Από την έντυπη έκδοση
Της Ελίζα Φερέιρα,
Επίτροπος Συνοχής και Μεταρρυθμίσεων της Ε.Ε.
Λένε ότι το μεγαλείο αποκαλύπτεται σε περιόδους κρίσης. Αν ισχύει κάτι τέτοιο, τότε σήμερα πρέπει να ξεπεράσουμε τα όριά μας καθώς βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τη χειρότερη πανδημία του αιώνα, τη χειρότερη οικονομική και κοινωνική κρίση των τελευταίων δεκαετιών - και μάλιστα χωρίς να συνυπολογίζουμε απαιτητικούς μακροπρόθεσμους μετασχηματισμούς, από την ψηφιακή επανάσταση μέχρι την οικονομία με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα.
Πρέπει να προσαρμοστούμε στον φρενήρη ρυθμό καινοτομιών όπως η τηλεργασία και η τηλεκπαίδευση. Η κατάσταση που βιώνουμε μας υπενθυμίζει επίσης πολύτιμα πράγματα που θεωρούσαμε δεδομένα, όπως την υγεία μας και τις κοινωνικές μας επαφές. Κυρίως, όμως, αυτές οι αλλαγές μας αναγκάζουν να διερωτηθούμε: «Τι μέλλον θέλουμε - για την Ελλάδα και για την Ευρώπη; Πώς μπορούμε να προσαρμοστούμε στο νέο, διατηρώντας παράλληλα τα καλύτερα στοιχεία του παλιού που είχαμε;».
Ως Ευρωπαίοι οφείλουμε να απαντήσουμε σ’ αυτό το ερώτημα από κοινού, γιατί ένα πράγμα είναι σαφές: καμία χώρα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνη της αυτήν την κατάσταση. Χρειαζόμαστε την Ευρώπη σε περιόδους κρίσης -οι ενιαίες διαπραγματεύσεις για την προμήθεια εμβολίων μας έδωσαν πολύ μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη από εκείνη που θα είχε οποιαδήποτε μεμονωμένη χώρα.
Αλλά χρειαζόμαστε την Ευρώπη και για την ανάκαμψη -είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιούμε σε τέτοια κλίμακα την πιστοληπτική αξιολόγηση ΑΑΑ της Ευρώπης για να δανειστούμε από τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Το αποτέλεσμα θα είναι να συγκεντρωθούν 672,5 δισ. ευρώ (312,5 δισ. ευρώ με τη μορφή επιδοτήσεων και 360 δισ. ευρώ με τη μορφή δανείων) στο πλαίσιο ενός επενδυτικού ταμείου για την ανάκαμψη: του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η πολιτική συνοχής, με περίπου 375 δισ. σε επενδυτικές ενισχύσεις για την περίοδο 2021-27, παραμένει μία από τις μεγαλύτερες επενδυτικές πολιτικές της Ευρώπης. Επομένως, σε συνεργασία με τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, θα διαδραματίσουμε κομβικό ρόλο τόσο στην υπέρβαση της κρίσης όσο και στην επίτευξη ανάκαμψης.
Η ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης χαρακτηρίζεται από τη σύγκλιση μεταξύ των χωρών. Ωστόσο, η πείρα δείχνει ότι σε περιόδους κρίσης η σύγκλιση μπορεί να επιβραδυνθεί, να διακοπεί ή ακόμη και να αντιστραφεί. Ήδη, υπάρχουν ενδείξεις ότι ο συμμετρικός κλυδωνισμός της νόσου Covid-19 προκαλεί ασύμμετρες επιπτώσεις στις περιφέρειές μας. Αυτό καταδεικνύει τη σημασία που έχει η συνοχή ως εργαλείο μακροπρόθεσμης ανάπτυξης όχι μόνο σε «κανονικές συνθήκες», αλλά και σε καιρούς κρίσης και στον απόηχό τους.
