Οι ηγέτες του Ιράν υποστήριζαν ανέκαθεν ότι η χώρα τους είναι η μόνη που κυβερνάται με δημοκρατικό τρόπο σε μια περιοχή γεμάτη με μονάρχες και τυράννους. Οι εκλογές της 14ης Μαρτίου επιβεβαιώνουν ότι το σύστημα διακυβέρνησης του Ιράν είναι δύσκολο να χαρακτηριστεί. Η ψηφοφορία δεν θα είναι έντιμη, με τη δυτική έννοια. Αλλά οι υποψήφιοι είναι πολλοί, ο ανταγωνισμός μεγάλος, και τα αποτελέσματα είναι δύσκολο να προβλεφθούν. Aλλωστε και στις προεδρικές εκλογές, που διεξήχθησαν πριν από τρία χρόνια, κανείς δεν είχε προβλέψει τη νίκη του Μαχμούντ Αχμαντινεζάντ.
Για τους παρατηρητές που τους αρέσει να βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο, αυτή η αβεβαιότητα είναι από μόνη της θετική. «Παρά τα σοβαρά προβλήματα που έχει η εκλογική διαδικασία, μόνο μέσα απ' αυτήν μπορούν να προέλθουν οι όποιες αλλαγές στο Ιράν», επισημαίνει ο εξέχων ιρανός καθηγητής Μοχσέν Μιλανί.
Υπάρχουν βέβαια και σοβαροί λόγοι να θεωρήσει κανείς το ποτήρι μισοάδειο. Κάπου 2.000 υποψήφιοι, το ένα τρίτο όσων εξέφρασαν πρόθεση να λάβουν μέρος στις εκλογές, αποκλείστηκαν. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονται οι περισσότεροι μεταρρυθμιστές. Ο πρώην πρόεδρος Μοχάμαντ Χαταμί χαρακτήρισε «καταστροφή» αυτόν τον μαζικό αποκλεισμό.
Πολλοί από τους αποκλεισθέντες προσέφυγαν στο Συμβούλιο των Φρουρών, μια επιτροπή ισλαμιστών νομικών με ευρείες συνταγματικές εξουσίες. Μερικές εκατοντάδες δικαιώθηκαν, ανάμεσά τους κι ένας εγγονός του Αγιατολάχ Χομεϊνί, που είχε αποκλειστεί με το επιχείρημα ότι δεν είναι αρκετά πιστός προς το Iσλάμ και το Σύνταγμα.
Το κοινοβούλιο του Ιράν, που έχει 290 έδρες, έχει τη δυνατότητα να επεξεργάζεται σχέδια νόμου, να επικυρώνει συνθήκες και να ψηφίζει τον ετήσιο προϋπολογισμό. Στην πράξη, παίζει δευτερεύοντα ρόλο σε σχέση με το Συμβούλιο των Φρουρών, το οποίο μπορεί να ασκεί βέτο στους νόμους που ψηφίζονται. Παρά ταύτα, επηρεάζει το κλίμα που επικρατεί στη χώρα. Από το 2000 ως το 2004, που την πλειοψηφία είχαν οι μεταρρυθμιστές, το κοινοβούλιο στήριξε σε γενικές γραμμές τις προσπάθειες του Χαταμί για την προώθηση της δημοκρατίας και τη βελτίωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το σημερινό κοινοβούλιο, αντίθετα, συγκροτήθηκε μετά την εκδίωξη των μεταρρυθμιστών και τάχθηκε υπέρ των κυριοτέρων επιλογών του Αχμαντινεζάντ.
Οι μεταρρυθμιστές σήμερα δεν έχουν πολλές ελπίδες να επανέλθουν στα πράγματα. Και έχουν σε μεγάλο βαθμό παραιτηθεί των προσπαθειών. Πριν από τέσσερα χρόνια, διαμαρτυρήθηκαν για τον αποκλεισμό τους με το μποϊκοτάρισμα των εκλογών, ελπίζοντας ότι οι συντηρητικοί θα έκαναν πίσω. Το αποτέλεσμα ήταν να μην έχουν οι σκληροπυρηνικοί να αντιμετωπίσουν διαδηλώσεις υπέρ της δημοκρατίας, όπως έγινε στα τέλη της δεκαετίας του '90. Σήμερα, η δημοκρατική αντιπολίτευση είναι ανενεργή και κουρασμένη.
H σύγκρουση μεταξύ συντηρητικών και μεταρρυθμιστών έχει δώσει τη θέση της σε μια αντιπαράθεση μεταξύ των σκληροπυρηνικών συντηρητικών που είναι πιστοί στον πρόεδρο Αχμαντινεζάντ (και αποκαλούνται «άνθρωποι αρχών») και των πιο πραγματιστών συντηρητικών που δεν διαπνέονται από μια επαναστατική ιδεολογία. Οι τελευταίοι είναι συσπειρωμένοι γύρω από τον πρώην διαπραγματευτή για τα πυρηνικά όπλα Αλί Λαριτζανί, τον δήμαρχο της Τεχεράνης Μοχάμαντ Γαλιμπάφ και τον πρώην διοικητή των Φρουρών της Επανάστασης Μοχσέν Ρεζάι. Πριν από τρία χρόνια, αυτή η τριάδα θεωρούνταν σκληροπυρηνική. Σήμερα, μοιάζουν με τη φωνή της λογικής. Δεν ζητούν βέβαια «διάλογο μεταξύ των πολιτισμών», όπως έκανε ο Χαταμί, αλλά ούτε αμφισβητούν το Ολοκαύτωμα ή απειλούν το Ισραήλ. Δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν πίσω στον πυρηνικό τομέα, αλλά θα προσπαθούσαν να διαβεβαιώσουν τη διεθνή κοινότητα ότι το Ιράν δεν επιδιώκει την κατασκευή πυρηνικής βόμβας.
Ιδιαίτερo ενδιαφέρον παρουσιάζει ο Γαλιμπάφ. Το 2005 ήλθε μόλις στην τέταρτη θέση, παρά τα χρήματα που διέθεσε για την προεκλογική του εκστρατεία. Τότε, είχε θεωρηθεί ο εκλεκτός της συντηρητικής ελίτ. Σήμερα, θεωρείται ο σοβαρότερος αντίπαλος του Αχμαντινεζάντ στις προεδρικές εκλογές που θα πραγματοποιηθούν τον Ιούνιο του 2009. Για τον λόγο αυτό, ο Αχμαντινεζάντ προσπαθεί να τον υπονομεύσει, περιορίζοντας για παράδειγμα τη χρηματοδότηση του δημοτικού συμβουλίου από την κυβέρνηση. «Το Ιράν δεν υφίσταται μόνο τις διεθνείς, αλλά και τις εγχώριες κυρώσεις», λέει χαρακτηριστικά ένας βοηθός του Γαλιμπάφ.
Το αδύνατο σημείο του Αχμαντινεζάντ είναι η οικονομία. Παρά τον τριπλασιασμό των τιμών του πετρελαίου, οι οικονομικές συνθήκες στη χώρα έχουν επιδεινωθεί. Κι αυτό μπορεί να βοηθήσει τους πραγματιστές συντηρητικούς. Αλλά το κλίμα στην επαρχία είναι δύσκολο να αξιολογηθεί. Επιπλέον, η πολιτική στο Ιράν κυριαρχείται από πρόσωπα κι όχι κόμματα, κάτι που ευνοεί τους σκληροπυρηνικούς.
Πηγή: The Economist, AΠΕ-ΜΠΕ