Πιο ακραία πολιτική οδό από τις προβλέψεις ακολούθησαν, τελικά, οι διαδικασίες εκλογής των νέων προέδρων της ιταλικής Βουλής και Γερουσίας. Πρόεδρος της Γερουσίας εξελέγη ο Ινιάτσιο Λα Ρούσα. Πρώην στέλεχος του ακροδεξιού Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος και νυν στενός συνεργάτης της Μελόνι, έχει επανειλημμένα δηλώσει θαυμαστής του Μπενίτο Μουσολίνι. Κατά την παρθενική του ομιλία ως πρόεδρος του σώματος, χθες, προσπάθησε να κάνει μια κάποια στροφή, με εγκωμιαστική αναφορά στον σοσιαλιστή πρώην Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Σάντρο Περτίνι.
Παράλληλα, σήμερα, για την Βουλή, η συντηρητική παράταξη επέλεξε ως πρόεδρο, τελικά, τον σαρανταδυάχρονο Λορέντσο Φοντάνα, ο οποίος και εξελέγη. Πρόκειται για στέλεχος της Λέγκα, πρώην υπουργό Ευρωπαϊκών θεμάτων και για την Οικογένεια, ο οποίος έχει εκφραστεί ανοικτά υπέρ του Πούτιν και κατά των δικαιωμάτων των ομοφυλόφιλων. Και όχι μόνον.
Όπως υπενθύμισε με ανάρτησή του ο κεντρώος πολιτικός Κάρλο Καλέντα, το 2016 ο Φοντάνα είχε στείλει μέσω βίντεο μήνυμα υποστήριξης στην Χρυσή Αυγή για το συνέδριό της. Μήνυμα στο οποίο χαρακτήριζε τα μέλη της εγκληματικής αυτής οργάνωσης «μαχητές» και δήλωνε βέβαιος ότι μαζί με την Λέγκα θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ανάκαμψη της Ευρώπης.
Μια βαθιά δεξιά στροφή, η οποία προκαλεί προβλήματα και στο εσωτερικό της συντηρητικής παράταξης. Η Φόρτσα Ιτάλια του Μπερλουσκόνι δεν ψήφισε τον Λα Ρούσα στην Γερουσία διότι υπάρχουν, παράλληλα, προβλήματα σε ό,τι αφορά την σύνθεση της κυβέρνησης. Ο Καβαλιέρε άφησε να διαρρεύσει ότι η Μελόνι δεν έκανε δεκτά τα ονόματα που πρότεινε ο ίδιος, για σειρά υπουργείων. Κάτι που σημαίνει ότι οι εντάσεις αυξάνονται, πριν ακόμη ο πρόεδρος Ματαρέλα δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στην Τζόρτζια Μελόνι. Η αδιαμφισβήτητη, σαφής εκλογική νίκη της δεξιάς μπορεί και να μην εγγυηθεί, δηλαδή, την αναγκαία απρόσκοπτη διακυβέρνηση της χώρας.
Και η αντιπολίτευση, πάντως, πρέπει να λύσει σειρά προβλημάτων: χθες, με φαινομενικά ανεξήγητο τρόπο, ένα μέρος των εκλεγμένων αντιπροσώπων της, συνέβαλε στην εκλογή του Λα Ρούσα στη Γερουσία, βοηθώντας την συμπολίτευση να αποφύγει μια βαθιά κρίση (λόγω της αρνητικής στάσης του Μπερλουσκόνι) πριν ακόμη αρχίσει να κυβερνά την χώρα.