The N Society
του Π. Κορκολή,
υπεύθυνου Ανάπτυξης του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών «ΕΝΑ», πρώην γ.γ. Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ
Η ΕΛΛΆΔΑ αντιμετωπίζει με ιδιαίτερα έντονο τρόπο μια ακόμα κρίση, αυτήν της ενέργειας και του υψηλού πληθωρισμού. Ο πόλεμος στην Ουκρανία επιβαρύνει δραματικά την ήδη δύσκολη κατάσταση. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία η συζήτηση για την αναπτυξιακή διαδικασία και την κατάλληλη αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων και μέσων, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης και οι ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα).
ΜΕ ΒΆΣΗ κείμενο εργασίας που δημοσιοποίησε πρόσφατα το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών «ΕΝΑ», εντοπίζονται σοβαρά προβλήματα στον τρόπο αξιοποίησης των ΣΔΙΤ από την παρούσα κυβέρνηση. Όπως επισημαίνεται στη μελέτη, οι ΣΔΙΤ χρησιμοποιούν γενικά ακριβό χρήμα. Ειδικά στην Ελλάδα χρησιμοποιούν εξαιρετικά ακριβό χρήμα, καθώς πέρα από την ανάγκη κάλυψης του εσωτερικού βαθμού απόδοσης των ιδίων κεφαλαίων του ιδιώτη επενδυτή (IRR) και τα επιτόκια των δανείων του (που είναι υψηλότερα από αυτά του Δημοσίου), το Δημόσιο επιβαρύνεται δυσανάλογα εξαιτίας (και) του υψηλότερου συντελεστή προεξόφλησης που χρησιμοποιείται (7,5%) σε σχέση με τον συνήθη στις χώρες της Ε.Ε. Επομένως, οι ΣΔΙΤ μειώνουν τους πόρους που το Δημόσιο χρειάζεται να δαπανήσει κατά τη φάση κατασκευής των έργων (τα πρώτα 3-5 έτη) λόγω της συμμετοχής του ιδιώτη με ίδια κεφάλαια, αλλά μετακυλούν αυτό το κόστος στη φάση λειτουργίας και συντήρησης (τα επόμενα 20-25 έτη). Γι’ αυτό οι ΣΔΙΤ επιλέγονται συνήθως στις περιπτώσεις που το Δημόσιο δεν διαθέτει εμπροσθοβαρώς επαρκή αναπτυξιακά κεφάλαια, ή στις περιπτώσεις μη συνήθων έργων όπου οι απαιτήσεις κατασκευής λειτουργίας και συντήρησης είναι αυξημένες. Αλλά αντίθετα, η κυβέρνηση, ενώ διαθέτει σήμερα παραπάνω από επαρκή κεφάλαια, προκρίνει την υπερβολική χρήση ενός «ακριβού» εργαλείου χρηματοδότησης, δρομολογώντας έργα ΣΔΙΤ κόστους κατασκευής πάνω από 6 δισ. ευρώ, που αφορούν κυρίως συνήθεις υποδομές (όπως αρδευτικά δίκτυα).
ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ των διαθέσιμων πόρων που έχει στη διάθεσή της η χώρα με τη μορφή καθαρών εισροών (επιδοτήσεων) από το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ 2021-2027 αγγίζει τα 60 δισ. ευρώ για τα επόμενα 6-7 χρόνια. Ενώ δηλαδή διαθέτουμε σήμερα σημαντικούς πόρους, τους οποίους θα δυσκολευτούμε να απορροφήσουμε, επιλέγουμε εργαλεία που μετακυλούν το χρηματοδοτικό βάρος και μάλιστα με υψηλό κόστος χρήματος για τα επόμενα 20-25 έτη. Επιπλέον, οι οικονομικές συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσουν σε μείωση της δυνατότητας του ιδιωτικού τομέα να χρηματοδοτήσει τις ΣΔΙΤ και σε ακόμα μεγαλύτερη αύξηση του κόστους χρήματος.
ΤΗΝ ΊΔΙΑ ΣΤΙΓΜΗ άλλες κυβερνητικές επιλογές προκαλούν πρόσθετα ερωτήματα:
- Με απόφαση του υπουργείου Οικονομικών να θέσει ανώτατο όριο εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου για το έτος 2022 ίσο με μηδέν ευρώ (ΦΕΚ Β636 15/2/2022), εγκαταλείπεται η δυνατότητα για κινητοποίηση πρόσθετων πόρων με τη μορφή δανείων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και άλλους Διεθνείς Οργανισμούς με ιδιαίτερα χαμηλά επιτόκια στα οποία απαιτείται η εγγύηση του Δημοσίου.
- Τα υπουργεία Ανάπτυξης και Οικονομικών πάγωσαν στο τέλος του 2021 την πληρωμή ήδη εκτελεσμένων έργων του ΕΣΠΑ 2014-2020, προκειμένου να συγκρατήσουν το δημοσιονομικό έλλειμμα.
ΟΙ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΕΣ αυτές αποφάσεις δεν φαίνεται να υπηρετούν μια πολιτική με συνοχή και ισορροπία αξιοποίησης των διαθέσιμων χρηματοδοτικών εργαλείων με βάση την καταλληλότητά τους και τις ανάγκες/δυνατότητες που παρουσιάζονται.