Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Το μισό του αποκαλούμενου Νόμπελ Οικονομίας -η επίσημη ονομασία του είναι «Βραβείο της Τράπεζας της Σουηδίας για τις Οικονομικές Επιστήμες εις μνήμην του Άλφρεντ Νομπέλ» και τα ονόματα των νικητών αναγράφονται στον εξωτερικό δακτύλιο του μεταλλίου αντί για την επιφάνειά του, όπως γίνεται με τα Νόμπελ που είχε προβλέψει στη διαθήκη του ο ίδιος ο Άλφρεντ- απονέμεται στον Ντέιβιντ Καρντ για τις εμπειρικές συνεισφορές του στα οικονομικά της εργασίας, που είναι hard.
Τουλάχιστον τα «στερεότυπα», όπως αναφέρει η επιτροπή του 53ου βραβείου είναι. ‘Η μήπως είναι κάτι άλλο; Οι ιδέες των οικονομολόγων ή των πολιτικών, που έχουν και θεωρητική υποστήριξη από οικονομολόγους οδηγούν τις πολιτικές επιλογές; Εν τέλει είναι οι ιδέες ή μήπως υπάρχουν οικονομολόγοι πρόθυμοι να απορρίψουν τα οικονομικά τους πρότυπα, όταν αυτά έρχονται σε σύγκρουση με τις πολιτικές τους ροπές;
«Οι μελέτες του (σ.σ.: του Καρντ) στην αρχή του ‘90 έθεσαν σε αμφισβήτηση τα στερεότυπα, πράγμα που οδήγησε σε νέες αναλύσεις και σε νέες προοπτικές. Τα αποτελέσματα των ερευνών του υπογράμμισαν ιδιαίτερα το γεγονός ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν επιφέρει απαραίτητα μείωση του αριθμού των θέσεων εργασίας».
Τόσα χρόνια, αρκετοί αναλυτές παρουσίαζαν την αύξηση του κατώτατου μισθού περίπου σαν μία από τις πληγές του Φαραώ. Τι ότι θα έχει απρόβλεπτες, αρνητικές συνέπειες και θα επιβαρύνει την οικονομία, τι ότι δυσκολεύει την είσοδο στην αγορά εργασίας και αυξάνει την ανεργία, τι ότι σπέρνει ελπίδες και θα θερίσει λεπίδες...
Ιδέες - ασπίδες του κυρίαρχου μοντέλου. Όπως του Νομπελίστα (1995) Ρόμπερτ Λούκας, που σε ένα άρθρο του στο Journal of Political Economy ισχυριζόταν ότι η ανεργία είναι εθελοντική και αποτέλεσμα ορθολογικής απόφασης του ατόμου να δουλεύει λιγότερο -υποθέτω έως καθόλου- όταν οι μισθοί είναι χαμηλοί. Αργότερα, βέβαια, παραδέχτηκε το λάθος, αν και το μεγαλύτερό του ήταν ότι είχε αποδεχτεί την ειδική ρήτρα στη συμφωνία διαζυγίου του, επτά χρόνια νωρίτερα.
«Η γυναίκα λαμβάνει το 50% του κάθε βραβείου Νόμπελ», τόνιζε η ρήτρα, με ημερομηνία λήξης 31 Οκτωβρίου του 1995. Αυτή είναι πρόβλεψη που και στη δοκιμασία της πραγματικότητας αντέχει και σε άλλους, πλην του πρώην ζεύγους, επίπτωση δεν έχει.