Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Στη διαμάχη με τη Μόσχα για την κρίση στην Ουκρανία, η Δύση συζητά την ενίσχυση των κυρώσεων, σε περίπτωση που οι ρωσικές δυνάμεις εισβάλουν στο ουκρανικό έδαφος. Μεταξύ των οποίων τον αποκλεισμό της Μόσχας από το διεθνές τραπεζικό δίκτυο SWIFT. «Αυτό το μέτρο πρέπει να παραμείνει στην εργαλειοθήκη των κυρώσεων ως αποτελεσματικό αποτρεπτικό μέσο κατά του Πούτιν», δήλωσε ο πρεσβευτής της Ουκρανίας στη Γερμανία, Αντρίγι Μέλνικ.
Το δίκτυο SWIFT χρησιμεύει στην ασφαλή ανταλλαγή ηλεκτρονικών μηνυμάτων, μεταφορά χρημάτων, τίτλων ή συναλλαγές πολυτίμων μετάλλων, μεταξύ χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε όλο τον κόσμο.
Σύμφωνα με την SWIFT ( Society for Worldwide Interbank Financial Telecommunication) ,που ιδρύθηκε το 1973 και εδρεύει στο Βέλγιο, περισσότερες από 11.000 τράπεζες, επενδυτικές εταιρείες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε περισσότερες από 200 χώρες, χρησιμοποιούν την υπηρεσία. Δεδομένου ότι μια αποτυχία του δικτύου SWIFT θα είχε σοβαρές συνέπειες, η SWIFT υπόκειται σε συνεργατική παρακολούθηση από τις κεντρικές τράπεζες και την ΕΚΤ.
Οι συνέπειες για τη Μόσχα
Ο αποκλεισμός μιας χώρας από το δίκτυο SWIFT θα έχει εκτεταμένες συνέπειες, καθώς οι τράπεζες δεν θα μπορούν πλέον να χρησιμοποιούν τα κανάλια επικοινωνίας και θα δυσκολεύονται να πληρώσουν ή να λάβουν πληρωμές εκτός των εθνικών συνόρων.
Ενδεχόμενος αποκλεισμός από το SWIFT θα είχε λοιπόν, σοβαρές συνέπειες για τη Ρωσία, κατ` αρχήν. Οι πληρωμές σε συνάλλαγμα στον τομέα των εισαγωγών και των εξαγωγών θα επηρεαστούν ιδιαίτερα: οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες θα διαρκούσαν επομένως περισσότερο και θα ήταν σημαντικά ακριβότερες, επειδή ο έλεγχος των συναλλαγών θα ήταν πιο περίπλοκες.
Ταυτόχρονα όμως, θα προέκυπταν προβλήματα όχι μόνο για τις ρωσικές εταιρείες, αλλά και για τα Δυτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία. Μετά την προσάρτηση από τη Ρωσία της χερσονήσου της Κριμαίας το 2014, έγιναν εκκλήσεις για αποκλεισμό της Μόσχας από το SWIFT. Έκτοτε, το Κρεμλίνο προετοιμάζεται για ένα τέτοιο πιθανό μέτρο και έχει δημιουργήσει το ρωσικό, αντίστοιχο δίκτυο SPFS, στο οποίο μπορούν να στραφούν οι τράπεζες.
Αντίθετη η Γερμανία
Ο αποκλεισμός των ρωσικών τραπεζών από το δίκτυο SWIFT θα επηρέαζε όλες τις δυτικές εταιρείες που εμπορεύονται με τη Ρωσία. Πολλά προϊόντα θα γίνονταν πιο ακριβά για τον πληθυσμό.
Αυτός είναι πιθανώς ένας από τους λόγους για τους οποίους η γερμανική κυβέρνηση αντιδρά πολύ προσεκτικά στην πρόταση. Η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών Ανναλένα Μπέρμποκ, για παράδειγμα, θεωρεί ότι ο αποκλεισμός της Ρωσίας από το διεθνές τραπεζικό σύστημα πληρωμών θα ήταν ένα εσφαλμένο μέτρο πίεσης,που θα μπορούσε να γίνει μπούμερανγκ για την ίδια τη γερμανική οικονομία. «Η αποσύνδεση όλων των συναλλαγών πληρωμής μπορεί να είναι ένα μεγαλύτερο ραβδί, αλλά όχι απαραίτητα το πιο αιχμηρό ξίφος», είπε η Μπέρμποκ σε συνέντευξή της στην Suddeutsche Zeitung.Αλλά και για τον συντηρητικό, νέο πρόεδρο του CDU Φρίντριχ Μερτς, ο αποκλεισμός της Ρωσία από το SWIFT θα ήταν «πυρηνική βόμβα για τις χρηματοπιστωτικές αγορές». Η αμφισβήτηση του SWIFT θα προκαλούσε επίσης μεγάλες δυσκολίες στις κεφαλαιαγορές και θα έβλαπτε την ανταλλαγή αγαθών και υπηρεσιών, δήλωσε ο Μερτς στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το παράδειγμα του Ιράν
Οι ιρανικές τράπεζες αποκλείστηκαν από το σύστημα SWIFT για πρώτη φορά το 2012. Δεδομένου ότι η SWIFT θεωρείται «ανεξάρτητο δίκτυο», ο αποκλεισμός δεν έγινε από την ίδιο την εταιρεία ,αλλά ως αποτέλεσμα ενός κανονισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η ΕΕ έδωσε εντολή στη SWIFT να μην πραγματοποιεί άλλες μεταφορές σε ιρανικές τράπεζες. Μετά την άρση των κυρώσεων SWIFT κατά του Ιράν στο μεταξύ, οι ιρανικές τράπεζες αποκλείστηκαν ξανά από την πρόσβαση στο δίκτυο πληρωμών το 2018 ως αποτέλεσμα των νέων κυρώσεων των ΗΠΑ κατά του Ιράν.
Οι τράπεζες της Βόρειας Κορέας αποκλείστηκαν επίσης από το SWIFT το 2017, όπως και οι τράπεζες του Αφγανιστάν το 2021 μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν. Έκτοτε, δεν υπήρξαν τακτικές παραδόσεις συναλλάγματος στη χώρα, γεγονός που οδήγησε σε κρίση ρευστότητας.