Η Καρδιακή Ανεπάρκεια εμφανίζεται συνήθως σε ηλικίες άνω των 65 ετών, με πιο συχνή εμφάνιση στους άντρες.
H Καρδιακή Ανεπάρκεια αποτελεί μία από τις πιο σοβαρές νόσους της εποχής μας. Πολλοί χαρακτηρίζουν τη νόσο αυτή ως την πανδημία του 21ου αιώνα. Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι νοσούν από 200.000 έως 400.000 άνθρωποι. Για τη νόσο αυτή και τα συμπτώματά της μας μιλά η κυρία Αγγελική Γκουζιούτα, καρδιολόγος του Ωνάσειου Νοσοκομείου.
Η Καρδιακή Ανεπάρκεια είναι ένα σύμπλοκο κλινικό σύνδρομο, κατά το οποίο η καρδιά δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες των ιστών και των οργάνων, είτε γιατί αδυνατεί να γεμίσει επαρκώς με αίμα είτε γιατί δεν το εξωθεί αποτελεσματικά στην περιφέρεια. Η ανικανότητα, λοιπόν, της καρδιάς να εκπληρώσει το συνεχόμενο έργο της ως αντλία έχει ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση του αίματος, το οποίο δεν μπορεί να γυρίσει πίσω στις φλέβες, καθώς και υγρών σε διάφορα σημεία του σώματος. Οι μύες και τα όργανα δεν τροφοδοτούνται επαρκώς με αίμα και οξυγόνο, με αποτέλεσμα ο ασθενής με Καρδιακή Ανεπάρκεια να εμφανίζει κόπωση. Η Καρδιακή Ανεπάρκεια εμφανίζεται συνήθως σε ηλικίες άνω των 65 ετών, με πιο συχνή εμφάνιση στους άντρες και ευτυχώς δεν είναι συχνή σε μικρές ηλικίες. Πρέπει να αναφερθεί ότι το κύριο αίτιο καρδιακής ανεπάρκειας σε νέους ενήλικες είναι οι συγγενείς καρδιοπάθειες που αποτελούν δομικές παθήσεις της καρδιάς από τη γέννηση και οι μυοκαρδίτιδες που αποτελούν φλεγμονώδη προσβολή της καρδιάς από ιούς.
Η κατηγοριοποίηση της Καρδιακής Ανεπάρκειας γίνεται με βάση το κλάσμα εξώθησης, ώστε να υπολογισθεί απεικονιστικά η δύναμη της συστολής της καρδιάς: σε ΚΑ με χαμηλό κλάσμα εξώθησης (<40%), σε KA με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης (>50%), σε ΚΑ με ενδιάμεσο κλάσμα εξώθησης (40-50%). Η Καρδιακή Ανεπάρκεια είναι συνήθως η τελική κατάληξη άλλων μορφών καρδιοπάθειας, όπως είναι η υπερτασική καρδιοπάθεια, η στεφανιαία νόσος, οι βαλβιδοπάθειες, οι συγγενείς και δομικές μυοκαρδιοπάθειες, καθώς επίσης και του σακχαρώδη διαβήτη, παθήσεων των νεφρών και των πνευμόνων.
Αγγελική Γκουζιούτα, Kαρδιολόγος στη Μονάδα Μεταμοσχεύσεων και Καρδιακής Ανεπάρκειας του Ωνασείου Καρδιοχειρουργικού Κέντρου.
Συμπτώματα όπως η εύκολη κόπωση, η δύσπνοια -αρχικά στην έντονη προσπάθεια και στη συνέχεια στις καθημερινές δραστηριότητες, ακόμα και στην ηρεμία και στην κατάκλιση-, η κατακράτηση υγρών και εμφάνιση οιδημάτων ιδίως στα κάτω άκρα, πόνος στο στήθος (στηθάγχη), ζάλη με συνοδευτικές αρρυθμίες είναι από τα κλινικά σημεία και συμπτώματα που συνήθως οδηγούν τους ασθενείς στον γιατρό.
Η Καρδιακή Ανεπάρκεια είναι συνήθως η τελική κατάληξη άλλων μορφών καρδιοπάθειας, καθώς επίσης και του σακχαρώδη διαβήτη, παθήσεων των νεφρών και των πνευμόνων.
Η διάγνωση της Καρδιακής Ανεπάρκειας γίνεται με βάση το ιστορικό, τη φυσική εξέταση και διάφορες εξετάσεις, όπως το ηλεκτροκαρδιογράφημα, το υπερηχοκαρδιογράφημα, την ακτινογραφία θώρακα, τη στεφανιο
γραφία, τη μαγνητική τομογραφία καρδιάς, τις βιοχημικές εξετάσεις και τον έλεγχο νατριουρητικών πεπτιδίων.
Πρέπει να τονίσουμε ότι η πιο σημαντική θεραπεία είναι η πρόληψη. Υιοθετώντας καλές πρακτικές στις καθημερινές συνήθειες, όπως είναι η υγιεινή διατροφή, η άσκηση και η αποφυγή του καπνίσματος, μπορούμε να προλάβουμε την εμφάνιση καρδιακών και αγγειακών επεισοδίων και να διατηρήσουμε την καρδιά μας σε καλή κατάσταση.
Στο πλαίσιο της πανδημίας COVID-19, οι ασθενείς με Καρδιακή Ανεπάρκεια είναι μεταξύ των ομάδων υψηλού κινδύνου σε περίπτωση προσβολής από τον ιό. Αυτό οφείλεται στο ότι η Καρδιακή Ανεπάρκεια προκαλεί ενεργοποίηση νευροορμονικών ουσιών που χρησιμοποιεί ως όχημα ο ιός στην προσβολή του οργανισμού μας.
Η διατροφή, η αποκατάσταση και η ψυχολογική υποστήριξη των ασθενών που πάσχουν από Καρδιακή Ανεπάρκεια έχουν μεγάλη σημασία τόσο για τους ίδιους όσο και για τους οικείους τους. Στόχος είναι η έγκαιρη ενημέρωση και η πρώιμη πρόσβαση στις σύγχρονες και τεκμηριωμένες θεραπείες, ώστε να μπορούν να διαχειρίζονται τη νόσο τους και με τη βοήθεια του θεράποντος ιατρού τους να προλαβαίνουν τυχόν υποτροπές και φυσικά να διατηρούν μια καλή ποιότητα ζωής.