Tου Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Αυτοκινητόδρομοι στην Ασία με ευρωπαϊκά κονδύλια; Αλλά και ευρυζωνικά δίκτυα στην Αφρική; Ενα φιλόδοξο σχέδιο εγκαινιάζει σήμερα η Ευρωπαϊκή Ενωση, καθώς η Κομισιόν ανακοινώνει τη στρατηγική της για την προώθηση έργων υποδομής, ύψους 300 δισεκατομμυρίων ευρώ. Προσοχή! Εργα υποδομής όχι μόνο στη Γηραιά Ηπειρο, αλλά και σε όλον τον κόσμο. Ένα «Bras de fer» με την Κίνα ή καλύτερα η ευρωπαϊκή απάντηση στον κινεζικό «δρόμο του μεταξιού» (One belt, one road).
H πρωτοβουλία της ΕΕ έχει την κωδική ονομασία «Global Gateway» (Παγκόσμια Πύλη) και επιδιώκει να διαθέσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ από δημόσιους και ιδιωτικούς πόρους έως το 2027 για τη χρηματοδότηση έργων υποδομής. Τα κονδύλια ύψους έως και 300 δισ., θα προέλθουν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αειφόρου Ανάπτυξης (EFSD) για επενδύσεις αξίας έως και 135 δισεκατομμυρίων ευρώ, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (25 δισεκατομμύρια ευρώ). Επιπλέον, έως 145 δισεκατομμύρια ευρώ από άλλα ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά, αναπτυξιακά ιδρύματα. Από τη σκοπιά των 27 κρατών μελών της ΕΕ, η ισχυρότερη διεθνής δικτύωση θα ενισχύσει επίσης την ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και θα μειώσει τις στρατηγικές εξαρτήσεις - για παράδειγμα όσον αφορά τις κρίσιμες πρώτες ύλες.
Η πρωτοβουλία αυτή αναμένεται να ωφελήσει και τις ευρωπαϊκές εταιρείες, που θα επωφεληθούν από νέες αγορές και τεράστια έργα υποδομής καθώς και από πρώτες ύλες. Στο σχετικό έγγραφο της ΕΕ, τονίζεται μάλιστα ότι οι Βρυξέλλες «διερευνούν τη δυνατότητα ίδρυσης ενός ευρωπαϊκού Ταμείου για εξαγωγικές πιστώσεις», προκειμένου να διασφαλιστούν «πιο ισότιμοι όροι ανταγωνισμού για τις επιχειρήσεις της ΕΕ σε αγορές τρίτων χωρών, όπου ολοένα και περισσότερο πρέπει να αντιπαλεύουν με ξένους ανταγωνιστές, οι οποίοι λαμβάνουν μεγάλη υποστήριξη από τις κυβερνήσεις τους και έτσι να διευκολύνουν τη συμμετοχή τους σε έργα υποδομής».
Για παράδειγμα, «η ΕΕ σχεδιάζει να διαθέσει επιχορηγήσεις ύψους 2,4 δισεκατομμυρίων ευρώ για την Υποσαχάρια Αφρική και 1,08 δισεκατομμύρια ευρώ για τη Βόρεια Αφρική, για την ανάπτυξη Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας» και την παραγωγή ανανεώσιμου υδρογόνου, που μπορεί να βοηθήσει στην κάλυψη της προβλεπόμενης αυξανόμενης ζήτησης στην Ευρώπη για το «πράσινο» καύσιμο», όπως αναφέρει το σχέδιο. Σε αντάλλαγμα, οι Βρυξέλλες θα ζητήσουν από τις χώρες αυτές να δεσμευτούν ότι θα εμπορεύονται ελεύθερα το υδρογόνο «χωρίς περιορισμούς στις εξαγωγές ή στρεβλώσεις των τιμών».
Φωτογραφίζει την Κίνα
Η πρωτοβουλία αυτή της Κομισιόν δεν αναφέρει ονομαστικά την Κίνα ως το αντίπαλο δέος, αλλά την …φωτογραφίζει. «Η Global Gateway στοχεύει στη δημιουργία συνδέσμων και όχι εξαρτήσεων», αναφέρει το σχέδιο. «Οι δημοκρατίες, προσθέτει, «πρέπει να έχουν τη φιλοδοξία να βοηθήσουν στη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο». Με άλλα λόγια; Η ΕΕ φιλοδοξεί να προσφέρει όχι απλώς μια ηθικά και δημοκρατικά ανώτερη εναλλακτική, αλλά και μια οικονομικά ελκυστική πολιτική επενδύσεων σε υποδομές σε χώρες της Ασίας, της Νότιας Αμερικής και της Αφρικής. Όπως λέει στην ιστοσελίδα Politico,ο Γερμανός πρέσβης στην έδρα της ΕΕ, Μίλαελ Κλάους,«η Global Gateway έχει τη δυνατότητα να μετατρέψει την ΕΕ σε πιο αποτελεσματικό γεωπολιτικό παράγοντα. Θα είναι μια ελκυστική εναλλακτική στην κινεζική πρωτοβουλία «Μία Ζώνη, ένας Δρόμος».
