Του Ευάγγελου Μ. Σφακιανάκη*
Πρωταγωνιστικό ρόλο στην παγκόσμια ειδησεογραφία και ιδιαίτερα στις οικονομικές στήλες, καταλαμβάνει το πρόβλημα του πληθωρισμού και οι πιθανές στρατηγικές για την έγκαιρη αντιμετώπιση του. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Ch. Lagarde) ανακοίνωσε πλέον ανοιχτά την πρόθεση της για την πραγματοποίηση των πρώτων αυξήσεων στα επιτόκια εντός του ερχόμενου τριμήνου. Σε αντιδιαστολή, η Αμερικάνικη Κεντρική Τράπεζα (Fed) όχι μόνο έχει ήδη πραγματοποιήσει τη δεύτερη σε σειρά αύξηση επιτοκίων για το 2022 εντός δύο διαδοχικών συνεδριάσεων της, αλλά παράλληλα έχει προχωρήσει και σε αύξηση του ρυθμού από 25 μονάδες βάσεις (μ.β.) σε 50 μ.β. και διατήρησης του σε αυτά τα επίπεδα για τις δύο επόμενες διαδοχικές αυξήσεις που σκοπεύει να πραγματοποιήσει στις συνεδριάσεις που θα ακολουθήσουν το καλοκαίρι.
Ο Ευάγγελος Μ. Σφακιανάκης
Το «πράσινο φως» για την άσκηση συσταλτικών νομισματικών πολιτικών έχουν λάβει και οι δύο Κεντρικές Τράπεζες μετά τα πρόσφατα δεδομένα στην αγορά εργασίας. Συγκεκριμένα, τα ποσοστά ανεργίας σε Ευρώπη και Αμερική είτε ήδη βρίσκονται είτε προσεγγίζουν τα ιστορικά χαμηλά τους, με την Αμερική να βρίσκεται συγκριτικά σε πλεονεκτικότερη θέση (3,6% ανεργία στην Αμερική, 6,8% ανεργία στην Ευρώπη). Το γεγονός αυτό ναι μεν λύνει τα χέρια των Κεντρικών Τραπεζών, αλλά παράλληλα δημιουργεί προβλήματα. Ειδικότερα, τα τόσο χαμηλά επίπεδα ανεργίας στις δύο οικονομίες, συνδυαστικά με το πλεόνασμα μετρητών που δημιουργήθηκε στα νοικοκυριά το 2021 και γενικότερα κατά την περίοδο της πανδημίας, διατηρεί τα επίπεδα κατανάλωσης υψηλά. Παρότι καταναλωτές σε Αμερική και Ευρώπη δηλώνουν έντονη απαισιοδοξία για το μέλλον (με βάση πρόσφατες μετρήσεις), συνεχίζουν να ξοδεύουν διατηρώντας την κατανάλωση υψηλά. Το γεγονός αυτό από μόνο του θέτει εμπόδια στην προσπάθεια αποκλιμάκωσης των πληθωριστικών πιέσεων και συμβάλει στη διατήρηση των υψηλών μετρήσεων. Στον αντίποδα, κάποιος στην προσπάθεια του να ερμηνεύσει και παράλληλα να προσεγγίσει χρονικά την εκτόνωση ενός μέρους του πληθωριστικού προβλήματος, θα πρέπει να λάβει υπόψη του δύο σημαντικά στοιχεία. Πρώτον, η ασυνήθης εκτόξευση της ζήτησης που παρατηρήθηκε σε αρκετά αγαθά και υπηρεσίες την τρέχουσα χρονιά, έχει αρχίσει σιγά σιγά να ομαλοποιείται / σταθεροποιείται παρά το γεγονός ότι η κατανάλωση παραμένει για την ώρα σε υψηλά επίπεδα. Αυτό το φαινόμενο αναμένεται να επεκταθεί σε ολοένα και περισσότερα αγαθά. Με άλλα λόγια, από τη στιγμή που η «φουσκωμένη» ζήτηση σιγά σιγά αποδυναμώνεται, οι «φουσκωμένες» μετρήσεις αναμένεται να αποδυναμωθούν επίσης. Δεύτερον, προσοχή θα πρέπει να δοθεί στο γεγονός ότι οι πληθωριστικές μετρήσεις εμπεριέχουν το φαινόμενο της βάσης. Σύμφωνα με το φαινόμενο βάσης ο ρυθμός αύξησης του πληθωρισμού μετράται σε όρους μεταβολής από τη βάση ή πιο απλά σε όρους ετήσιας μεταβολής. Δηλαδή, η ετήσια μεταβολή του πληθωρισμού δεν μας πληροφορεί μόνο για τις τιμές σήμερα, αλλά και για τις αντίστοιχες περσινές. Ουσιαστικά αποτελεί μια αναπαράσταση των τιμών σήμερα σε αντιδιαστολή με τις αντίστοιχες τιμές την περασμένη χρονιά. Οι πρόσφατες μετρήσεις Απριλίου, συνέκριναν τις τιμές μιας οικονομίας σε καθεστώς κανονικότητας (δεν υπάρχουν περιορισμοί στην λειτουργία των επιχειρήσεων) για το 2022 με μια οικονομία σε καθεστώς lock-down για το 2021. Σαφώς και αν συγκριθεί μια οικονομία υπό καθεστώς κανονικότητας με μια αντίστοιχη σε lock-down, θα υπάρξουν έντονες διακυμάνσεις στις τιμές. Από το καλοκαίρι του 2021 και έπειτα, η κατάσταση με την πανδημία είχε αρχίσει να εξομαλύνεται τουλάχιστον όσον αφορά Αμερική και Ευρώπη, με την πλειονότητα των περιοχών να άρουν τα lock-downs. Συνεπώς, κατά το δεύτερο μισό του έτους ο πληθωριστικός δείκτης που θα ανακοινώνεται θα είναι πιο αντιπροσωπευτικός, καθώς θα προκύπτει από τη σύγκριση δύο οικονομιών που δεν παρουσιάζουν τόσο έντονες θεμελιώδεις διαφορές μεταξύ τους. Συμπεραίνοντας, η ετήσια μεταβολή των τιμών θα είναι λιγότερο δραματική (τουλάχιστον αναφορικά με τη βάση) γεγονός το οποίο αναμένεται να αποδυναμώσει τον δείκτη και τις πληθωριστικές μετρήσεις (σε όρους ετήσιας μεταβολής).
Με την Αμερική να έχει επιστρέψει συγκριτικά πιο γρήγορα σε καθεστώς κανονικότητας, η Ευρώπη δεν έχει δει αποδεδειγμένα ακόμα την κορυφή των πληθωριστικών της μετρήσεων, τη στιγμή που η πρώτη κατά πάσα πιθανότητα την είδε τον Μάρτιο (8,5%). Το γεγονός αυτό αθροιστικά με τις συσταλτικές νομισματικές πολιτικές που ασκεί ήδη η Αμερική εν αντιθέσει με την Ευρώπη, σαφώς της παρέχουν ένα προβάδισμα στο άμεσο μέλλον με το δολάριο να διατηρείται σε υψηλά επίπεδα έναντι του ευρώ, δεδομένου ότι οι Κεντρικές Τράπεζες δεν μεταβάλουν σημαντικά τη στάση τους.
* Ο κ. Ευάγγελος Μ. Σφακιανάκης είναι υποψήφιος διδάκτορας Χρηματοοικονομικών στο Τμήμα Οργάνωσης & Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πειραιώς και Portfolio Manager σε εταιρείες Asset Management.