Ανταπόκριση: Άκης Καπράνος
Τα «Μαγνητικά πεδία» του Γιώργου Γούση είναι ο ορισμός της χειροποίητης ταινίας. Γυρισμένη σε βιντεοκάμερα DV με τετράγωνο κάδρο, έτσι ώστε να μοιάζει με μια κλεφτή ματιά σε ένα ημερολόγιο, τόσο που αισθάνεσαι… προνομιούχος που μπορείς κι εσύ να παρακολουθήσεις από κοντά την ιστορία των δυο ηρώων της, της Έλενας και του Αντώνη, δηλαδή της Έλενας Τοπαλίδου και του Αντώνη Τσιοτσιόπουλου. Ναι, οι χαρακτήρες κρατούν τα ονόματα των ηθοποιών που τους ενσαρκώνουν, αμβλύνοντας ακόμα περισσότερο την παραπάνω εντύπωση.
Το στόρι, απέριττο, αλλά δραματουργικά περιεκτικό: Δυο άνθρωποι συναντιούνται τυχαία on-the-road – ή, για την ακρίβεια, σε ένα πλοίο που ταξιδεύει προς Κεφαλονιά. Εκεί, αποφασίζουν να περιπλανηθούν μαζί σε αναζήτηση του κατάλληλου μέρους να θάψουν ένα μεταλλικό κουτί που περιέχει τα λείψανα της θείας του Αντώνη. Τώρα, ξέρει και η Ελένη που πάει – γιατί πριν τον συναντήσει, έμοιαζε να μην έχει προορισμό. Είχε ανάγκη να φύγει, αφήνοντας πίσω οικογένεια και παιδί, ποιος ξέρει γιατί ή για πόσο.
Κατ’ αρχάς, μην φανταστείτε καμιά προχειροδουλειά, παρά το μικρό budget και την φτηνή κάμερα. Και εδώ είναι ο πρώτος άθλος του Γούση: Η ταινία του είναι ένα μικρό αισθητικό κομψοτέχνημα. Τα candy-colored χρώματα ξεπηδούν από την οθόνη, το καδράρισμα δεν αφήνεται ποτέ στην τύχη και, την ίδια στιγμή, δεν αισθάνεσαι ποτέ πως παρακολουθείς κάτι ψυχαναγκαστικά στιλιζαρισμένο – μια αίσθηση που μοιάζει να καταδιώκει το νεότερο ελληνικό σινεμά, σαν παιδική ασθένεια. Και θα ήταν έγκλημα αν το στιλιζάρισμα καταπλάκωνε τη σχέση των δυο ηρώων, που ο Γούσης παρακολουθεί πότε από κοντά, και πότε από απόσταση, λες και δε θέλει ο ίδιος να διαταράξει αυτή τη μαγική σύζευξη – γιατί είναι μαγικός ο τρόπος που η Τοπαλίδου και ο Τσιοτσιόπουλος «φορούν» το ένδυμα των χαρακτήρων τους, με μια αξιοθαύμαστη φυσικότητα που παραπέμπει – αν μου επιτρέπετε – στις καλύτερες στιγμές του σινεμά του Νίκου Γραμματικού (που έχω την αίσθηση πως θα εκτιμούσε αυτό το φιλμ).
Μπορεί να μην είναι η ελληνική ταινία που κατεβαίνει δυναμικά στο διεθνές φιλμικό γήπεδο για να μαζέψει τρόπαια και βραβεία, είναι όμως η ελληνική ταινία που κέρδισε την καρδιά μου φέτος. Θα μου πείτε «βραβείο είναι τώρα αυτό;». Ε, αυτό είχα να της δώσω. Και το πήρε – εύκολα.