Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία κλείνει τις τρεις εβδομάδες, οι ρωσικές δυνάμεις μπορεί να μην έχουν σημειώσει την ακαριαία επικράτηση που ίσως περίμεναν, η πρόοδος όμως που έχουν κάνει σε κάποιες περιοχές και κυρίως ο τρόπος που τις αντιμετωπίζει η Ρωσία ενδέχεται να «μαρτυράει» τις επιδιώξεις της Μόσχας.
Κατά τις πρώτες ημέρες του πολέμου, η Ρωσία κατέλαβε την περιοχή της Χερσώνας στη νότια Ουκρανία. Ο ρωσικός στρατός δεν συνάντησε σημαντική αντίσταση στις πόλεις Χερσώνα, Σκαντόφσκ, Νόβα Κακχόβκα και μπόρεσε να προχωρήσει μέσω της περιοχής της Ζαπορίζια (η πόλη δεν έχει κατακτηθεί ακόμα) προς τη Μαριούπολη, έχοντας εισέλθει στη Μελιτόπολη, το Μπέρντιανσκ και στον πυρηνικό σταθμό της Ζαπορίζια). Στη Μαριούπολη συνάντησε σθεναρή αντίσταση και έχει οδηγηθεί σε μια σκληρή πολιορκία που διαρκεί ήδη πολλές μέρες. Σύμφωνα με τους αναλυτές, η κατάκτηση της Μαριούπολης θα αποτελέσει το σημείο καμπής στην πρόοδο των ρωσικών δυνάμεων, και παρόλο που εκτιμούν ότι τελικά είτε θα την καταλάβουν είτε θα την αναγκάσουν να συνθηκολογήσει, θεωρούν ότι δεν θα είναι μια εύκολη υπόθεση για τις ρωσικές δυνάμεις.
Τι συμβαίνει όμως με τις περιοχές που βρίσκονται ήδη υπό ρωσικό έλεγχο;
Μετά την κατάληψή τους από τις ρωσικές δυνάμεις, οι κάτοικοι στις πόλεις Χερσώνα, Μελιτόπολη και Μπερντιάνσκ βγήκαν στους δρόμους διαδηλώνοντας υπό το σύνθημα «Η πόλη μου είναι ουκρανική!».
Μόλις καταλήφθηκε η περιοχή της Χερσώνας, ο ρωσικός στρατός κάλεσε τις τοπικές ουκρανικές αρχές να συνεργαστούν μαζί τους και ανακοίνωσε την πρόθεσή τους να πραγματοποιήσουν «δημοψήφισμα» για την ανακήρυξη της «Λαϊκής Δημοκρατίας της Χερσώνας». Για την πρόθεση της Ρωσίας να διεξάγει «δημοψήφισμα» στη Χερσώνα σε μία προσπάθεια να νομιμοποιήσει την περιοχή ως αποσχισθείσα «Δημοκρατία», έκανε επίσης λόγο το βρετανικό Υπουργείο Άμυνας. Στις 12 Μαρτίου 2022, το δημοκρατικά εκλεγμένο Περιφερειακό Συμβούλιο της Χερσώνας ενέκρινε ψήφισμα που κηρύσσει παράνομο το προγραμματισμένο δημοψήφισμα.
Ο ρωσικός στρατός, από την πλευρά του, στοχοποίησε σε αυτά τα εδάφη εκλεγμένους αξιωματούχους και δημόσιους υπαλλήλους. Είναι ενδεικτικό, για παράδειγμα, ότι προχώρησε στην απαγωγή των δημάρχων της Μελιτόπολης και του Ντνιπορούντνι. Σήμερα ο Ουκρανός υπουργός Εξωτερικών, Ντμίτρο Κουλέμπα, κατήγγειλε επίσης νέα απαγωγή δύο ατόμων, του δημάρχου και του αντιδημάρχου της πόλης Σκαντόβσκ.
Στη Μελιτόπολη, οι ρωσικές δυνάμεις κατοχής διόρισαν στη συνέχεια νέο δήμαρχο, την Γκαλίνα Ντανιλτσένκο, μια τοπική βουλευτή από το λεγόμενο «Μπλοκ της Αντιπολίτευσης», που αποτελείται από τα απομεινάρια του κόμματος του πρώην φιλορώσου προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς.
