Νέα κόντρα στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για την υπόθεση Βατοπεδίου, αυτή τη φορά με αφορμή την κατάθεση του νομικού συμβούλου Διαχείρισης της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου (ΚΕΔ), Σταύρου Ζερβουδάκη, ο οποίος, όπως αποκάλυψε σήμερα η εφημερίδα το «Εθνος», σε επιστολή του προς τον πρόεδρο της ΚΕΔ, έκανε λόγο για άνωθεν εντολές σχετικά με τις ανταλλαγές δημόσιας γης από τη Μονή Βατοπεδίου.
Ο μάρτυρας επρόκειτο να καταθέσει το πρωί, ωστόσο η κατάθεσή του αναβλήθηκε για μετά το μεσημέρι, γεγονός που προκάλεσε την έντονη αντίδραση του ΠΑΣΟΚ. Με αφορμή και τη δημοσιοποίηση της επιστολής του, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Μιχάλης Καρχιμάκης, κατήγγειλε επιχείρηση εξαφάνισης του μάρτυρα με απώτερο στόχο όπως είπε, να μεταφερθεί η κατάθεσή του το απόγευμα, ώστε να μη δοθεί μεγάλη δημοσιότητα στο περιεχόμενό της.
Η εφημερίδα «Εθνος» δημοσιεύει σήμερα επιστολή – βόμβα του νομικού συμβούλου Διαχείρισης της ΚΕΔ και υπεύθυνου για τις ανταλλαγές. Σύμφωνα με την εφημερίδα, από την επιστολή προκύπτουν σημαντικά στοιχεία και ευθύνες τόσο για τους επικεφαλής της ΚΕΔ, ενώ γίνεται λόγος περί άνωθεν εντολών για τις σκανδαλώδεις ανταλλαγές.
«Η ΚΕΔ ολόκληρη εντολές εκτελούσε, όπως ακριβώς εντολές εκτελούσα κι εγώ στην ΚΕΔ», τονίζει με έμφαση ο νομικός σύμβουλος της ΚΕΔ, που υπέγραψε τα περισσότερα συμβόλαια της παραχώρησης των ακινήτων-φιλέτων του δημοσίου. Οπως αποκαλύπτει, παρουσιαζόταν ότι οι ανταλλαγές γίνονταν για φιλάνθρωπο σκοπό και μάλιστα επ’ ωφελεία του δημοσίου. Παράλληλα, ο κ. Ζερβουδάκης επιρρίπτει άμεσα ευθύνες στον πρόεδρο και στον διευθύνονταν σύμβουλο της ΚΕΔ και υποστηρίζει πως δεν γίνονταν δεκτές οι νομικές θέσεις και απόψεις που διατύπωνε -και εγγράφως- ο ίδιος.
Όπως γράφει η εφημερίδα, «η επιστολή που στάλθηκε από τον νομικό σύμβουλο, Σταύρο Ζερβουδάκη, μόλις στις 20 Οκτωβρίου 2008 στον πρόεδρο της ΚΕΔ, Πέτρο Παπαγεωργίου, με κοινοποίηση στον διευθύνοντα σύμβουλο, Κώστα Γκράτζιο, και τα μέλη του ΔΣ, δείχνει ότι οι υπεύθυνοι της ΚΕΔ και γνώριζαν και είχαν προειδοποιηθεί εγγράφως υπηρεσιακά για τις σκανδαλώδεις παραχωρήσεις των ακινήτων του δημοσίου, αλλά συνέχιζαν να τις εκτελούν, ενώ επιρρίπτονται ευθύνες για τις προβληματικές ανταλλαγές τόσο στον υπουργό και υφυπουργό Οικονομικών όσο και στον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης».
Με διαφορετικά δεδομένα οι Νομικοί Σύμβουλοι του Κράτους
Εν τω μεταξύ, από τις καταθέσεις των Νομικών Συμβούλων του Κράτους, Π. Κιούση και Κ. Καποτά, προκύπτει ότι τα μέλη του Β’ Τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους επεξεργάστηκαν με διαφορετικά δεδομένα την πρόταση της Μονής Βατοπεδίου για αμοιβαία παραίτηση Δημοσίου και Μονής, από την έκδοση δικαστικής απόφασης σχετικά με τις παραλίμνιες εκτάσεις της λίμνης Βιστωνίδας.
