήλωσε με τη σειρά του ο εκπρόσωπος Τύπου της ΝΔ Γιώργος Κουμουτσάκος.
Κατηγόρησε δε το ΠΑΣΟΚ πως με τη σημερινή επιστολή του Εκπροσώπου Τύπου του αποδεικνύει ότι στις διαβουλεύσεις αυτές δεν προσέρχεται με διάθεση συνεννόησης.
«Προσέρχεται με εκβιαστικά διλήμματα “ή θα γίνει ό,τι θέλω εγώ ή δεν θα γίνει τίποτα”», σημείωσε χαρακτηριστικά.
«Το ΠΑΣΟΚ, προβάλλοντας όρους, διαδικαστικά τερτίπια και διάφορες ανακριβείς προφάσεις, έστρωνε το χαλί της υπαναχώρησης. Της άτακτης υποχώρησης από την αναμέτρηση Καραμανλή – Παπανδρέου», πρόσθεσε.
Επέκρινε δε τον κ. Παπανδρέου πως «προσπαθεί να διεκδικήσει την ψήφο των Ελλήνων κρυπτόμενος».
Νωρίτερα, με επιστολή του προς τον κ. Αντώναρο το ΠΑΣΟΚ γνωστοποίησε την πρόθεσή του να συμμετάσχει στην τηλεοπτική συζήτηση με όλους τους πολιτικούς αρχηγούς στη βάση των όρων που δικαιώνουν τις προσδοκίες των πολιτών και συνιστούν ουσιαστική αλλαγή του τρόπου διεξαγωγής και όχι στη βάση των όρων που πρότεινε η ΝΔ.
Τόνισε ακόμη πως «προσήλθε στη συνάντηση των εκπροσώπων των κομμάτων για την αλλαγή των όρων της τηλεοπτικής συζήτησης με συγκεκριμένες προτάσεις: άμεσος διάλογος, συμμετοχή των πολιτών και αναβάθμιση της ουσιαστικής πολιτικής αντιπαράθεσης» και πως οι προτάσεις που διατυπώνονται στην επιστολή του κ. Αντώναρου δεν καλύπτουν αυτά τα κριτήρια, αλλά αντίθετα επιδεινώνουν τους όρους διαλόγου.
«Δεν δίνεται η δυνατότητα συμμετοχής πολιτών μέσω ερωτήσεων από ένα πάνελ πολιτών, δεν δίνεται η δυνατότητα άμεσης συζήτησης και αντιπαράθεσης μεταξύ των πολιτικών αρχηγών, ενώ η περαιτέρω σύντμηση του χρόνου που προτείνετε στην επιστολή σας να έχει ο κάθε πολιτικός αρχηγός για να απαντά σε ερωτήσεις ακυρώνει την όποια προσπάθεια ουσιαστικής πολιτικής αντιπαράθεσης», σημείωσε.
Σε ό,τι αφορά δε την τηλεμαχία Καραμανλή - Παπανδρέου, επεσήμανε πως «μία συζήτηση χωρίς ερωτήσεις πολιτών, τις οποίες δεν αποδέχεστε, θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο εάν διασφαλιστεί ότι η δομή της συζήτησης θα επιτρέψει τον άμεσο διάλογο μεταξύ των δύο υποψήφιων πρωθυπουργών, χωρίς διαμεσολάβηση».
Πρότεινε δε «οι δύο αρχηγοί να συζητήσουν με την παρουσία ενός δημοσιογράφου, του οποίου ο ρόλος θα ήταν να κατευθύνει τη συζήτηση, δίνοντας όμως τη δυνατότητα στους πολιτικούς αρχηγούς να κάνουν έναν ελεύθερο και ουσιαστικό διάλογο που δεν υπολείπεται του κοινοβουλευτικού διαλόγου».
Πρόσθεσε ακόμη πως η συζήτηση θα μπορούσε να διαρκέσει από 60 έως 90 λεπτά, να δομηθεί σε συγκεκριμένες ενότητες και τη διεξαγωγή της να αναλάβει η δημόσια τηλεόραση με κοινής αποδοχής δημοσιογράφο συντονιστή.
Ως προς τον χρόνο διεξαγωγής των δύο πολιτικών συζητήσεων, πρότεινε τη Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου για την τηλεοπτική συζήτηση μεταξύ όλων των αρχηγών των πολιτικών κομμάτων, εφόσον τελικώς συμφωνηθεί να γίνει, και την Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου για τη συζήτηση μεταξύ των δύο πολιτικών αρχηγών, η οποία θεσμικά θα έπρεπε να έπεται της συζήτησης μεταξύ όλων των πολιτικών αρχηγών.
Επικρίσεις για τη στάση του ΠΑΣΟΚ στο θέμα του ντιμπέιτ διατύπωσε το ΚΚΕ. «Εκ των υστέρων το ΠΑΣΟΚ θυμήθηκε ότι το ντιμπέιτ πρέπει να αναβαθμιστεί» σημείωσε σε ανακοίνωσή του, κάνοντας λόγο για κόλπα που δημιουργούν πολλά ερωτηματικά και «οδηγούν στη σκέψη ότι το ΠΑΣΟΚ θέλει να αποφύγει τη διεξαγωγή του ντιμπέιτ ανάμεσα στα έξι κόμματα».
Εν τω μεταξύ, χθες η γ.γ. του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα δήλωσε: «Ζητάμε την ισοτιμία και την τήρηση της θεματικότητας. Όχι πια στις τηλεαναμετρήσεις όπου οι απαντήσεις προβλέπονται από πριν και οι ίδιες οι αναμετρήσεις καταντούν κάτι το γελοίο και στημένο».
Eπανέλαβε δε τη σφοδρή αντίθεσή της, για μια τηλεοπτική συζήτηση μεταξύ των κ.κ. Καραμανλή και Παπανδρέου, υποστηρίζοντας ότι γίνεται για «να στριμώξουν την επιλογή του λαού στους δύο, χωρίς καμία εναλλακτική επιλογή».
Επέμεινε ακόμη ότι η τηλεαναμέτρηση πρέπει να γίνει «με σεβασμό στους πολίτες ακροατές. Πρωταγωνιστικό ρόλο να παίζουν οι εκπρόσωποι των κομμάτων και όχι οι δημοσιογράφοι».
Την πρόθεσή του να συμμετάσχει στο ντιμπέιτ των πολιτικών αρχηγών, παρά το ότι θεωρεί τον τρόπο διεξαγωγής του μη ικανοποιητικό γνωστοποίησε ο ΣΥΡΙΖΑ με επιστολή του στον κυβερνητικό εκπρόσωπο.
Mεταξύ άλλων έκανε λόγο για μεθόδευση με στόχο την ακύρωση της τηλεμαχίας στην οποία δεν πρόκειται να συναινέσει. «Θέλουμε να πιστεύουμε ότι καμιά πολιτική δύναμη δεν θα τορπιλίσει την διεξαγωγή του ντιμπέιτ» πρόσθεσε.
Ανέφερε ακόμη πως στη Διακομματική Επιτροπή πρότεινε α) να υπάρχουν κοινές ερωτήσεις σχετικά με τις θέσεις των κομμάτων ώστε να μπορεί να γίνει συγκριτική αξιολόγηση των προγραμμάτων, β) να υπάρχει κύκλος ερωτήσεων χωρίς προκαθορισμένη θεματολογία, γ) να υπάρχει δυνατότητα σχολιασμού αλλά και υποβολής ερώτησης από τον ένα πολιτικό αρχηγό στον άλλο και δ) να υπάρχει δυνατότητα συμμετοχής δημοσιογράφων και από άλλα μέσα.