Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Είναι η γνωστή τακτική της Γερμανίας. Αρχικά συγκαταβατική με χαμηλούς τόνους, παρακολουθώντας στενά την όποια κίνηση απόκλισης από τους κανόνες, είτε πρόκειται για δημοσιονομική είτε για νομισματική πολιτική, για «να ανοίξει όμως την τελευταία στιγμή τα χαρτιά της».
Η αντεπίθεση του Βερολίνου ήταν απλώς θέμα χρόνου. Ο διοικητής της Μπούντεσμπανκ, Χοακίμ Νάγκελ, το είπε ξεκάθαρα ότι η χώρα του είναι αντίθετη στο νέο εργαλείο που ετοιμάζει η ΕΚΤ για την ομαλοποίηση των αποδόσεων και των spread της ευρωπεριφέρειας, γιατί πλησιάζει στη λογική της ευνοϊκής χρηματοδότησης κυβερνήσεων. Πηγές είχαν άλλωστε αποκαλύψει ότι στην έκτακτη συνεδρίαση της 15ης Ιουνίου, που συγκάλεσε η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, από το ξενοδοχείο στο Λονδίνο όπου βρισκόταν, οι γερμανικές θέσεις ήταν σαφώς αντίθετες στη νέα στήριξη της ευρωπεριφέρειας.
Είναι φανερό ότι τα «γεράκια» επανατοποθετούνται μετά τους συγκαταβατικούς τόνους των τελευταίων μηνών, βάζοντας ξανά «κόκκινες γραμμές» και επαναπροσδιορίζοντας το πλαίσιο της ευελιξίας, μια λέξη που «αρέσει» στην πρόεδρο της ΕΚΤ. Παρότι η Μπούντεσμπανκ είθισται να υπεραμύνεται της γερμανικής παράδοσης ως θεματοφύλακας της σταθερότητας των τιμών, με τη νέα της παρέμβαση ξεκαθαρίζει δύο πράγματα: ότι το νέο εργαλείο θα πρέπει να συνοδεύεται από όρους -και όχι τόσο «light» όσο αναμένεται-, κάτι που ενδεχομένως να παραπέμπει στο πρόγραμμα OMT του Σεπτεμβρίου του 2012 με συμμετοχή του ESM, και ότι η Γερμανία χρειάζεται άμεσες και γρήγορες επιτοκιακές αυξήσεις για να τιθασεύσει τον πληθωρισμό, βλέποντας την οικονομία της να στέλνει σήματα κινδύνου, αλλά και τις εργατικές ενώσεις να ζητούν μισθολογικές αυξήσεις εδώ και τώρα.
Πόσο εύκολη θα είναι εφεξής η συμβίωση της Λαγκάρντ με τα «γεράκια» θα διαπιστωθεί, καθώς απομένουν τρεις μόλις εβδομάδες. Το θέμα είναι τι ανταλλάγματα θα ζητήσει το Βερολίνο για να «μαλακώσει» τις θέσεις του και τι αντοχές έχουν οι οικονομίες της Ευρωζώνης στις προκλήσεις που έρχονται.