Την απόδοση ποινικών ευθυνών για την πυρκαγιά στο Μάτι, τον Ιούλιο του 2018, σε βάρος του τότε υποδιοικητή Υπηρεσίας Εναέριων Μέσων ΕΛ.ΑΣ Χαράλαμπου Συρογιάννη, ζητεί με διάταξή της η αντεισαγγελέας Εφετών Ζωή Νικολάου.
Στην Εισαγγελία Εφετών είχαν προσφύγει συγγενείς θυμάτων της φονικής πυρκαγιάς, μετά την απόρριψη της μήνυσης που είχαν καταθέσει στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών, σε βάρος του Χαράλαμπου Συρογιάννη, αλλά και του αντιστράτηγου ε.α. πρώην αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ. Αριστείδη Ανδρικόπουλου.
Στη μήνυσή τους, οι συγγενείς των θυμάτων υποστήριζαν ότι οι μηνυόμενοι «δια της συμπεριφοράς τους συνέβαλλαν αιτιωδώς στο να χάσουν τη ζωή τους στις 23/7/2018 κατά την εκδήλωση της πυρκαγιάς που εκδηλώθηκε στη περιοχή Μάτι Αττικής οι μητέρες τους». Ωστόσο, με εισαγγελική διάταξη που εκδόθηκε, κρίθηκε ότι δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις «ώστε να δικαιολογείται η άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος των εγκαλουμένων».
Η εισαγγελέας Εφετών με τη διάταξη που εξέδωσε ζήτησε την άσκηση δίωξης σε βάρος του Χαράλαμπου Συρογιάννη, αναφέροντας μάλιστα πως η έκταση της ποινικής ευθύνης του εγκαλούμενου θα πρέπει «να διερευνηθεί στα πλαίσια της ήδη διενεργούμενης κύριας ανακρίσεως σε συνδυασμό με το σύνολο του εκεί συλλεγέντος και πληρέστερου αποδεικτικού υλικού».
Συγκεκριμένα αναφέρει:
«Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι ο δεύτερος εγκαλούμενος ετύγχανε υψηλόβαθμός αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία ως Σώμα Ασφαλείας συμμετέχει στην αντιμετώπιση κάθε έκτακτης ανάγκης που προκύπτει σε συνεργασία με συναρμόδιες υπηρεσίες, ενώ ως Υποδιοικητής της Υ.Ε.Μ.Ε.Α. ειδικότερα, (που συγκροτεί τη Δ/νση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων) είχε υποχρέωση συμβολής στη διάσωση θυμάτων με διάθεση δυνάμεων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση σοβαρών και εξαιρετικά επικίνδυνων καταστάσεων και ασφαλώς μεν θα ήταν πιθανόν επικίνδυνη η αυθαίρετη απογείωση των ελικοπτέρων της Υπηρεσίας Ε.Μ.Ε.Α. παρακάμπτοντας τους αξιωματικούς της Π.Υ. και του Ε.Σ.Κ.Ε. κατά τη διαχείριση και το συντονισμό των εμπλεκόμενων φορέων για την αντιμετώπιση της πυρκαγιάς, αφού άλλωστε ως ισχυρίζεται ο εγκαλούμενος δεν είχε υποβληθεί και κάποιο συγκεκριμένο αίτημα, προς τούτο, από το Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας ωστόσο, όφειλε εκ της θέσεως του να κινητοποιήσει την υπηρεσία στην οποία προΐστατο, ερχόμενος ο ίδιος σε άμεση συνεννόηση και σύμπραξη με το Ε.Σ.Κ.Ε. της Π.Υ., διαθέτοντας τα εναέρια μέσα της υπηρεσίας του προς παροχή βοήθειας – πληροφοριών προς απεγκλωβισμό κατοίκων από τα μέτωπα της πυρκαγιάς σε συνεννόηση και με τις λοιπές επίγειες και εναέριες δυνάμεις που επιχειρούσαν στο συμβάν, ενώ αξίζει να σημειωθεί πως από το ελλιπές αποδεικτικό υλικό της υπό κρίσιν δικογραφίας δεν μπορεί να εξαχθεί και ασφαλές συμπέρασμα για το υπό ποιες συνθήκες και εάν υπήρξε συνεννόηση μεταξύ των εμπλεκομένων Σωμάτων Ασφαλείας. Εξάλλου, τα εναέρια μέσα που διέθετε, όπως προκύπτει και από τις μαρτυρικές καταθέσεις αστυνομικών υπηρετούντων στην Υ.Ε.Μ.Ε.Α. ήταν εξοπλισμένα με προβολείς και κάμερες με δυνατότητα μετάδοσης εικόνας ακόμη και κατά τη διάρκεια της νύκτας με θερμική απεικόνιση και αναμφίβολα θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην ασφαλή και έγκαιρη απομάκρυνση κατοίκων και παραθεριστών από τις πληττόμενες περιοχές».
Αντίθετα, με την ίδια διάταξη ζητεί να απορριφθεί το σκέλος της προσφυγής που αφορά στον Αριστείδη Ανδρικόπουλο, αναφέροντας ότι «όπως διαπιστώθηκε ο κ. Ανδρικόπουλος την ημέρα της πυρκαγιάς αλλά και την επόμενη βρισκόταν σε νόμιμη άδεια, την οποία είχε αιτηθεί από τις 20 Ιουλίου του 2018.»