Αμφότεροι οι σύμβουλοι κατέθεσαν στην Εξεταστική πως το Τμήμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους δεν είχε υπόψη του το αποτέλεσμα της Διάσκεψης του Πρωτοδικείου Ροδόπης που δικαίωνε το Δημόσιο. Στο ζήτημα, ωστόσο, εάν γνωρίζαν την αποδοχή εκ μέρους του Π. Δούκα, της τέταρτης (επί σειρά) γνωμοδότησης του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων του υπουργείου Οικονομικών, που δικαίωνε τη Μονή, έδωσαν αντίθετες καταθέσεις.
Ο εισηγητής της πλειοψηφίας, Κ. Καποτάς, επικαλέστηκε τις γνωμοδοτήσεις του Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων και τις υπουργικές αποφάσεις του 2003 και 2004. ¶λλο τόσο - σημείωσε - ο εκπρόσωπος του Δημοσίου στη δίκη το Νοέμβριο του 2003, Δ. Χειμώνας, περιελάμβανε ανάμεσα στις προτάσεις του και αίτημα αναβολής της συζήτησης, έως ότου εκδοθεί από το Γνωμοδοτικό του υπουργείου Οικονομικών, «νέα απόφαση γνωμοδότησης, η οποία θα κρίνει αμετάκλητα την ύπαρξη ή μη, δικαιωμάτων κυριότητας της αντιδίκου επί της επιδίκου εκτάσεως».
Σύμφωνα με τον κ. Καποτά, με δεδομένο ότι η απόφαση του Γνωμοδοτικού ήταν αρνητική για το Δημόσιο και επικυρώθηκε στη συνέχεια από τον Π. Δούκα, ήταν εξαιρετικά πιθανόν, το δικαστήριο στην απόφασή του να εκλάμβανε την νέα υπουργική απόφαση ως ομολογία. Αντίθετα, σημείωσε, με την παραίτηση από την έκδοση απόφασης, το Δημόσιο θα μπορούσε είτε να διαπραγματευτεί με τη Μονή, γλιτώνοντας κάποιες από τις διεκδικούμενες εκτάσεις, είτε και να προετοιμαστεί κατάλληλα, ώστε να επαναφέρει την συζήτηση στο ακροατήριο οποτεδήποτε ή και να ασκήσει νέα αγωγή.
«Δεδομένα άλλα, δεν είχαμε. Με την γνωμοδότησή μας αυτή, λοιπόν, θεωρήσαμε ότι παρείχετο η δυνατότητα στο Δημόσιο να απεγκλωβιστεί, να αποδεσμευτεί από τις προηγηθείσες τέσσερις γνωμοδοτήσεις του», πρόσθεσε.
Ο μειοψηφίσας νομικός σύμβουλος, Παναγιώτης Κιούσης, διευκρίνισε πως διαφώνησε με την πρόταση της πλειοψηφίας, όχι επί της ουσίας, αλλά σε επίπεδο δικονομίας, σημειώνοντας πως «πλείστοι έγκυροι συγγραφείς, έχουν ταχθεί υπέρ της απόψεως ότι μετά τη συζήτηση στο ακροατήριο, τελειώνει το θέμα και θα πρέπει να εκδίδεται απόφαση».
Ο ίδιος ανέφερε πως γνώριζε μονάχα τη συνεδρίαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης τον Νοέμβριο του 2003 και πως δεν είχε άλλα δεδομένα, δεν είχε δηλ. γνώση ότι ο Π. Δούκας είχε προσυπογράψει το τέταρτο πόρισμα του Γνωμοδοτικού του υπουργείου του.
«Εγώ δεν εγνώριζα για την υπουργική απόφαση, ή τουλάχιστον δεν υπέπεσε στην αντίληψή μου. Δεν νομίζω ότι γνώριζαν οι συνάδελφοί μου. Εγώ δεν μπήκα στην ουσία. Τώρα, αν οι συνάδελφοί μου μπήκαν, εγώ δεν το γνώριζα», δήλωσε ο μάρτυς.
