Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Πώς είναι οι Έλληνες έπειτα από 20 μήνες πανδημίας; Διχασμένοι. «Οι μισοί πιστεύουν ότι η χώρα μας πηγαίνει προς τη σωστή κατεύθυνση, ενώ οι υπόλοιποι πιστεύουν το αντίθετο. Ωστόσο, δεν είναι το ίδιο μοιρασμένες όλες οι υποομάδες του πληθυσμού. Ένας σημαντικός παράγοντας που διαφοροποιεί το αποτέλεσμα είναι η ηλικία: οι πολίτες ηλικίας άνω των 65 που πιστεύουν ότι πάμε προς τη σωστή κατεύθυνση είναι υπερδιπλάσιοι από τους συνομηλίκους τους που πιστεύουν το αντίθετο. Στις ηλικίες 17-39, όμως, τα ποσοστά είναι ακριβώς ανάποδα. Η στάση των νεότερων είναι γενικά πιο απαισιόδοξη για σχεδόν όλα τα θέματα της πανδημίας, κάτι που επιβεβαιώνεται και από άλλες έρευνες και για άλλα θέματα, και αξίζει περαιτέρω διερεύνηση», σύμφωνα με την έβδομη κατά σειρά έρευνα της διαΝΕΟσις από την αρχή της πανδημίας.
Πώς είναι οι Έλληνες έπειτα από 20 μήνες πανδημίας; Νευρικοί. Όσοι δεν έχουν τα μάτια και τα αυτιά ερμητικά κλειστά, όσοι δεν συναιρούν την αδιαφορία με τον καγχασμό, τα βλέπουν. Κινήσεις, βλέμματα, σφιγμένους ώμους, ένταση, αυτό που αποκαλούμε κλίμα. Τ’ αγγίζουν στον δρόμο και στη δουλειά, στη συζήτηση που ξεφεύγει. Όχι μόνο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τα πήγαινε-έλα του ιού μάς έφεραν ξανά στην εποχή του εκνευρισμού ή μήπως «όπως και τα άτομα, όταν οι λαοί ακολουθούν τον δρόμο της παρακμής γίνονται νευρικοί και συναισθηματικοί»;
Ιδέα δεν έχω, αλλά μ’ αυτό το ρεύμα δυσθυμίας είμαστε παλιοί γνώριμοι από τη μνημονιακή επιδημία. Έχω την εντύπωση ότι παρίσταμαι στην εποχή του πολλαπλασιασμού του εχθρού. Εμβολιασμένοι εναντίον ανεμβολίαστων, μεγαλύτεροι εναντίον νεότερων, φοβισμένοι, ανθεκτικοί, διαλλακτικοί, συμπονετικοί, κυνικοί. Είναι που θα γινόμασταν με τον ιό ή εξαιτίας αυτού η καλύτερή μας εκδοχή. Σαρώνει η πανδημία, σαρώνει και η ανθρωποφαγία. Δεν θα μιλήσω για τους «αντί».
Τρελή κατάσταση, αλλά συνάμα θλιβερή. Δεν θα μιλήσω για τους «αντί», γιατί ίσως θα έπρεπε να φοβάμαι λιγότερο τον Τάδε Ταδόπουλο ή τη Δείνα Δεινοπούλου που δεν εμβολιάζονται από τον κ. Τάδε ή την κυρία Δείνα εντός μου. Αμετακίνητη απέναντι σε αμετακίνητους;
Δεν έχω φτάσει ακόμη εκεί. Ελπίζω. Ελπίζω να μη συνηθίζω τα «μη σώσουν» ή το «αυτός/ή το διάλεξε, μόνο να μείνει μακριά». Ελπίζω από απελπισία.