Από την έντυπη έκδοση
Του Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
[email protected]
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, οι ροές των προσφύγων από την Ουκρανία άγγιξαν ήδη τα 2,7 εκατομμύρια. Η Πολωνία έχει δεχθεί μέχρι στιγμής 1,7 εκατ. πρόσφυγες, η Ουγγαρία περίπου 246.000, η Σλοβακία 195.000, η Ρωσία 106.000, η Μολδαβία 105.000 και η Ρουμανία 85.000. Άλλοι 305.000 κυνηγημένοι του πολέμου φιλοξενούνται στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε., με την Ελλάδα να έχει υποδεχθεί 8.000. Συνολικά, δε, εκτιμάται ότι περισσότεροι από τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι θα εγκαταλείψουν την Ουκρανία...
Το μόνο παρήγορο σε αυτή τη θλιβερή εικόνα είναι η αντίδραση της Ευρώπης. Χωρίς καμία εξαίρεση, όλα τα κράτη-μέλη, ακόμη και εκείνα με αυταρχικές διακυβερνήσεις, ανοίγουν το ένα μετά το άλλο τα σύνορά τους για να υποδεχτούν τα καραβάνια των προσφύγων που δημιούργησε η βάναυση ρωσική εισβολή.
Όμως αυτή η ζοφερή επικαιρότητα μας επιτρέπει και μερικές σκέψεις για μελλοντικούς ή παλαιότερους χειρισμούς απέναντι στους πρόσφυγες. Πέρα από την άμεση φιλοξενία, πόσο προετοιμασμένοι -και κυρίως πόσο αποφασισμένοι- είμαστε για την ένταξη των προσφύγων από την Ουκρανία στις κοινωνίες των κρατών-μελών υποδοχής;
Περαιτέρω, την ώρα που φιλοξενούνται ήδη 2,5 εκατ. προσφύγων από την Ουκρανία, μήπως θα πρέπει να επανεξετάσουμε το αφήγημα «δεν χωράνε άλλοι» που χαρακτήρισε την κυνική ευρωπαϊκή πολιτική των τελευταίων ετών απέναντι στους μετακινούμενους πληθυσμούς; Αν κατορθώσαμε να ανοίξουμε τις πύλες εισόδου στους ανέστιους της Ουκρανίας, γιατί σφραγίζουμε τις ανθρωπιστικές οδούς από τη Συρία, το Αφγανιστάν και όπου αλλού κυριαρχεί ο παραλογισμός του πολέμου; Σε τελική ανάλυση, ανεχόμαστε διακρίσεις ακόμη και απέναντι στο απόλυτο δράμα της προσφυγιάς;