Ποινικές διώξεις για εγκλήματα πολέμου ζητεί η γενική εισαγγελέας της Ουκρανίας Ιρίνα Βενεντίκτοβα. Όπως λέει στην DW, οι σχετικές προετοιμασίες έχουν ήδη αρχίσει.
Η φρίκη του πολέμου δεν περιορίζεται στις συγκρούσεις των εμπολέμων στο πεδίο της μάχης. Κάθε τόσο βλέπουν το φως της δημοσιότητας καταγγελίες για εγκλήματα πολέμου ή εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας με θύματα αμάχους, που δεν μπορούν καν να κρατήσουν όπλο για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους: εν ψυχρώ δολοφονίες, βιασμοί, βασανισμοί, επιθέσεις σε σχολεία και νοσοκομεία. Όλα δείχνουν ότι αυτό συμβαίνει και στην Ουκρανία. Εισαγγελείς από όλον τον κόσμο έχουν αρχίσει τις έρευνες για τη μελλοντική δίωξη των υπευθύνων με βάση σχετικές διατάξεις του διεθνούς δικαίου. Μιλώντας στην Deutsche Welle η γενική εισαγγελέας της Ουκρανίας, Ιρίνα Βενεντίκτοβα, ξεκαθαρίζει ότι θεωρεί αποκλειστικά υπεύθυνη τη Ρωσική Ομοσπονδία για τα εγκλήματα πολέμου.
Η ίδια κάνει λόγο για «περισσότερα από 15.000 εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία» μέχρι σήμερα. Πόσο εύκολο είναι όμως να λογοδοτήσουν οι υπεύθυνοι, όταν δεν έχει τελειώσει ακόμη ο πόλεμος και η προέλαση των ρωσικών στρατευμάτων; «Είναι πολύ δύσκολο να ερευνήσει κανείς και να καταδικάσει τους υπεύθυνους, από τη στιγμή που συνεχίζεται ο επιθετικός πόλεμος στην Ουκρανία, από τη στιγμή που δεν έχουμε πρόσβαση σε περιοχές που βρίσκονται υπό προσωρινή κατοχή», λέει η Ιρίνα Βενεντίκτοβα. «Ελπίζω όμως ότι με τους συναδέλφους μου από τον υπόλοιπο κόσμο, θα μπορέσουμε να θέσουμε ένα πλαίσιο δικαιοσύνης. Γιατί αυτό είναι που χρειάζεται ο κόσμος σήμερα: δικαιοσύνη και λογοδοσία».
Η αρχή της «οικουμενικής δικαιοδοσίας»
Για τη νομική τεκμηρίωση των καταγγελιών η Βενεντίκτοβα συνεργάζεται με τον γενικό εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ) στη Χάγη, αλλά και με ομολόγους της από την Εσθονία, τη Λετονία, την Πολωνία και τη Σλοβακία. Στόχος της είναι να εκδικαστούν τα εγκλήματα πολέμου όχι μόνο στη Χάγη, αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες με βάση την αρχή της «οικουμενικής δικαιοδοσίας» στο δημόσιο διεθνές δίκαιο. Με βάση αυτή την αρχή, εγκλήματα πολέμου μπορούν να δικαστούν στη Γερμανία, για παράδειγμα, ακόμη και αν δεν έχουν διαπραχθεί εκεί, ακόμη και αν οι δράστες δεν έχουν γερμανική υπηκοότητα. Αυτό συνέβη πρόσφατα με πρώην συνεργάτες του καθεστώτος Άσαντ, οι οποίοι καταδικάστηκαν στο Εφετείο του Κόμπλεντς για εγκλήματα πολέμου που είχαν διαπράξει στη Συρία, στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου.
Σε μία προσπάθεια να αποφύγουν επικαλύψεις αρμοδιοτήτων και άσκοπες καθυστερήσεις (για παράδειγμα πολλαπλές ανακρίσεις σε διαφορετικές χώρες για την ίδια υπόθεση), οι εισαγγελείς που ερευνούν τα εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία επιχειρούν να συντονίσουν τη δράση τους και ιδιαίτερα τη συλλογή αποδεικτικού υλικού μέσω της Eurojust, του ευρωπαϊκού οργανισμού για τη συνεργασία στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο ζήτημα, καθώς το ποινικό δίκαιο αγγίζει τον πυρήνα της εθνικής κυριαρχίας. Ωστόσο, επισημαίνει ο επικεφαλής εισαγγελέας του ΔΠΔ, Καρίμ Καν, αυτή είναι η ενδεδειγμένη προσέγγιση. «Αυτό ακριβώς είναι που χρειαζόμαστε, όταν ερευνούμε εγκλήματα με διεθνή διάσταση, χρειαζόμαστε διεθνείς συνεργασίες», λέει ο βρετανός εισαγγελέας. «Η συνεργασία δεν αναιρεί την εθνική ανεξαρτησία, ούτε την αμφισβητεί. Συνεργασία δεν σημαίνει ανταγωνισμός».
To έγκλημα του «επιθετικού πολέμου»
Όλοι συμφωνούν ότι η έρευνα για τη νομική τεκμηρίωση των κατηγοριών είναι επίπονη και χρονοβόρα. Πάντως η Λότε Λάιχτ, δικηγόρος με ειδίκευση στα ανθρώπινα δικαιώματα και επικεφαλής του γραφείου της Human Right Watch στις Βρυξέλλες, υποστηρίζει ότι υπάρχει και άλλος, πιο σύντομος δρόμος, προκειμένου να αποδοθεί δικαιοσύνη: να αναζητηθούν ποινικές ευθύνες για το έγκλημα του «επιθετικού πολέμου» εναντίον μίας ανεξάρτητης χώρας. «Πρόκειται για ένα έγκλημα, στο οποίο άτομα σε ηγετικές θέσεις αποφασίζουν να εξαπολύσουν πόλεμο εναντίον άλλης χώρας και στην προκείμενη περίπτωση νομίζω ότι δεν υπάρχει αμφιβολία για το ποιος έλαβε την απόφαση αυτή» εξηγεί η γερμανίδα δικηγόρος. «Ο Πούτιν ξεκίνησε έναν προδήλως παράνομο πόλεμο εναντίον της Ουκρανίας. Τα μέλη του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας ενέκριναν αυτόν τον πόλεμο, κάποιοι άλλοι τον χρηματοδοτούν και οι στρατηγοί τον υλοποιούν. Δεν χρειάζονται περαιτέρω αποδείξεις…»
Η Λότε Λάιχτ υποστηρίζει ότι ο πιο εύκολος τρόπος για να συμβεί αυτό είναι να συσταθεί ένα ad hoc δικαστήριο, όπως συνέβη με τη «Δίκη της Νυρεμβέργης» μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ηγετικά στελέχη του ναζιστικού καθεστώτος είχαν καταδικαστεί σε θάνατο ή πολυετείς ποινές κάθειρξης για τη διεξαγωγή «επιθετικού πολέμου». Η κυβέρνηση της Ιρλανδίας, που ασκεί την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου της Ευρώπης μέχρι τον Νοέμβριο του 2022, έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα διερευνήσει αυτή τη δυνατότητα.