Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
«Προχωράμε στον Ουκρανικό πόλεμο σαν υπνοβάτες», λέει ο Ανρί Γκενό, σύμβουλος του πρώην προέδρου της Γαλλίας, Νικολά Σαρκοζί σε συνέντευξή του στη Le Figaro. Επισημαίνει μάλιστα τις αναλογίες μεταξύ της διεθνούς κατάστασης που έχει πυροδοτήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και εκείνης που διαμορφώθηκε στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο. «Η σκλήρυνση των θέσεων των δύο εμπολέμων πλευρών, αλλά και ο πολεμικός πλέον τόνος στον λόγο της Ουάσιγκτον, δεν αφήνει περιθώρια για διπλωματική πρωτοβουλία και αποκλιμάκωση», εκτιμά ο Γάλλος πολιτικός επιστήμονας και αναλυτής. Η απαισιόδοξη εικόνα που περιγράφει ο Ανρί Γκενό στηρίζεται στο εξαιρετικό βιβλίο του Αυστραλού ιστορικού Κρίστοφερ Κλάρκ για τα αίτια του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου: «Οι υπνοβάτες: Πώς η Ευρώπη πορεύθηκε στον πόλεμο το 1914».
«Η έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου δεν είναι ένα μυθιστόρημα της Αγκάθα Κρίστι», γράφει ο Κλαρκ «Δεν υπάρχει όπλο για τη δολοφονία σε αυτή την ιστορία, ή μάλλον υπάρχει ένα για κάθε κύριο χαρακτήρα. Υπό αυτό το πρίσμα, το ξέσπασμα του πολέμου δεν ήταν έγκλημα, αλλά τραγωδία. Το 1914, ουδείς Ευρωπαίος ηγέτης ήθελε έναν παγκόσμιο πόλεμο που θα σκότωνε 20 εκατομμύρια ανθρώπους, αλλά μαζί τον ξεκίνησαν. Και την εποχή της Συνθήκης των Βερσαλλιών κανείς δεν ήθελε έναν άλλο παγκόσμιο πόλεμο που θα προκαλούσε τον θάνατο 60 εκατομμυρίων. Αλλά όλοι μαζί εξακολουθούσαν να οπλίζουν την κολασμένη μηχανή που επρόκειτο να τον προκαλέσει. Ήδη στις 7 Σεπτεμβρίου 1914, μετά από έναν μόνο μήνα πολέμου, ο αρχηγός του Γερμανικού Γενικού Επιτελείου που είχε πιέσει τόσο πολύ να επιτεθεί η Γερμανία, έγραφε: «Έχω την εντύπωση ότι είμαι υπεύθυνος για όλες αυτές τις φρικαλεότητες και όμως δεν μπορούσα να ενεργήσω διαφορετικά»!
Έναν αιώνα μετά, η Ευρώπη βιώνει έναν άλλο πόλεμο που προκάλεσε αναμφίβολα η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Όσο και αν οι αιτίες που ώθησαν τον Πούτιν να εισβάλει μπορούν να γίνουν αντικείμενο πολλών συζητήσεων, το τελικό συμπέρασμα είναι πως δεν μπορούν να γίνουν δεκτές σήμερα αλλαγές συνόρων, δια της βίας και του πολέμου.
Το ερώτημα είναι όμως σήμερα, 102 ημέρες μετά την έναρξη του πολέμου, τι πρέπει να γίνει για να σταματήσει. Ο πόλεμος τελειώνει με δύο τρόπους: Είτε με έναν νικητή, είτε με διαπραγματεύσεις. Νικητής όμως - μεταξύ των άμεσα εμπολέμων τουλάχιστον - δεν φαίνεται να υπάρχει. Όσο και αν ο Πούτιν έχει καταλάβει το 20% των εδαφών της Ουκρανίας, αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί νίκη, καθώς ο πόλεμος φθοράς θα συνεχίζεται. Και το παράδειγμα του Αφγανιστάν θα έπρεπε να είχε γίνει μάθημα στο Κρεμλίνο.
Αλλά και η Ουκρανία, όσο και αν εξοπλίζεται από τη Δύση, δεν μπορεί να νικήσει τις υπέρτερες ρωσικές δυνάμεις. Άρα τι μένει; Οι διαπραγματεύσεις για το τέλος του πολέμου. Μόνο που τη λύση αυτή δεν φαίνεται να κερδίζει έδαφος. Οι μεγάλες δυνάμεις που θα μπορούσαν να επιδιώξουν αυτή τη λύση, είτε δεν τη θέλουν, είτε δεν φαίνονται ικανές να την επιβάλουν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν καταστήσει σαφές πως θέλουν να αποδυναμώσουν τη Ρωσία, ώστε να παραδοθεί άνευ όρων και να μην τολμήσει μια τέτοια επέμβαση σε άλλη γειτονική της χώρα. Η Αμερική κατάφερε να συσπειρώσει τη Δύση και να διευρύνει το ΝΑΤΟ σε αντι-ρωσική κατεύθυνση και θα μπορεί να στραφεί προς την Κίνα με τους συμμάχους της στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες ψελλίζουν κάτι για την ανάγκη διαπραγματεύσεων, αλλά συνολικά η ΕΕ βαδίζει χωρίς πυξίδα. Όσο και αν η Ευρώπη είναι οικονομικά η πιο ευάλωτη σε αυτή τη σύγκρουση. Και το ερώτημα είναι: Έχει η ΕΕ τα ίδια οικονομικά συμφέροντα με τις Ηνωμένες Πολιτείες; Μήπως επίσης, μια ταπεινωμένη Ρωσία, όπως η Γερμανία στις Βερσαλλίες, θα γινόταν τελικά μια τεράστια Βόρεια Κορέα, το πιο επικίνδυνο κράτος στον κόσμο; Ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν ίσως είναι ο μόνος Ευρωπαίος ηγέτης που αντιτάσσεται σθεναρά στη λογική της «ταπείνωσης» της Ρωσίας. Ως πραγματικός Ευρωπαίος δεν ξεχνά ότι η ταπείνωση της Γερμανίας μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο την κατέστησε αμέσως μετά ως την πιο βίαιη και κτηνώδη χώρα στον κόσμο…