Επίκαιρη ερώτηση προς τον υπουργό Υγείας κατέθεσε σήμερα ο τομεάρχης Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ Ανδρέας Ξανθός σχετικά με την επισφάλεια και τους κινδύνους που προκαλεί πολιτική επιδημιολογικής επιτήρησης της κυβέρνησης μέσω self-test για τη διαχείριση της πανδημίας και τον έλεγχο των μεταλλάξεων, τονίζοντας ότι είναι μια διαγνωστική μεθοδολογία που δεν έχει δοκιμαστεί και ότι μόνο συμπληρωματικό ρόλο μπορεί να έχει σε μια στρατηγική έγκαιρης διάγνωσης.
Το πλήρες κείμενο της ερώτησης
Θέμα: Έλλειμα αξιολόγησης των self-tests – αδιαφάνεια για τα επιδημιολογικά δεδομένα και τον έλεγχο των μεταλλάξεων του SARS-CoV-2 στην Ελλάδα
Η κυβέρνηση, μετά από την αποτυχημένη διαχείριση του 3ου επιδημικού κύματος που οδήγησε στην υγειονομική τραγωδία της Αττικής αλλά και μετά από 5 μήνες αναποτελεσματικού lockdown, έκανε την πολιτική επιλογή να ανοίξει σταδιακά όλους τους κρίσιμους τομείς της οικονομίας και την κοινωνίας με βασικό «εργαλείο» τα self-tests.
Επισημάναμε από την αρχή ότι αυτή είναι μια διαγνωστική μεθοδολογία που δεν έχει δοκιμαστεί και ότι μόνο συμπληρωματικό ρόλο μπορεί να έχει σε μια στρατηγική έγκαιρης διάγνωσης και αντιμετώπισης ατόμων με ασυμπτωματική λοίμωξη covid-19 σε αυτή τη φάση της πανδημίας. Ενώ, αντίθετα, το κύριο βάρος πρέπει να δοθεί σε αξιόπιστους ελέγχους με μοριακά και rapid test που διενεργούνται από πιστοποιημένα εργαστήρια του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
Η κυβέρνηση, παρότι στα λόγια αναφέρεται σε «συμπληρωματικό εργαλείο», στην πράξη θεωρεί ότι τα self-test είναι το «κλειδί» για την επιστροφή στην κανονικότητα, μεταθέτοντας την ευθύνη της διεξαγωγής τους από το Σύστημα Υγείας στους πολίτες και αποδίδοντας τους περίπου την ίδια βαρύτητα και επιδημιολογική σημασία με τους εμβολιασμούς !
Με δεδομένη λοιπόν την πλήρη έλλειψη δημοσιοποιημένων στοιχείων από τη χώρα μας για την ευαισθησία και ειδικότητα αυτών των τεστ και άρα με σοβαρό κίνδυνο ψευδώς αρνητικών ( αλλά και ψευδώς θετικών) αποτελεσμάτων, η γενίκευση της χρήσης τους ως βασικού προληπτικού διαγνωστικού ελέγχου, είναι ιδιαίτερα επισφαλής.
Σε συνδυασμό μάλιστα με το έλλειμμα διαφάνειας και ενημέρωσης για τους εργαστηριακούς ελέγχους που αφορούν την παρουσία μεταλλάξεων του SARS-CoV-2 στην Ελλάδα, το «υγειονομικό ρίσκο» είναι πολύ μεγάλο και η ανησυχία της κοινωνίας δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με επικοινωνιακούς όρους και με ανεύθυνες διαβεβαιώσεις των υπουργών ότι «όλα είναι υπό έλεγχο».
Επειδή δεν υπάρχει ακριβής εικόνα για τα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα που αφορούν τη χρήση των self-tests σε εβδομαδιαία βάση( συνολικός αριθμός, ποσοστό θετικότητας, στοιχεία ανά κοινωνική ομάδα και ηλικία, συσχέτιση με τα επιβεβαιωτικά τεστ που διενεργούνται επί θετικού αποτελέσματος κλπ), πληροφορίες που είναι εντελώς απαραίτητες για την αξιολόγηση της πορείας της πανδημίας και τη λήψη των κατάλληλων μέτρων.
Επειδή είναι κρίσιμης σημασίας η κατανόηση της επιδημιολογίας των μεταλλάξεων του SARS-CoV-2 στη χώρα μας και δεν υπάρχει εικόνα ούτε για τον τρόπο επιλογής και την αντιπροσωπευτικότητα των δειγμάτων που εξετάζονται για γονιδιακό έλεγχο ( genome sequencing), ούτε για τα αποτελέσματα του.
Ερωτάται ο κ.Υπουργός
1. Έχει γίνει αξιολόγηση της συμβολής των self–tests στην ανίχνευση ασυμπτωματικών φορέων του SARS-CoV-2 στη χώρα και με ποια στοιχεία γενικεύεται η χρήση τους σε όλους του τομείς της οικονομίας και της κοινωνικής ζωής ;
2. Ποια είναι η επιδημιολογική εικόνα των μεταλλάξεων του ιού στην Ελλάδα και πόσο αυτές επηρεάζουν την πορεία της πανδημίας ; Πως και με ποια στοιχεία ενημερώνονται οι διεθνείς βάσεις δεδομένων ;