Οι περισσότερο ή λιγότερο βίαιες συγχωνεύσεις των υλικών (σκόνη, αέρια) που υπάρχουν στους δίσκους που ύλης που δημιουργούνται γύρω από νεογέννητα άστρα οδηγούν προοδευτικά στον σχηματισμό ολοένα και μεγαλύτερων διαστημικών αντικειμένων τα οποία αρχίζουν να συγκρούονται πλέον μεταξύ τους με τελικό αποτέλεσμα τη δημιουργία των πλανητών και των δορυφόρων τους.
Ομάδα επιστημόνων με επικεφαλής επιστήμονες του Πανεπιστημίου της Αριζόνα παρουσιάζει την επιθεώρηση «Astrophysical Journal» τα αποτελέσματα της έρευνας της η οποία ξεκίνησε το 2015. Η πιο ενδιαφέρουσα ανακάλυψη στο πλαίσιο αυτής της έρευνας ήταν ο εντοπισμός ενός νέφους από «μπάζα» σε ένα αστρικό δίσκο ύλης. Αυτό το νέφος αποτελούνταν στην ουσία από τα απομεινάρια συγκρούσεων διαστημικών αντικειμένων και οι ερευνητές το εντόπισαν καθώς περνούσε μπροστά από το άστρο μπλοκάροντας για λίγο το φως του.
Το νέφος έχει δημιουργηθεί στο ηλικίας 10 εκατ. ετών άστρο HD 166191 που βρίσκεται σε απόσταση 329 έτη φωτός από τη Γη. Παρατηρήσεις που είχαν γίνει με διαστημικά τηλεσκόπια στο παρελθόν και ειδικά με το διαστημικό τηλεσκόπιο Spitzer, που είναι πλέον εκτός λειτουργίας, είχαν υποδείξει την ύπαρξη τέτοιου είδους νεφών σε αστρικούς δίσκους ύλης αλλά είναι η πρώτη φορά που υπάρχει απευθείας παρατήρηση τους.
Γνωρίζοντας τα χαρακτηριστικά του άστρου (μέγεθος, επίπεδο φωτεινότητα κ.α.) οι ερευνητές μπόρεσαν να υπολογίσουν το μέγεθος του νέφους αλλά και το μέγεθος των αντικειμένων που συγκρούστηκαν προκαλώντας τη δημιουργία του νέφους. Υπολόγισαν επίσης την ταχύτητα με την οποία κινείται και διασκορπίζεται το νέφος.
«Δεν υπάρχει κάτι που να αντικαθιστά την εμπειρία του αυτόπτη μάρτυρα ενός φαινομένου. Όλες οι προηγούμενες αναφορές για τέτοιου είδους νέφη δεν είχε βρεθεί τρόπος να πιστοποιηθούν και έτσι υπήρχαν μόνο θεωρητικά μοντέλα για το πώς εξελίσσονται οι συγκρούσεις που προκαλούν αυτά τα νέφη και πώς αυτά μοιάζουν» αναφέρει ο Τζορτζ Ριέκε, εκ των επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας η οποία πραγματοποίησε περισσότερες από 100 παρατηρήσεις στο άστρο από το 2015 ως το 2019 και χρειάστηκε άλλα τρία μελετών για να καταλήξει στα τελικά της συμπεράσματα.