Από κει και πέρα, θεωρουμένης συνολικά της υπόθεσης, ο κ. Κιούσης εκτίμησε πως το Δημόσιο δεν μπορεί να περίμενε κάτι κακό από την έκβαση της δίκης. «Στη χειρότερη περίπτωση θα εγένετο δεκτή η αγωγή της Μονής», εκτίμησε.
Σε ερώτηση του Γρ. Νιώτη (ΠΑΣΟΚ), «αν υπήρχε ένα στα χίλια πιθανότητα να είχε συμφέρον το ελληνικό κράτος με την κατάργηση της δίκης», ο μάρτυς απάντησε αρνητικά. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, όπως διευκρίνισε, η κρίση του «έρχεται εκ των υστέρων - απ’ όσα διάβασα για την ουσία της υπόθεσης στις εφημερίδες».
Στο ίδιο πλαίσιο, ο κ. Κιούσης χαρακτήρισε «παράνομες» τις ανταλλαγές, εφ’ όσον οι τίτλοι της Μονής ήταν «ακυρώσιμοι».
Από την πλευρά του, ο μάρτυρας Αγγελος Αποστολίδης (που είχε μιλήσει σε τηλεοπτικό κανάλι για τις επισκέψεις του μοναχού Αρσενίου σε υπουργικά γραφεία) επανέλαβε στην κατάθεσή του ότι είχε αναλάβει να μεταφέρει το μοναχό της Μονής Βατοπεδίου, στο υπουργείο Πολιτισμού, στο Μέγαρο Μαξίμου, στο δικηγορικό γραφείο του κ. Πελέκη, στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, στην Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου, στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, στο υπουργείο Απασχόλησης και μία φορά στο σπίτι του Θοδωρή Ρουσόπουλου στο Ψυχικό, όπου αργότερα κατέφθασε και ο Εφραίμ.
«Αφότου έβγαινε από τα υπουργεία, επικοινωνούσε πάντα με τον γέροντα Εφραίμ και τον αποκαλούσε "γέροντά μου" λέγοντας πως "τα πράγματα πάνε καλά"», δήλωσε ο κ. Αποστολίδης, χωρίς να θυμάται να έχει ειπωθεί κάτι περισσότερο ενώπιόν του.
Τέλος, ο κ. Αποστολίδης κατήγγειλε πως δέχθηκε απειλές κατά της ζωής του, ευθύς αμέσως μετά την συνέντευξη που έδωσε σε τηλεοπτικό σταθμό, γεγονός που τον οδήγησε να ζητήσει πολιτική κάλυψη από τον Αλ. Αλαβάνο. «Αισθάνομαι - είπε - όλη την αντιπολίτευση σύσσωμη να μην έχει κάποιο ενδιαφέρον και σαν απλός πολίτης στεναχωριέμαι. Πιστεύω ότι αν σβήσουν τα φώτα της επικαιρότητος, θα έχουμε και άλλες συνέπειες και απλώς φοβάμαι».
Στην Επιτροπή κατέθεσε σήμερα και ο πρώην γ.γ. του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, Θωμάς Αληφακιώτης, ο οποίος σύμφωνα με τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, είπε ότι ο τότε προϊστάμενός του, υπουργός Σάββας Τσιτουρίδης, ήταν αντίθετος με τις ανταλλαγές.
Αντώναρος: Δεν ασχολούμαι με ανακρίβειες
«Δεν πρόκειται να ασχοληθώ με τέτοιες απαράδεκτες ανακρίβειες που κανείς δεν ξέρει άλλωστε τι εξυπηρετούν». Την απάντηση αυτή έδωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Ευ.Αντώναρος κληθείς να σχολιάσει την κατάθεση της μάρτυρος, Σταματίας Σωτηροπούλου, στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής, περί εμπλοκής του Μαξίμου στην υπόθεση της Μονής Βατοπεδίου, παραπέμποντας στη σχετική δήλωση - διάψευση του νομάρχη Θεσσαλονίκης Παναγιώτη Ψωμιάδη.
Ο κ. Αντώναρος αρνήθηκε εξάλλου, να σχολιάσει τη διαδικασία που ακολουθείται στην Εξεταστική Επιτροπή, επισημαίνοντας ότι δεν υπάρχουν μέθοδοι απαξίωσης μαρτύρων.