Η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt γράφει μάλιστα ότι στόχος της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας είναι «η ενίσχυση του ειδικού βάρους της εξωτερικής πολιτικής της Ευρώπης, ως απάντηση στην πρωτοβουλία του Κινέζου Προέδρου Σι Τζιπίνγκ». «Οι Κινέζοι έχουν δημιουργήσει μια σφαίρα εξουσίας, καταλαβαίνοντας ότι υπάρχει τεράστια ανάγκη για χρηματοδότηση υποδομών σε όλο τον κόσμο, τις οποίες δεν καλύπτουν οι δυτικές αναπτυξιακές υπηρεσίες. Υπολογίζεται ότι υπάρχει έλλειψη 1,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως για την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων των Ηνωμένων Εθνών», γράφει η Handelsblatt. Οι Κινέζοι προσπαθούν άλλωστε να καλύψουν αυτό το επενδυτικό κενό με στοχευμένα προγράμματα. Μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο η κινεζική κρατική εταιρεία Cosco αγόρασε ένα τερματικό σταθμό εμπορευματοκιβωτίων στο Αμβούργο, αντί 100 εκατομμυρίων ευρώ.
«Αν η ευρωπαϊκή πρωτοβουλία πετύχει, μπορεί να στηρίξει το γεωπολιτικό ρόλο που διεκδικεί η ΕΕ και να απωθήσει την κινεζική επιρροή», εκτιμά η ιστοσελίδα Politico.
Ευθυγράμμιση με την Ουάσιγκτον
Η νέα πολιτική της ΕΕ έναντι της Κίνας, αντανακλά επίσης και την προσπάθεια προσέγγισης των Βρυξελλών με την Ουάσιγκτον, στο θέμα της Κίνας. Από την ανάληψη των καθηκόντων του, ο νέος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν καλεί τους Ευρωπαίους να αντισταθούν στις εμπορικές πρακτικές της Κίνας. Ο διευθυντής του Ινστιτούτου Γερμανικής Οικονομίας, Μίκαελ Χούτερ εκτιμά ότι η διατλαντική εταιρική σχέση με την Ουάσιγκτον θα διαδραματίσει για άλλη μια φορά μεγαλύτερο ρόλο, στη συστημική σύγκρουση με την Κίνα.
Η προσέγγιση αυτή έχει την αντανάκλασή της και στην νέα στρατηγική που φαίνεται να χαράσσει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γερμανίας σε ότι αφορά τις σινο-γερμανικές σχέσεις. Η κυβέρνηση του Ολαφ Σολτς θέλει να αλλάξει την πορεία της Γερμανίας στην παγκόσμια σκηνή, καθιστώντας σαφές ότι οι ευρωπαϊκές αξίες θα πρέπει να παίζουν μεγαλύτερο ρόλο. Σε κανέναν άλλο τομέα της εξωτερικής πολιτικής μάλιστα, η συμφωνία συγκρότησης του νέου τρικομματικού κυβερνητικού συνασπισμού στο Βερολίνο δεν προβλέπει τόσο ξεκάθαρη αλλαγή πορείας, όπως συμβαίνει με την Κίνα. Οι συνεχιζόμενες απειλές κατά της Ταϊβάν και οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την κινεζική κυβέρνηση εναντίον μειονοτήτων, όπως οι Ουϊγούροι, ρίχνουν βαριά τη σκιά τους. Επικρίσεις έχουν διατυπωθεί και από ευρωπαϊκούς επιχειρηματικούς κύκλους: Οι εταιρείες της ΕΕ έχουν βρεθεί μέχρι τώρα σε μειονεκτική θέση στην κινεζική αγορά, ενώ οι κινεζικές εταιρείες επωφελήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από την ελεύθερη πρόσβαση στην ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά, εδώ και 20 χρόνια.
Βλέποντας όλα αυτά, το Πεκίνο αντέδρασε έντονα, εκφράζοντας την επιθυμία να συνεχιστεί η πολιτική Μέρκελ για την Κίνα, η οποία θεωρούσε τη χώρα με τα 1,4 δισεκατομμύρια κατοίκους κυρίως ως αγορά για τις γερμανικές εξαγωγικές εταιρείες. «Η πολιτική της κυρίας Μέρκελ για την Κίνα ήταν ξεπερασμένη», λέει ο Ρίνχαρντ Μπυτικόφερ, στέλεχος των Πρασίνων στη Γερμανία.«Δεν έπαιρνε στα σοβαρά την πραγματικότητα που έχει επιβάλει ο Σι Τζιπινγκ στην Κίνα». Ο Πράσινος πολιτικός εκτιμά ότι «κυβέρνηση της Κίνας έχει γίνει πιο αυταρχική και επιθετική, κάτι που θα λάβει υπόψη η επίσης «Πράσινη», νέα υπουργός Εξωτερικών, Ανναλένα Μπέρμποκ.