Πρόβλημα της παγκόσμιας οικονομίας το γιουάν

Δευτέρα, 21 Σεπτεμβρίου 2009 22:47

A- A A+

Μια οικονομική κρίση που ξεκίνησε με τη μορφή δράματος, ή ακόμη και τραγωδίας, μετατρέπεται σε φάρσα. Στη Βρετανία, οι Εργατικοί και οι Τόρις τσακώνονται για το ποιος θα προχωρήσει στις μεγαλύτερες περικοπές, τη στιγμή που το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας μπορεί να φτάσει του χρόνου το 15% του ΑΕΠ. Στο εξωτερικό, η κατάσταση είναι ακόμη πιο παράλογη, με τις δύο σημαντικότερες χώρες του κόσμου, την Αμερική και την Κίνα, να έχουν εμπλακεί σε έναν εμπορικό πόλεμο για τα κινεζικά λάστιχα και τα αμερικανικά κοτόπουλα.

Κι όλα αυτά, ενώ εισερχόμαστε σε μια περίοδο πλούσια σε διεθνείς συνόδους: πρώτα θα συναντηθούν οι ομάδες της G20 στο Πίτσμπουργκ και στη συνέχεια θα διεξαχθεί η ετήσια σύνοδος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Κωνσταντινούπολη. Ποιό θα είναι όμως το βασικό θέμα συζήτησης σε αυτές τις συνόδους; Τα μπόνους των τραπεζιτών. Το πλαίσιο των εργασιών είναι έτσι σχεδιασμένο, ώστε να είναι δύσκολη η λήψη οποιασδήποτε σημαντικής απόφασης.

Οι ισχυρότεροι ηγέτες του κόσμου θα συναντηθούν μόνο για ένα δείπνο και ένα πρωινό, και δεν θα έχουν παρά 5 λεπτά ο καθένας για να παρουσιάσουν τις θέσεις τους.

Εν μέσω αυτής της κωμωδίας, γράφει στους «Τimes» ο πρώην διευθυντής του «Εconomist» Μπιλ Εμοτ, δεν θα συζητηθεί καθόλου, ούτε σε ιδιωτικό ούτε σε δημόσιο επίπεδο, το πιο σημαντικό θέμα της διεθνούς οικονομικής πολιτικής: το κινεζικό νόμισμα, το RMB, γνωστό ως γιουάν. Και είναι αυτό το θέμα το πιο σημαντικό, επειδή πίσω από τη σημερινή οικονομική κρίση βρίσκεται ο μη ισορροπημένος χαρακτήρας της παγκόσμιας οικονομίας.

Την τελευταία δεκαετία, οι Αμερικανοί, οι Βρετανοί και μερικοί άλλοι Ευρωπαίοι κατανάλωναν και δανείζονταν πάνω από τις δυνάμεις τους, με αποτέλεσμα να έχουν σήμερα μεγάλα ελλείμματα στο ισοζύγιο πληρωμών. Την ίδια περίοδο, η Κίνα, ορισμένες άλλες ασιατικές χώρες και οι πετρελαιοπαραγωγοί του αραβικού κόσμου κατανάλωναν πολύ κάτω από τις δυνάμεις τους, με αποτέλεσμα να έχουν τεράστια πλεονάσματα στο ισοζύγιο πληρωμών. Στη στάση αυτή οδηγήθηκαν αυτές οι χώρες μετά την μεγάλη οικονομική κρίση στην ανατολική Ασία, που τις έπεισε να κρατήσουν τα νομίσματά τους χαμηλά ώστε να δημιουργήσουν μεγάλες δεξαμενές ξένου συναλλάγματος.

Η αμερικανική απάντηση στο μη ισορροπημένο εμπόριο ήταν η απειλή προσφυγής στον προστατευτισμό απέναντι στις εισαγωγές από την Κίνα. Η κινεζική απάντηση, πάλι, ήταν η προσπάθεια να πείσει τη διεθνή κοινότητα ότι το πραγματικό πρόβλημα είναι το δολάριο και ο ηγεμονικός του ρόλος στις διεθνείς συναλλαγές. Οπως γνωρίζουν όμως όλοι - με εξαίρεση τον Βλαντίμιρ Πούτιν και τον Ούγκο Τσάβες - το πραγματικό πρόβλημα είναι το γιουάν.

Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας στον κόσμο και η τρίτη σε μέγεθος οικονομία του πλανήτη. Είναι όμως η μόνη από τις κυρίαρχες οικονομίες που το νόμισμά της δεν παρουσιάζει ελεύθερη διακύμανση. Από τα μέσα του 2005 μέχρι τα τέλη του 2007, η Κίνα ανατίμησε βαθμιαία το γιουάν έναντι του δολαρίου κατά 15%. Γίνεται πολλή συζήτηση τον τελευταίο καιρό για την ανάγκη να πειστούν οι Κινέζοι, οι Γερμανοί, οι Ιάπωνες, οι Μαλαίσιοι και οι ¶ραβες να καταναλώνουν, και άρα να εισάγουν, περισσότερο. Το μοναδικό μέτρο όμως που θα μπορούσε πραγματικά να κάνει τη διαφορά -η ελεύθερη διακύμανση του γιουάν- εξακολουθεί να αποτελεί ταμπού.

Μπορεί αυτό να αλλάξει; Οι περισσότεροι πολιτικοί παρατηρητές εκτιμούν ότι θα χρειαστεί τουλάχιστον μια δεκαετία. Ο Μπιλ Εμοτ, πάλι, πιστεύει ότι τρία χρόνια είναι αρκετά. Η Κίνα έχει συμφέρον να αλλάξει τη νομισματική της πολιτική επειδή αντιμετωπίζει τον κίνδυνο του πληθωρισμού κι επειδή γνωρίζει ότι πρέπει να οδηγήσει τη βιομηχανία της και την οικονομία της σε υψηλότερες, και καθαρότερες, τεχνολογίες.

Πηγή: The Times, ΑΠΕ-ΜΠΕ

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή