Ενώ ο αγγλοσαξωνικός καπιταλισμός βρίσκεται σε κρίση και υποχωρεί, κανείς δεν γνωρίζει ποιο μοντέλο θα αναδειχθεί στη θέση του. Θα είναι το ευρωπαϊκό ή το αντίστοιχο αναπτυσσόμενων χωρών όπως η Κίνα;
Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ οικονομίας στο πανεπιστήμιο Παρί-Ντοφίν, κ. Ζαν-Ερβέ Λορεανζί, είναι πρόεδρος της Γαλλικής Λέσχης Οικονομολόγων και στενός συνεργάτης της τράπεζας Ρότσιλντ. Είναι όμως και ο άνθρωπος που πρώτος τόνισε ότι η σημερινή χρηματοοικονομική κρίση και οι συνέπειές της δεν είναι τίποτε περισσότερο από πόλεμος των καπιταλισμών, η έκβαση του οποίου είναι εξόχως αβέβαιη.
Κατά το Γάλλο καθηγητή, ο πόλεμος αυτός προκλήθηκε από τρεις σημαντικές ρήξεις. Η πρώτη είναι αυτή του τέλους της αφθονίας των πρώτων υλών, όπως το πετρέλαιο, τα γεωργικά προϊόντα και το νερό. Δεύτερη ρήξη είναι αυτή της τεχνολογίας. Η Δύση θέλει να διατηρήσει τον έλεγχο των νεωτερισμών, διότι εκεί οφείλεται η ανάπτυξή της. Οι αναπτυσσόμενες χώρες, όμως, θέλουν και αυτές το μερίδιό τους για να στηρίξουν τη δική τους ανάπτυξη. Τρίτη και σημαντικότερη ρήξη είναι αυτή της ιδιοκτησίας του κεφαλαίου. Στο βαθμό που τα κεφάλαια θα κινούνται όλο και πιο γρήγορα, τα έθνη θα μάχονται για να έχουν τη μεγαλύτερη πρόσβαση σε αυτά, γεγονός που αποτελεί και τη σοβαρότερη αιτία της σημερινής διεθνούς χρηματοοικονομικής κρίσης.
Χρηματοοικονομική κρίση η οποία στην ουσία είναι αυτή του αγγλοσαξωνικού καπιταλιστικού μοντέλου, το οποίο μέσω της ελεύθερης κίνησης κεφαλαίων ήλθε σε σύγκρουση μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και με άλλες μορφές καπιταλισμού. Στη δεκαετία του '90 το αγγλοσαξωνικό μοντέλο λειτουργούσε με βάση τις ακόλουθες πέντε αρχές:
1. Η οικονομία δεν χρηματοδοτείται από τις τράπεζες, αλλά από τις χωρίς μεσάζοντες αγορές. Το τραπεζικό σύστημα δεν αποτελεί τον κύριο δανειστή των επιχειρήσεων, αλλά παίζει το ρόλο του χρηματοοικονομικού μεσάζοντος.
2. Η ηγεμονία των αγορών -πηγή γενικευμένης χρηματοδότησης- στηρίζεται σε θεσμικά αποταμιευτικά όργανα, όπως τα συνταξιοδοτικά ταμεία, τα οποία αντλούν αποταμίευση και την τοποθετούν στις χρηματοοικονομικές αγορές.
3. Αυτά τα θεσμικά όργανα έχουν τον πλειοψηφικό έλεγχο των επιχειρήσεων και θέτουν τους μετόχους στην καρδιά της λειτουργίας τους.
4. Οι ισολογισμοί επιχειρήσεων, τραπεζών και ταμείων εκτιμώνται καθημερινά με βάση την αγοραία αξία (market value).
5. Η παγκόσμια οικονομία, από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ρυθμίζεται από τα ίδια μεγάλα θεσμικά όργανα και αφήνει ελάχιστο χώρο στις αναδυόμενες χώρες, οι οποίες ωστόσο γίνονται όλο και πιο ισχυρές.
Αυτός ο αγγλοσαξωνικός καπιταλισμός ήταν συγκροτημένος και οι επιχειρήσεις ή τα κράτη που είχαν ανάγκη από χρηματοδότηση έβρισκαν το απαραίτητο χρήμα στις αγορές. Από αυτό το, μάλλον μονολιθικό, πρότυπο καπιταλισμού γεννήθηκαν τέσσερα νέα πρότυπα, τα οποία σήμερα δίνουν σκληρή μάχη για να επιβληθεί το ένα στο άλλο.
