Της Κατερίνας Κοκκαλιάρη
[email protected]
Στο χώρο του κέντρου στρέφονται οι πολιτικοί «μονομάχοι», που ακολουθούν διαφορετική στρατηγική για να απευθυνθούν σε ένα δύσκολο ακροατήριο που σε σημαντικό βαθμό καθορίζει το εκλογικό αποτέλεσμα. Το «φλερτ» με τους κεντρώους ψηφοφόρους θα εντείνεται όσο έρχεται πιο κοντά η ώρα της κάλπης και ήδη στα κομματικά επιτελεία χαράσσουν τη στρατηγική με την οποία θα πορευθούν το επόμενο διάστημα.
Οι … μνηστήρες ποντάρουν ιδιαίτερα στο οικονομικό πεδίο και καλούνται να καταθέσουν συγκεκριμένες προτάσεις που θα προσελκύσουν πρωτίστως τους κεντρώους που ανήκουν στη μεσαία τάξη. Στόχος είναι να παρουσιάσουν μια αξιόπιστη πρόταση για την επόμενη ημέρα, καθώς η δίδυμη κρίση πανδημίας και ακρίβειας επηρεάζει άμεσα τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Δεν είναι τυχαίο πως στο επίκεντρο της πολιτικής συζήτησης βρίσκεται ο κατώτατος μισθός. Από τη μια πλευρά η κυβέρνηση ανακοίνωσε πως επισπεύδει τη δεύτερη αύξηση της χρονιάς, που θα γίνει το Μάιο. Από την άλλη πλευρά ο ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ προτείνει κατώτατο μισθό 800 ευρώ.
Σε αυτό το πολιτικό φλερτ με τον κεντρώο χώρο τα κόμματα προσέρχονται από διαφορετική θέση και με διαφορετικές στοχεύσεις. Η Νέα Δημοκρατία θέλει να διατηρήσει την ισχυρή παρουσία της στο χώρο του κέντρου, που συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στην εκλογική νίκη του 2019.
Σε πρόσφατη συνέντευξη του ο πρωθυπουργός ο Κ. Μητσοτάκης σημείωσε πως η Νέα Δημοκρατίας «εκφράζει αυτό το οποίο πολλοί θα αποκαλούσαν προοδευτικό, μετριοπαθές κέντρο» και μάλιστα σημείωσε πως δεν θεωρεί ότι θα αμφισβητηθεί η «γαλάζια» κυριαρχία σε αυτό το χώρο. Ουσιαστικά έστειλε σαφές μήνυμα πως δεν σκοπεύει να εγκαταλείψει το χώρο του κέντρου, τον οποίο πολιορκούν πάντως και άλλοι μνηστήρες.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε και η αναφορά στο Νίκο Ανδρουλάκη, για τον οποίο είπε πως από τις γενικές τοποθετήσεις του φαίνεται πως «θέλει να κάνει σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση, άρα τοποθετείται εκ των πραγμάτων στην κεντροαριστερή και όχι στην κεντροδεξιά πολυκατοικία». Μάλιστα σημείωσε για τον κ. Ανδρουλάκη πως «δεν έχω να σας πω πολλά γιατί δεν έχω ακούσει πολλά».
Την ίδια στιγμή το Κίνημα Αλλαγής ποντάρει πρωτίστως στον επαναπατρισμό κεντρώων ψηφοφόρων, που στο παρελθόν είχαν ψηφίσει ΠΑΣΟΚ αλλά στην πορεία αναζήτησαν άλλη πολιτική στέγη. Και αυτό θα είναι το κρίσιμο στοίχημα στο δρόμο προς την κάλπη.
Να σημειωθεί εδώ πως ένα τμήμα του λεγόμενου εκσυγχρονιστικού κέντρου - με έντονο αντί - ΣΥΡΙΖΑ προφίλ- στην προηγούμενη αναμέτρηση επέλεξε τη Νέα Δημοκρατία, εστιάζοντας κυρίως στην υλοποίηση μιας μεταρρυθμιστικής ατζέντας. Ωστόσο τώρα φαίνεται πως δίνει πίστωση χρόνου στη νέα ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής και το σε ποιά πλευρά θα στραφεί δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο.
Από την πλευρά του ο ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ εστιάζει σε ένα διαφορετικό ακροατήριο και αναζητά πολιορκητικό κριό για το κεντροαριστερό κοινό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η συγκρότηση του think tank του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα, με πρόσωπα που έχουν έντονα τεχνοκρατικό προφίλ.
Στην Κουμουνδούρου ποντάρουν ιδιαίτερα στη μεσαία τάξη, όπως πιστοποιείται και από μια σειρά κινήσεων κυρίως στο οικονομικό πεδίο. Ενδεικτικά αναφέρεται η πρόταση για τον τρόπο ρύθμισης των κορονοχρεών και το pressing προκειμένου τα κονδύλια του Ταμείου Ανάπτυξης να αγγίξουν τη μεσαία επιχειρηματικότητα.
Οι κάλπες, η απλή αναλογική και η επόμενη ημέρα
Ένα ρευστό πολιτικό σκηνικό διαμορφώνεται, καθώς η επόμενη εκλογική αναμέτρηση θα γίνει με την απλή αναλογική. Ο Κ. Μητσοτάκης έχει ταχθεί υπέρ των αυτοδύναμων κυβερνήσεων, ενώ έχει βάλει ήδη σαφείς διαχωριστικές γραμμές από το ΣΥΡΙΖΑ σημειώνοντας πως «μας χωρίζει άβυσσος». Από την πλευρά του ο Αλ. Τσίπρας έχει μιλήσει ξεκάθαρα για «προοδευτική διακυβέρνηση», ζητώντας εκλογές.
Όσον αφορά την εκλογολογία που αναζωπυρώθηκε ο πρωθυπουργός επανέλαβε πως κάλπες θα στηθούν στο τέλος της τετραετίας. Με τη Νέα Δημοκρατία εφόσον είναι πρώτη χωρίς αυτοδυναμία να στοχεύει σε μια δεύτερη εκλογική αναμέτρηση. Να σημειωθεί εδώ με τον εκλογικό νόμο που ψηφίστηκε το 2020 - και ο οποίος θα ισχύσει από τις μεθεπόμενες εκλογές- το πρώτο κόμμα για να έχει αυτοδυναμία πρέπει να πάρει ένα ποσοστό κοντά στο 37.5% με 38% (ανάλογα και με το ποσοστό των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής).
Προς το παρόν τα κομματικά επιτελεία αναμένουν τις δημοσκοπήσεις της νέας χρονιάς, όπου θα φανεί σε ποιο βαθμό οι αλλαγές στο Κίνημα Αλλαγής ανακατεύουν την «τράπουλα». Παράλληλα βέβαια με τα ποσοστά που θα καταγράψουν οι δημοσκοπήσεις για τα κόμματα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν και τα λεγόμενα ποιοτικά χαρακτηριστικά από τα οποία προκύπτει ποια θέματα αξιολογούν ψηλά στην ατζέντα οι ψηφοφόροι αλλά και τι «βαθμό» βάζουν στα κόμματα σε επιμέρους τομείς.