Του Ανέστη Ντόκα, [email protected]
Το αποτύπωμα που «αφήνει» κάθε επιχείρηση σε κοινωνικό, φυσικό, ανθρώπινο, πνευματικό ή πολιτιστικό επίπεδο είναι αυτό που καθορίζει το προφίλ της όσον αφορά την κοινωνική της ευθύνη.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις που ασχολούνται ενεργά, μέσω της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, με την πράσινη βιώσιμη ανάπτυξη δεν υστερούν σημαντικά σε σχέση με τις ευρωπαϊκές. Μέσα σε αυτές είναι μερικές που ξεχωρίζουν με τη δράση τους στον συγκεκριμένο τομέα. Αν και η εταιρική κοινωνική ευθύνη θεωρείται ήδη εκ των ων ουκ άνευ σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, δυστυχώς στην Ελλάδα είναι ακόμα κάτι που θεωρείται πολυτέλεια ή προνόμιο των μεγάλων επιχειρήσεων, παρά τη νέα σχετική νομοθεσία αλλά και τις απαιτήσεις των καταναλωτών. Η σαφής διατύπωση και η μέτρηση του τρόπου με τον οποίο μια εταιρεία δημιουργεί αξία στο κοινωνικό, στο φυσικό, στο ανθρώπινο ή και στο πνευματικό κεφάλαιο, θα παρέχει στους επενδυτές και στα λοιπά ενδιαφερόμενα μέρη μια πληρέστερη εικόνα των δραστηριοτήτων της. Αυτό, με τη σειρά του, συνεισφέρει σε μια αποτίμηση που θα αντανακλά σε μεγαλύτερο βαθμό την πραγματική αξία των εταιρειών και θα ενισχύει την εμπιστοσύνη των ενδιαφερόμενων μερών στην ικανότητα της διοίκησης να υλοποιεί αποτελεσματικά και αποδοτικά τη στρατηγική της.
Σήμερα η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας πρέπει να γίνεται με εργαλεία που επιτρέπουν μια συστημική προσέγγιση στα θέματα της πράσινης βιώσιμης ανάπτυξης και στον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις ανταποκρίνονται στα νέα αυτά δεδομένα. Οι επιχειρήσεις έχουν κάποιες προκλήσεις να αντιμετωπίσουν στο θέμα εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, αρχής γενομένης από τη δημοσίευση των μη χρηματοοικονομικών δεδομένων στο ΓΕΜΗ, όπως απαιτείται από την υιοθέτηση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας. Επίσης, την αντίστοιχη δημοσίευση του τρόπου διαχείρισης των περιβαλλοντικών και κοινωνικών κινδύνων, που απαιτείται από τα πιστοληπτικά ιδρύματα, καθώς και την απόδειξη της υιοθέτησης υπεύθυνων πολιτικών και της αξιολόγησής τους από τους πελάτες και από τους καταναλωτές. Όλες αυτές οι προκλήσεις δημιουργούν ένα ασφυκτικό πλαίσιο για τις επιχειρήσεις, στο οποίο πρέπει να αντεπεξέλθουν χωρίς μεγάλη επιβάρυνση της επιχειρηματικής τους λειτουργίας. Πρωταρχική σημασία για τις επιχειρήσεις της πράσινης βιώσιμης ανάπτυξης έχει ο κοινωνικός άξονας που διέπει τη δραστηριοποίησή τους, καθώς συνδέεται άμεσα με τη δημιουργία αξίας για τους ανθρώπους τους και την ευρύτερη κοινωνία μέσα στην οποία λειτουργούν.
Στο πλαίσιο αυτό υπάρχουν 4 άξονες της πράσινης βιώσιμης ανάπτυξης που ακολουθούν στην πλειονότητά τους οι ελληνικές επιχειρήσεις:
1. Οι επιχειρήσεις τείνουν να επικεντρώνονται και να δεσμεύονται σε συγκεκριμένες στρατηγικές κατευθύνσεις, ανεξαρτήτως τομέα και τοποθεσίας. Οι κατευθύνσεις περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την κλιματική αλλαγή και την ενεργειακή αποδοτικότητα, τις βιώσιμες διαδικασίες και τη βιώσιμη εφοδιαστική αλυσίδα.
2. Η χρήση συγκεκριμένων κατευθυντήριων Οδηγιών για τη δημιουργία Εκθέσεων Εταιρικής Υπευθυνότητας αυξάνεται σημαντικά, χαρίζοντας αξία, διαφάνεια, ακεραιότητα και αξιοπιστία στις Εκθέσεις. Από την πληθώρα Προτύπων που είναι διαθέσιμα, το 55% των επιχειρήσεων χρησιμοποιούν το Πρότυπο του Global Reporting Initiative (GRI) που βελτιώνει σημαντικά τη διαφάνεια προς τα ενδιαφερόμενα μέρη.
3. Η μέτρηση του κοινωνικού αποτυπώματος, το οποίο, παρά τη δέσμευση των επιχειρήσεων, αποτελεί ένα δύσκολο εγχείρημα. Έτσι, παρότι υλοποιούνται δεκάδες πρωτοβουλίες για δράσεις Εταιρικής Υπευθυνότητας από τις επιχειρήσεις και ξοδεύονται δισεκατομμύρια ευρώ, δεν δίνεται η αντίστοιχη έμφαση στην αποτύπωση της κοινωνικής αλλαγής που έχει επιτευχθεί και αρκετές φορές στην ουσία των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι ευπαθείς ομάδες.
4. Η υιοθέτηση των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ην. Εθνών (SDGs) έχει προχωρήσει με γοργό ρυθμό στην Ευρώπη. Πρόκειται για τη δημοσιοποίηση πληροφοριών για αρχές διοίκησης, θέματα περιβάλλοντος, εφοδιαστικής αλυσίδας, εργασιακών πρακτικών, υγείας και ασφάλειας, διαφθοράς, ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κ.ά. Οι εν λόγω δημοσιοποιήσεις εγκρίνονται από τη Γενική Συνέλευση των εταιρειών και πρέπει να υποβάλλονται εμπροθέσμως και πλήρεις, καθώς σε διαφορετική περίπτωση τα αρμόδια όργανα θα προβαίνουν σε επιβολή προστίμων. [SID:14910085]