Της Χριστίνας Χρυσανθοπούλου
[email protected]
Το Squid Game, αφού έσπασε ταμεία, συνεχίζεται με δεύτερη σεζόν και τώρα, ο σκηνοθέτης για τον οποίο ο Spielberg δήλωσε πως θέλει να κλέψει το μυαλό του, ανακοίνωσε πως ετοιμάζει ένα νέο, ακόμη πιο βίαιο project υπό τον τίτλο Killing Old People Club.
Διαβάζοντας τη σχετική είδηση, αναρωτήθηκα.
Σε έναν κόσμο που η αληθινή, ωμή βία περισσεύει, γιατί να την παρακολουθήσεις και στη μικρή ή τη μεγάλη οθόνη σου;
Σε μια πραγματικότητα όπου οι δολοφονίες συμβαίνουν με σκάγια πραγματικά και αποτελέσματα μη αναστρέψιμα, γιατί να εκτεθείς σε ένα κινηματογραφικό έργο με αιματοχυσίες, serial killers και ψυχασθενείς με ή χωρίς πριόνι;
Τι είναι αυτό που μας κάνει να διαλέγουμε από το ράφι του Netflix ταινίες που προκαλούν φρίκη όταν η γνήσια φρίκη με σάρκα και οστά υπάρχει σε κάθε βήμα;
Ποιο ένστικτο είναι που οδηγεί σε αυτό που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μακάβρια ηδονοβλεψία;
Αν η ροπή του ανθρώπου είναι προς την απόλαυση, κατά την επικούρεια άποψη, γιατί επιλέγει να φιλοξενήσει μέσα στο ίδιο του το σαλόνι το κατεξοχήν δυσάρεστο συναίσθημα που προκαλεί ο θάνατος;
Οι επιστήμονες έχουν ανιχνεύσει κατά καιρούς τα ψυχολογικά αίτια πίσω από την τάση αυτή που διέπει όλους, περισσότερο ή λιγότερο, αποδίδοντάς την στα παρακάτω.
-Στο κυνήγι της αδρεναλίνης. Η έκθεση σε εικόνες όπως εκείνες που πέφτουν βροχή στο Squid Game ανεβάζει τα επίπεδα της ορμόνης οδηγώντας σε μια κατάσταση που ο οργανισμός βιώνει ως έκρηξη ενέργειας.
-Στην επιδίωξη της συναρπαστικής επαφής με μια εμπειρία που υπό φυσιολογικές συνθήκες είναι απολύτως αβίωτη. Στην ψευδαίσθηση με λίγα λόγια της περιπέτειας.
-Στην ικανοποίηση της περιέργειας που ξεκινά από την ανάγκη να κρυφοκοιτάξουμε εκ του ασφαλούς στη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης. Να παρατηρήσουμε δηλαδή τα όρια του ανθρώπινου νου και τα επίπεδα νοσηρότητας που μπορεί να εκδηλώσει.
Άλλοι μελετητές κάνουν λόγο για την μαζοχιστική τάση που συγκαλύπτει τον φόβο του θανάτου. Είναι η ίδια αιτία που μας αναγκάζει να κοιτάμε λοξά πίσω από μισάνοιχτα δάχτυλα προσπερνώντας ένα τροχαίο.
Ανάλογοι λόγοι είναι και εκείνοι που μας κάνουν να παρακολουθούμε με ζέση αυτό που δεξιοτεχνικά οργανώνουν τα τηλεοπτικά δελτία. Την επεξεργασία συμβάντων της επικαιρότητας με σκηνοθετικά τερτίπια που μετατρέψουν πραγματικά γεγονότα σε «τηλεοπτικές σειρές» υψηλής θέασης.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία, η δολοφονία της μικρής Τζωρτζίνας είναι τα πιο πρόσφατα παραδείγματα.
Χωρίς να είναι κάτι νέο, είναι πάντα ενοχλητικά εξόφθαλμο. Τα τηλεοπτικά κανάλια ποντάρουν στην ασίγαστη επιθυμία μας να σκαλίζουμε κάτω από τη φρικαλεότητα και μας βοηθούν να βάλουμε ακόμη πιο βαθιά το μαχαίρι στην πληγή που μας προκαλεί η θέασή τους.
Πώς; Μεταφέροντας επί της οθόνης αποτρόπαια, μακάβρια τεκμήρια ενός πολέμου που τον ξέρουμε ήδη, για λόγους που ξεφεύγουν από τον στόχο της ενημέρωσης.
Προσθέτοντας καθημερινά λεπτομέρειες -πραγματικές και, αν όχι κατασκευασμένες, σίγουρα τραβηγμένες από τα μαλλιά- για το φονικό της Πάτρας που σε τίποτα δεν συνάδουν με την έννοια της πληροφόρησης.
Και η αλήθεια παραμένει. Τα μέσα καταλήγουν να καπηλεύονται την ανθρώπινη ανάγκη/επιθυμία/ενστικτώδη ροπή/εγγενή τάση για λόγους τηλεθέασης ή αναγνωσιμότητας. Και από το τρίπτυχο Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης κρατάνε μόνο το κεντρικό, αγνοώντας τα εκατέρωθεν.
Και ξεχνάμε πως ο ρόλος των ΜΜΕ είναι να διαφωτίζουν, όχι να τροφοδοτούν τις σκοτεινές μας τάσεις με περισσότερο έρεβος.