Επιχείρηση «αποσταθεροποίηση»
Η Ντανιλτσένκο και άλλοι με φιλορωσικά αισθήματα πλέον δεν διστάζουν να εκφραστούν ζητώντας πράγματα από τις τοπικές αρχές που οι αξιωματούχοι με τη σειρά τους είτε τα ικανοποιούν είτε αντικαταθίστανται από άτομα που είναι πρόθυμα να το κάνουν. Όλο αυτό το σκηνικό μοιάζει με το Ντονμπάς του 2014, παρατηρούν οι Στέφαν Βολφ (καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο του Birmingham) και η Τατιάνα Μαλιαρένκο (Καθηγήτρια Διεθνών Σχέσεων στη Νομική Ακαδημία του Εθνικού Πανεπιστημίου της Οδησσού) σε ανάλυσή τους στο Conversation. Σε αυτή την περίπτωση, εξηγούν, οι άντρες της Ρωσίας εφάρμοσαν έναν μείγμα εκφοβισμού και βίας για να εκδιώξουν τους εν ενεργεία τοπικούς αξιωματούχους και να τους αντικαταστήσουν με εκπροσώπους περιθωριακών ομάδων πρόθυμων να συνεργαστούν με την κατοχική δύναμη.
Αυτή η στρατηγική κοινωνικής αποσταθεροποίησης στοχεύει αρχικά στη φυσική απομάκρυνση από την εξουσία των εκλεγμένων τοπικών ελίτ. Στη συνέχεια στοχεύει δημόσιους υπαλλήλους, φιλελεύθερους διανοούμενους, δημοσιογράφους και άλλους ηγέτες της κοινής γνώμης και τη μεσαία τάξη γενικότερα. Η Ρωσία έχει τρομακτικό ιστορικό αποτελεσματικότητας σε αυτή την στρατηγική, χρησιμοποιώντας τον εκφοβισμό, τα βασανιστήρια και τις εκτελέσεις τοπικών ηγετών, τονίζουν οι καθηγητές, προσθέτοντας ότι ενδέχεται να αποτελεί την υλοποίηση του ρωσικού οράματος για την αποναζιστικοποίηση της Ουκρανίας: την αντικατάσταση της δημοκρατικά εκλεγμένης διοίκησης με τις δικές της μαριονέτες.
Αν ισχύει κάτι τέτοιο- προειδοποιούν οι καθηγητές- θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στην πορεία του πολέμου, τόσο στην Ουκρανία όσο και πέραν αυτής. Όπως αναφέρουν, φαίνεται ότι εν μέρει η ρωσική στρατηγική φαίνεται να στοχεύει στην ίδρυση περισσότερων de facto κρατιδίων σύμφωνα με το πρότυπο του Ντονμπάς του 2014. Αυτό, συνεχίζουν, θα δώσει το πλεονέκτημα στη Ρωσία σε αυτά τα κατεχόμενα εδάφη και θα επιτρέψει στο Κρεμλίνο να αρνηθεί οποιαδήποτε ευθύνη στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών του ως κατοχικής δύναμης έναντι του άμαχου πληθυσμού αυτών των περιοχών αλλά και για τυχόν εγκλήματα πολέμου που διαπράττονται εκεί.
Καθώς η Ρωσία επεκτείνει τον έλεγχο, τα παράνομα κατεχόμενα τμήματα της Ουκρανίας είναι πιθανό να μοιάζουν με ένα συνονθύλευμα μη αναγνωρισμένων αυτοαποκαλούμενων κρατιδίων. Αυτά θα είναι από μόνα τους ασταθή και θα δημιουργούν αστάθεια στις γραμμές επαφής με τα εδάφη που ελέγχονται από την Ουκρανία.
Και εκτός των συνόρων της Ουκρανίας;
Σύμφωνα με τους καθηγητές, η επιχείρηση αποσταθεροποίησης στην Ουκρανία θα μπορούσε να βγει και εκτός της χώρας, με τη Ρωσία να βάζει στο μάτι πρώτα πρώτα τις αυτόνομες περιοχές της Μολδαβίας, όπου η Μόσχα ασκεί επιρροή. Ένας άλλο στόχος θα μπορούσε να είναι η Αζαρία, αυτόνομη δημοκρατία στη Γεωργία. Και φυσικά τα κράτη της Βαλτικής, και ιδιαίτερα η Λετονία και η Εσθονία, που έχουν μεγάλες ρωσικές και ρωσόφωνες μειονότητες.
Η Ρωσία πιθανότατα δεν θα διακινδυνεύσει μια άμεση επέμβαση στις χώρες της Βαλτικής και ενδέχεται προς το παρόν να είναι αρκετή η υπόνοια της αστάθειας στέλνοντας ένα μήνυμα προς τη Μολδαβία και τη Γεωργία αλλά και τους εταίρους τους στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ ότι η Μόσχα έχει την ικανότητα να προκαλεί αναστάτωση που μπορεί να κλιμακωθεί όπως και όταν θέλει.