Κατ' αρχήν, στους κόλπους του αγγλοσαξωνικού καπιταλισμού γεννήθηκαν και ευημέρησαν τα περίφημα επενδυτικά ταμεία «εκτός αγοράς», τα οποία ανέλαβαν τεράστια ρίσκα, υποκαθιστώντας τις τράπεζες -οι οποίες, ως γνωστόν, αποφεύγουν την ανάληψη κινδύνων. Επίσης, διαδόθηκαν και τα περίφημα funds LBO (leveraged buy-out), τα οποία χρησιμοποιούν το δανεισμό και το μοχλό του χρέους για να πάρουν τον έλεγχο επιχειρήσεων οι οποίες κρίνονται ανεπαρκείς ως προς τη δημιουργία αξίας. Οι υπεύθυνοι-ιδιοκτήτες των funds LBO δεν θέλουν να ακούσουν να γίνεται άμεσος λόγος για την αγορά. Κύριο ενδιαφέρον τους είναι ο νεωτερισμός και η υπεραξία την οποία οι επιχειρήσεις μπορούν να πετύχουν μετά τη μεταπώλησή τους.
Δεύτερο μοντέλο καπιταλισμού είναι αυτό της ηπειρωτικής Ευρώπης, στο πλαίσιο του οποίου οι αγορές χρησιμεύουν ως σημείο αναφοράς, χωρίς όμως οι τράπεζες να χάνουν το ρόλο του δανειστή των επιχειρήσεων. Σε αυτό το μοντέλο καπιταλισμού, το οποίο έχει και σημαντικό κοινωνικό περιεχόμενο, οι τράπεζες, οι επιχειρήσεις, το κράτος και τα συνδικάτα μοιράζονται την οικονομική εξουσία.
Ο οικογενειακός καπιταλισμός -ευρύτατα διαδεδομένος στην Ευρώπη, στην Ινδία και στην Λατινική Αμερική- είναι η τρίτη μορφή καπιταλισμού, με μεγάλες οικογένειες, όπως και στην Ελλάδα, να κατέχουν το 20% έως 25% του κεφαλαίου σημαντικών επιχειρηματικών ομίλων στους οποίους έχουν βεβαίως την πλειοψηφία.
Τέλος, η τέταρτη μορφή καπιταλισμού είναι αυτή που θριαμβεύει στη Ρωσία, στην Κίνα και στη Μέση Ανατολή, δηλαδή ο νέος κρατικός καπιταλισμός, ο οποίος στις περιοχές αυτές ελέγχει το 70% της παραγωγής και σήμερα διαθέτει απίστευτα αποθέματα κεφαλαίων, τα οποία προέρχονται αφενός από το πετρέλαιο και αφετέρου από επιθετικές εξαγωγικές πολιτικές.
Αυτοί οι τέσσερις καπιταλισμοί, στο επίπεδο της ιδιοκτησίας, της αντίληψης του χρόνου, του βάρους των επενδυτών και της παραγωγής αξίας έχουν διαφορετικούς κανόνες, οι οποίοι σήμερα οδηγούν σε ανοιχτές ή υπόγειες συγκρούσεις -στις οποίες έρχονται να προστεθούν και γεωπολιτικά παιχνίδια εξουσίας. Με αφορμή δε την κρίση ο αγγλοσαξωνικός καπιταλισμός βάλλεται από παντού, είναι μειοψηφία και, βεβαίως, η πάλαι πότε αίγλη του έχει πλήρως αμαυρωθεί.
Ο ηπειρωτικός καπιταλισμός, από την πλευρά του, επίσης αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα: δεν έχει πολιτική δύναμη, ενώ τα κοινωνικά του θεμέλια υφίστανται ισχυρούς τριγμούς. Και η όλη κατάσταση προσλαμβάνει νέες διαστάσεις με την είσοδο στην παγκόσμια αγορά των περίφημων sovereign funds, τα οποία ήδη κατακλύζουν τις αμερικανικές τράπεζες.
