Ο «ελάχιστος κοινός παρονομαστής»

Παρασκευή, 20 Νοεμβρίου 2009 17:03

A- A A+

Ενας Βέλγος που χρημάτισε πρωθυπουργός για λιγότερο από ένα χρόνο και μια βρετανή τεχνοκράτις που δεν έχει εκλεγεί ποτέ στη ζωή της σε κάποια θέση επελέγησαν από τους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης για να εκπροσωπούν τις 27 χώρες τους στον υπόλοιπο πλανήτη. Eίναι κάπως περίεργο να επιλέγονται σε τόσο υψηλά αξιώματα άνθρωποι τόσο ελάχιστα γνωστοί όσο ο Χέρμαν βαν Ρόμπαϊ και η Κάθριν Αστον.

Εδώ και μια δεκαετία, οι πολιτικοί της Ευρωπαϊκής Ενωσης επιμένουν ότι πρέπει να υπάρξει ένα σύνολο νέων κανόνων που θα επιτρέψει στην Ενωση να εξοπλιστεί με μια ισχυρή ηγεσία. Όταν όμως οι ηγέτες κλήθηκαν να συμπληρώσουν τις νέες θέσεις του προέδρου και του υπουργού Εξωτερικών, φάνηκε να ξεχνούν τις επιδιώξεις και τις φιλοδοξίες τους.

Οι ηγέτες ξεκίνησαν την έκτακτη σύνοδο κορυφής εν μέσω απαισιόδοξων εκτιμήσεων για την επίτευξη συμφωνίας, αφού από τον μαραθώνιο των τηλεφωνημάτων που είχε προηγηθεί είχαν διαφανεί διαφορετικές απόψεις ακόμη και για τον σκοπό αυτών των νέων αξιωμάτων. Η Βρετανία είχε προτείνει επισήμως ο πρώτος πρόεδρος να είναι ο Τόνι Μπλερ, αφού σε αυτή τη θέση χρειαζόταν ένας γνωστός και ισχυρός πολιτικός. Aλλες χώρες, ιδιαίτερα οι πιο μικρές, αντέτειναν ότι η θέση αυτή δεν έχει και μεγάλη σημασία, αφού ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δεν είναι τίποτα περισσότερο από τον άνθρωπο που προεδρεύει στις συνόδους κορυφής.

Ο δρόμος άνοιξε για τo βελγο-βρετανικό δίδυμο, όταν η βρετανική κυβέρνηση αποδέχθηκε τελικά κάτι που ήταν προφανές εδώ και εβδομάδες: ότι η υποστήριξη προς τον Μπλερ ήταν μικρή, ενώ υπήρχε συναίνεση σχεδόν για έναν πρόεδρο σαν κι αυτόν που φαντάζονταν οι μικρές χώρες. Ο Γκόρντον Μπράουν απέσυρε έτσι την υποψηφιότητα του Μπλερ στη συνάντηση των κεντροαριστερών ηγετών που προηγήθηκε της συνόδου και δέχθηκε το σχέδιο στο οποίο είχαν συμφωνήσει οι Σοσιαλιστές με το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα: ο πρόεδρος να είναι Κεντροδεξιός και ο/η υπουργός Εξωτερικών Κεντροαριστερός/ή.

Σε αντάλλαγμα για την απόσυρση της υποψηφιότητας Μπλερ, ο βρετανός πρωθυπουργός απαίτησε στη θέση του υπουργού Εξωτερικών να διοριστεί η βαρόνη Αστον, Επίτροπος Εμπορίου από τον Οκτώβριο του 2008. Αλλωστε, η πρώτη επιλογή για τη θέση αυτή ήταν και πάλι Βρετανός: ο σημερινός υπουργός Εξωτερικών Ντέιβιντ Μίλιμπαντ, που προτίμησε τελικά να παραμείνει στη χώρα του και να διεκδικήσει την ηγεσία του Εργατικού Κόμματος μετά τη διαφαινόμενη ήττα του στις εκλογές.

Το βρετανικό deal για την Αστον σήμαινε ότι η Γαλλία και η Γερμανία μπορούσαν να επιβάλουν τη δική τους επιλογή για τη θέση του προέδρου, δηλαδή τον βαν Ρόμπαϊ. Ταυτοχρόνως, γινόταν δεκτή πρόταση της σουηδικής προεδρίας να αφαιρεθεί από τον πρόεδρο οποιαδήποτε αρμοδιότητα που έχει σχέση με την εξωτερική πολιτική.

Το μάθημα που μπορεί να αποκομίσει κανείς από την επιλογή αυτών των δύο προσώπων, είναι ότι οι ηγέτες των ευρωπαϊκών χωρών δεν είναι διατεθειμένοι να μοιραστούν την παγκόσμια σκηνή με πραγματικούς ανταγωνιστές. Δεν είναι επίσης πρόθυμοι να χρησιμοποιήσουν την Ευρωπαϊκή Ενωση για να απευθυνθούν στον υπόλοιπο πλανήτη, τουλάχιστον στο ύψιστο δυνατό επίπεδο. Γνωρίζουν αυτό που θέλουν οι ψηφοφόροι τους: να χρησιμοποιείται η Ενωση ως μια δύναμη που «προστατεύει», μια δύναμη που διώχνει τον υπόλοιπο κόσμο.

Η δύναμη αυτή είναι μια γηρασμένη, πλούσια και φοβισμένη Ευρώπη, που θέλει να δαπανά τα χρήματά της για την εκπαίδευση μεθοριακών φρουρών που θα διώχνουν τους φτωχούς.

Μια Ευρώπη που θέλει να αφιερώνει το 40% του προϋπολογισμού της για να επιδοτεί τους αγρότες της απέναντι στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.

Οι δύο υποψήφιοι που επελέγησαν αποτελούν ένα παράδειγμα του φαινομένου που λέγεται «ελάχιστος κοινός παρονομαστής». Ο βαν Ρόμπαϊ δεν είχε καιρό να προσβάλει οποιονδήποτε από τους άλλους ηγέτες. Και ο βασικός λόγος που η Αστον κέρδισε τη θέση είναι το φύλο της, αν και οι υποστηρικτές της επιμένουν ότι τη γυναίκα αυτή πάντα την υποτιμούν κι εκείνη πάντα θριαμβεύει.

Πηγή: The Economist, AΠΕ-ΜΠΕ

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή