Η χώρα έχει φέτος περισσότερα όπλα στη διάθεσή της ενώ και όλοι οι δείκτες που σχετίζονται με την περίθαλψη είναι σαφώς βελτιωμένοι, ανέφερε, από το βήμα της Βουλής, ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας, Βασίλης Κοντοζαμάνης εξηγώντας πως η Ελλάδα επιστρέφει πλέον στην κανονικότητα.
«Φέτος η χώρα επιστρέφει στην κανονικότητα, σε διαφορετικές συνθήκες από ό,τι έγινε πέρυσι, μετά το πρώτο κύμα της πανδημίας. Υπάρχει μια κάμψη στα επιδημιολογικά δεδομένα, βελτιώνεται η κατάσταση και αυτοί οι δείκτες είναι που μας έδωσαν τη δυνατότητα να μπορούμε να επιστρέψουμε στην κανονικότητα», ανέφερε ο υφυπουργός Υγείας και πρόσθεσε:
«Φέτος έχουμε περισσότερα όπλα, σε σχέση με πέρυσι. Έχουμε τα εμβόλια, αναπτύσσεται το απαιτούμενο τείχος ανοσίας, έχουμε τα self tests ως επιπλέον εργαλείο για να έχουμε μια σαφή επιδημιολογική εικόνα στη χώρα. Όλοι οι δείκτες που έχουν να κάνουν με την περίθαλψη είναι σαφώς βελτιωμένοι σε σχέση με πέρυσι. Όλα αυτά μας δίνουν τη δυνατότητα με ασφάλεια να επιστρέψουμε στην κανονικότητα».
Ο κ. Κοντοζαμάνης έδωσε και στοιχεία για τις μεταλλάξεις. «Γνωρίζετε ότι το μεταλλαγμένο στέλεχος που επικρατεί στην Ελλάδα είναι το Β117, γνωστό και ως βρετανικό στέλεχος. Πιο συγκεκριμένα, τα μεταλλαγμένα στελέχη που έχουν ταυτοποιηθεί τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες έχουν ως εξής:
Χίλια εννιακόσια τριάντα τρία ταυτοποιήθηκαν ως Β117, που είναι το βρετανικό στέλεχος και τα περισσότερα από αυτά προέρχονται από τυχαία δειγματοληψία, εκ των οποίων χίλια εννιακόσια τριάντα ένα ήταν εγχώρια και δύο σχετιζόμενα με ταξίδι, πεντακόσια σαράντα οκτώ ταυτοποιήθηκαν ως τρία άλλα στελέχη, το Β11318, Β1351 και το Β16722, με την πλειονότητα να προέρχεται από στοχευμένο έλεγχο», είπε ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας.
Ο κ. Κοντοζαμάνης κλήθηκε να απαντήσει σε επίκαιρη ερώτηση του τομεάρχη Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ, Ανδρέα Ξανθού με θέμα: «Έλλειμα αξιολόγησης των self-tests - αδιαφάνεια για τα επιδημιολογικά δεδομένα και τον έλεγχο των μεταλλάξεων του SARS-CoV-2 στην Ελλάδα».
«Από τη πρώτη στιγμή η κυβέρνηση είπε και τόνισε ότι το self test είναι ένα εργαλείο το οποίο θα το χρησιμοποιήσουμε συμπληρωματικά στη στρατηγική μας για την επιδημιολογική επιτήρηση στη χώρα. Και αυτό κάναμε. Ούτε σταμάτησαν οι έλεγχοι PCR ή ταχέων αντιγονικών τεστ ούτε πρόκειται να σταματήσουν και μάλιστα αυξάνονται. Το δε εργαλείο αυτό με επιτυχία χρησιμοποιείται και από άλλες χώρες, όπως τη Μεγάλη Βρετανία, στα σχολεία και σε άλλες δραστηριότητες, προκειμένου να επανέλθουν στην κανονικότητα», ανέφερε ο κ. Κοντοζαμάνης και πρόσθεσε: «Είναι μια μέθοδος, ένα εργαλείο που ουσιαστικά μας δίνει τη δυνατότητα να εντοπίσουμε ασυμπτωματικούς ασθενείς και αυτό είναι πολύ χρήσιμο για όλους, προκειμένου να βγάλουμε συμπεράσματα και να μπορέσουμε να ελέγξουμε τη μετάδοση και τη διασπορά του ιού».