Κουρασμένες να χρηματοδοτούν τα αμερικανικά ελλείμματα, εις ανταλλαγή τίτλων σε δολάρια τα οποία διαρκώς υποτιμώνται, η Κίνα, η Σιγκαπούρη και τα Αραβικά Εμιράτα δημιούργησαν αυτά τα funds, τα οποία σήμερα παίρνουν μειοψηφικές συμμετοχές στις μεγάλες δυτικές επιχειρήσεις. Με δύναμη κρούσεως 3.000 δισ. δολάρια, τα funds αυτά είναι το βασικό εργαλείο του νέου κρατικού καπιταλισμού. Παράλληλα, η αύξηση των εμπορικών πλεονασμάτων τα καθιστά πολύ ισχυρότερα από τα παραδοσιακά επενδυτικά funds. Μεσοπρόθεσμα, στη μάχη για τους σπάνιους πόρους, τις υψηλές τεχνολογίες, το κεφάλαιο και τις ροές του έχουν σοβαρό πλεονέκτημα. Ωστόσο, θα πρέπει να αντιμετωπίσουν την αντίδραση των δυτικών χωρών, οι οποίες δεν θα διστάσουν να χρησιμοποιήσουν το όπλο των επιτοκίων για να υποτιμήσουν τα ενεργητικά των πιστωτών, χωρίς να κάνουμε λόγο για όλες τις μορφές προστατευτισμού.
Ζούμε, έτσι, σε έναν κόσμο στον οποίο αποκρυσταλλώνονται πολλά πράγματα. Το μεγάλο ανοικτό παιχνίδι της εισόδου των προαναφερόμενων funds στο κεφάλαιο των αμερικανικών επενδυτικών τραπεζών, οι οποίες είναι αποδυναμωμένες από την κρίση, μόλις άρχισε. Εξάλλου, όπως εκτιμούν πολλοί οικονομολόγοι, τα funds αυτά θα παίζουν μεγάλο ρόλο στην επανισορρόπηση της σημερινής χρηματοοικονομικής κρίσης, η οποία θα κλείσει όταν θα επανισορροπηθεί και η ιδιοκτησία του κεφαλαίου στις χίλιες μεγαλύτερες επιχειρήσεις του κόσμου.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ο ανταγωνισμός των μοντέλων καπιταλισμού που περιγράψαμε και η σύγκρουσή τους αποτελούν ταυτοχρόνως κίνδυνο και ευκαιρία για τον πλανήτη μας. Διότι οι χρηματοοικονομικές λειτουργίες είναι αυτές οι οποίες πλέον ρυθμίζουν και επανισορροπούν την παγκόσμια οικονομία. Με άλλα λόγια, ο χρηματοοικονομικός τομέας είναι πλέον η μήτρα του σύγχρονου κόσμου. Συνεπώς, στο μέτρο που οι αναδυόμενες χώρες θα διαθέτουν άφθονα κεφάλαια, πετρελαϊκά και άλλα, οι αντίστοιχες οικονομικές εξουσίες των αναπτυγμένων και των αναδυόμενων χωρών πιθανότατα θα αντιστραφούν.
Ο δυτικός κόσμος θα έχει στο εξής μεγάλες δυσκολίες να βρίσκει ίδια κεφάλαια για τη χρηματοδότηση των τραπεζών και των επιχειρήσεών του. Ετσι, θα πρέπει να μοιραστεί οικονομική και πολιτική εξουσία. Ακόμα περισσότερο, σε Ευρώπη και κυρίως Αμερική, θα πρέπει να δημιουργείται πλούτος, ο οποίος δεν θα είναι αποκλειστικά χρηματοοικονομικός. Οπως λέει και ο καθηγητής Λορενζί, θα πρέπει να δοθεί «μεταποιητική αξία» στην οικονομία. Μετά την ηγεμονία της Γουόλ Στριτ, μάλλον έφθασε η ώρα της επιστροφής στην Σίλικον Βάλεϊ και στην πραγματική οικονομία. Σίγουρα, λοιπόν, βρισκόμαστε μπροστά στην αναζήτηση των οικονομικών ρυθμίσεων και κανόνων του 21ου αιώνα, τους οποίους είναι ανάγκη να θέσουμε γρήγορα σε εφαρμογή.
ΑΘΑΝAΣΙΟΣ Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