Του Γιώργου Καββαθά*
Παρά το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία έχει εξέλθει από τα προγράμματα προσαρμογής, είναι σαφές ότι ακόμα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι με τους μακροοικονομικούς δείκτες να ευημερούν, αλλά στην πραγματική οικονομία τα προβλήματα παραμένουν και μάλιστα να είναι δισεπίλυτα.
Το σταδιακό άνοιγμα των οικονομικών δραστηριοτήτων, σε συνδυασμό με την πρόοδο των εμβολιασμών, δημιούργησε μια πρόσκαιρη αισιοδοξία και μαζί την ελπίδα ότι η σκοτεινή παρένθεση που άνοιξε τον Μάρτιο του 2020 επιτέλους κλείνει. Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα όλα τα στοιχεία συνηγορούν ότι και ο φετινός χειμώνας θα είναι δύσκολος. Η άρση των περιορισμών σε σχέση με το 2020 δεν ισοδυναμούν με επιστροφή στην κανονικότητα. Πλήθος στοιχείων επιβεβαιώνει, δυστυχώς, ότι για μια ακόμη φορά θα αναγκαστούμε να πούμε «κάθε φέτος και χειρότερα ή κάθε πέρυσι και καλύτερα» και αυτό καθώς σύμφωνα και με τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας εκτιμάται πως το 2021 αναμένεται να χαθούν άλλες 75 εκατ. θέσεις εργασίας και η αύξηση της απασχόλησης μέχρι το 2023 δεν θα είναι επαρκής ούτε για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας, αλλά ούτε και για όσους έχασαν τη δουλειά τους μέσα στην πανδημία.
Με βάση το εξαμηνιαίο δελτίο οικονομικού κλίματος μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ, που αφορά το δεύτερο εξάμηνο του 2020:
- 1 στις 4 επιχειρήσεις έχει ληξιπρόθεσμες φορολογικές και ασφαλιστικές οφειλές.
- 1 στις 4 επιχειρήσεις δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις προς προμηθευτές και στην έγκαιρη πληρωμή των λογαριασμών ενέργειας.
- 1 στις 3 επιχειρήσεις δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις ασφαλιστικές και φορολογικές της υποχρεώσεις και στις υποχρεώσεις ενοικίου.
- 1 στις 2 επιχειρήσεις που έχει τραπεζικό δάνειο δεν θα καταφέρει να ανταποκριθεί στην καταβολή των δόσεων.
Επιπλέον το 38% των επιχειρήσεων έχει εκφράσει φόβους τι το επόμενο διάστημα θα αναγκαστούν να διακόψουν τις δραστηριότητές τους εξαιτίας των δυσβάστακτων υποχρεώσεων που τους δημιούργησε η πανδημία.
Για πρώτη φορά έχουμε μια σαφή εικόνα του δύσκολου επιχειρηματικού κλίματος και παράλληλα ένα ηχηρό καμπανάκι κινδύνου που δείχνει ότι επιχειρήσεις οι οποίες πριν από την πανδημία επιβίωναν έστω και με δυσκολίες, πλέον αδυνατούν να τα καταφέρουνκαι ίσως σύντομα βρεθούν εκτός αγοράς αν και τους επομένους μήνες συνεχίσει να επελαύνει η πανδημία!
Στη βάση των παραπάνω εύκολα διαπιστώνουμε ότι το μέλλον των μικρομεσαίων επιχειρήσεων μόνο ανθηρό και ευοίωνο δεν είναι και αυτό παρά την έκταση των μέτρων που έλαβε η κυβέρνηση το προηγούμενο διάστημα (με βάση τις επίσημες ανακοινώσεις το 2020 δόθηκαν 24 δισ. ευρώ και από την αρχή του 2021 ως σήμερα 12 δισ. ευρώ).
Το ερώτημα που προκύπτει φυσικά δεν είναι εάν διατέθηκαν χρήματα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, αλλά αν τα κεφάλαια αυτά κατανεμήθηκαν ορθολογικά σε εκείνους που θα έπρεπε να τα λάβουν. Η εκτίμηση της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ) είναι πως όχι!
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε ένα μεγάλο ποσοστό τους βρέθηκαν αποκλεισμένες από τις «χρηματοδοτικές ενέσεις», όπως αποκλεισμένες είναι και από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Το αρνητικό αποτύπωμα που έχει αφήσει η πανδημία στις ΜμΕ είναι και μαζί τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και καλούνται να επιλύσουν, ανάμεσά τους και οι ανεξόφλητες υποχρεώσεις τους από τους προηγουμένους μήνες της πανδημίας.
Υπό αυτές τις συνθήκες και με δεδομένο το νέο κύμα της πανδημίας που βρίσκεται σε εξέλιξη, η επανεκκίνηση για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις φαντάζει άπιαστο όνειρο. Όπως άπιαστο όνειρο τείνει να γίνει και η επανεκκίνηση συνολικά της οικονομίας καθώς θα είναι αδύνατη χωρίς να είναι ενεργός ο μεγαλύτερος εργοδότης της χώρας, που είναι οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Αν λοιπόν θέλουμε μετά το πέρας της πανδημίας η επανεκκίνηση να αφορά όλους και να αποτραπεί ένα κύμα λουκέτων και απολύσεων για χιλιάδες ΜμΕ, η κυβέρνηση θα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της και να στηρίξει και πάλι τις επιχειρήσεις που το έχουν ανάγκη προχωρώντας με γενναίες κινήσεις ακόμα και σε παραγραφή των χρεών που δημιουργήθηκαν εν μέσω πανδημίας για τις ΜμΕ.
Άλλωστε η πολιτεία διαθέτει εκείνα τα στοιχεία που θα βοηθήσουν ώστε να διαπιστωθεί ποιες επιχειρήσεις βρίσκονται στο όριο της επιβίωσης και χρήζουν άμεσης στήριξης. Ως ΓΣΕΒΕΕ έχουμε θέσει το αίτημα της διαγραφής χρέους και των στοχευμένων μέτρων στις επιχειρήσεις που τα χρειάζονται. Τώρα είναι η στιγμή να μπουν τα θεμέλια για το μέλλον ώστε και οι ΜμΕ να είναι παρούσες και μετά το πέρας της πανδημίας όταν αυτό θα έρθει. Γιατί για να υπάρξει επανεκκίνηση της οικονομίας δεν θα πρέπει να λείπει κανείς!