Αναφορικά με την αξιοπιστία του self test, ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας υπογράμμισε ότι οι συσκευές που διατίθενται από το κράτος στους πολίτες για τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου έχουν ιδιαίτερα αυστηρές προδιαγραφές. «Κατ' αρχάς, θα πρέπει να έχουν αξιολογηθεί από φορέα στην Ευρωπαϊκή Ένωση με ευαισθησία 80% στα άτομα που θεωρούνται μεταδοτικά, σε τουλάχιστον εκατό δείγματα και ειδικότητα 99% σε άτομα που δεν έχουν τον ιό, δηλαδή είναι αρνητικά σε PCR σε τουλάχιστον διακόσια δείγματα.
Και αυτές οι προδιαγραφές είναι πολύ πιο αυστηρές απ' αυτές που έχουν τεθεί στις λίστες συσκευών ταχέως αντιγόνου, που αναγνωρίζονται αμοιβαία εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου ενδεικτικά το όριο της ειδικότητας έχει τεθεί στο 97%. Ο λόγος που θέσαμε αυτές τις υψηλές προδιαγραφές είναι για να μειώσουμε τα ποσοστά των ψευδώς θετικών και αρνητικών, που όποια μέθοδο κι αν εφαρμόσεις θα υπάρχουν», τόνισε ο κ. Κοντοζαμάνης.
«Είμαστε σε μια φάση αργής αλλά εύθραυστης αποκλιμάκωσης της πανδημίας και για αυτό χρειάζεται ακριβής επιδημιολογική εικόνα, τόσο ως προς τα κρούσματα όσο και ως προς την επικράτηση των μεταλλάξεων. Η κυβέρνηση έχει προωθήσει ως βασικό «εργαλείο» επιδημιολογικής επιτήρησης τα self-test, μια διαγνωστική μέθοδο τελείως επισφαλή, που δεν έχει δοκιμαστεί στην Ευρώπη και δεν έχει αξιολογηθεί στη χώρα μας», ανέφερε ο τομεάρχης Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ Ανδρέας Ξανθός.
Ο κ. Ξανθός δήλωσε ότι τα self test ήταν πολιτική επιλογή της κυβέρνησης για να «χρυσώσει το χάπι» του επισφαλούς ανοίγματος όλων των κρίσιμων τομέων της οικονομικής και κοινωνικής ζωής σε μια περίοδο υψηλής διασποράς του ιού στο γενικό πληθυσμό. Ανέφερε ότι ο συνολικός δείκτης θετικότητας τους είναι 0,2-0,3% όταν το αντίστοιχο ποσοστό για τα rapid-test είναι πάνω από 3-4%, ενώ από τα επιβεβαιωτικά τεστ που διενεργούνται, μόνο το 10% αποδεικνύεται πραγματικά θετικό, άρα η ειδικότητα της μεθόδου είναι εξαιρετικά χαμηλή.
«Πρόκειται δηλαδή για μια αναξιόπιστη μέθοδο που δεν συμβάλλει στην καλή επιδημιολογική επιτήρηση της πανδημίας και άρα το «υγειονομικό ρίσκο» που παίρνει η κυβέρνηση σε αυτή τη φάση είναι πολύ μεγάλο, Σε συνδυασμό μάλιστα», ανέφερε ο κ. Ξανθός, «με τις μεγαλοστομίες για την πορεία των εμβολιασμών (τα ποιοτικά στοιχεία των οποίων, όπως το ποσοστό κάλυψης των ηλικιωμένων, των ευπαθών ομάδων και των υγειονομικών, είναι προβληματικά) και το κλίμα χαλάρωσης που έχει δημιουργηθεί με ευθύνη της κυβέρνησης, η πορεία των υγειονομικών εξελίξεων δεν φαίνεται καθόλου ευοίωνη».
Η λύση που προκρίνει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, τόνισε ο κ. Ξανθός, είναι η διενέργεια εκτεταμένων και αξιόπιστων διαγνωστικών ελέγχων με μοριακά και rapid test, τα οποία θα συνταγογραφούνται από γιατρούς, θα καλύπτονται δωρεάν από τον ΕΟΠΥΥ και θα διενεργούνται από επαγγελματίες υγείας στα δημόσια και ιδιωτικά εργαστήρια. Μόνο έτσι μπορεί να διασφαλιστεί η εγκυρότητα των αποτελεσμάτων και η ειλικρινής δήλωση τους στον ΕΟΔΥ.