Μάλιστα, η συνοχή παράγει ήδη αποτελέσματα. Από πέρυσι τον Απρίλιο που ξεκίνησε η κρίση, μέσω της Πρωτοβουλίας Επενδύσεων για την Αντιμετώπιση του Κορονοϊού, στηρίξαμε τις περιφέρειες που είχαν τη μεγαλύτερη ανάγκη. Και εξακολουθούμε να το κάνουμε, παρέχοντας αναπνευστήρες στην Ισπανία, εργαστηριακές εξετάσεις για την ανίχνευση του κορονοϊού στην Ιταλία, υποδομές και κατάρτιση για την ψηφιακή σχολική εκπαίδευση στην Πολωνία και στην Κροατία - και αυτά αναφέρονται απλώς ενδεικτικά.
Μέχρι σήμερα έχουμε ήδη κινητοποιήσει πάνω από 22 δισ. ευρώ σε ολόκληρη την Ευρώπη. Μπορείτε να παρακολουθείτε τις επενδύσεις σε σχεδόν πραγματικό χρόνο στον ειδικό μας ιστότοπο. Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές είχαμε προμηθεύσει κεφάλαια κίνησης σε σχεδόν 500.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις για να τις κρατήσουμε σε λειτουργία και είχαμε στηρίξει 2,5 εκατ. άτομα που εργάζονταν με βραχυπρόθεσμες ρυθμίσεις εργασίας ή στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης.
Όμως, ενώ θα συνεχίσουμε τον αγώνα μας για να συγκρατήσουμε την πανδημία, χρειαζόμαστε επίσης ένα σχέδιο για σταθερή και μακροπρόθεσμη ανάκαμψη. Με τη χρηματοδότηση από την πολιτική συνοχής και τον νέο Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, πολλές χώρες και περιφέρειες θα διαθέτουν, τα επόμενα χρόνια, ευρωπαϊκό επενδυτικό προϋπολογισμό διπλάσιο ή τριπλάσιο απ’ ό,τι συνήθως.
Για την Ελλάδα αυτό σημαίνει συνδυασμένη βοήθεια από την Ε.Ε. ύψους σχεδόν 40 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις τα επόμενα χρόνια: περίπου 21,3 δισ. στο πλαίσιο της πολιτικής για τη συνοχή και πάνω από 17,3 δισ. από τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Το ποσό αυτό συνιστά σημαντική αύξηση όσον αφορά την ένταση της στήριξης σε σύγκριση με την τρέχουσα περίοδο και θα δώσει στην ελληνική οικονομία την αναγκαία ώθηση για την ανοικοδόμησή της μετά την κρίση. Η εισροή επενδύσεων θα μπορούσε να βοηθήσει την Ελλάδα να βελτιώσει την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα, να πραγματοποιήσει τον ψηφιακό μετασχηματισμό των εταιρειών, των δημόσιων υπηρεσιών και της κοινωνίας, να εργαστεί για την ενεργειακή απόδοση και να στραφεί προς βιώσιμες μεταφορές.
Τα κονδύλια της Ε.Ε. θα πρέπει επίσης να διοχετευθούν για την ανάπτυξη ικανοτήτων των εθνικών, των περιφερειακών και των τοπικών αρχών και να προωθήσουν την εδαφική συνοχή. Η Ελλάδα θα λάβει επίσης περίπου 830 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης για την ελάφρυνση του κοινωνικού κόστους, που συνεπάγεται η μετάβαση για τις περιφέρειες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα ορυκτά καύσιμα, ιδίως την εξόρυξη λιγνίτη.
Τι επενδύσεις θα κάνουμε προκειμένου να αξιοποιήσουμε αυτή τη μοναδική ευκαιρία που μας παρουσιάστηκε; Πώς θα καταρτίσουμε τα 7ετή προγράμματα συνοχής, ξεκινώντας ήδη από φέτος; Πώς οραματιζόμαστε την Ελλάδα και την Ευρώπη μετά από 10 χρόνια; Προτείνω 3 βασικές προτεραιότητες.
Πρώτον, η ανάκαμψη πρέπει να αφορά όλους τους Ευρωπαίους και όλες τις περιφέρειες. Το μάθημα της οικονομικής ιστορίας είναι σαφές: σε κάθε κρίση ορισμένες περιφέρειες ανακάμπτουν, ενώ άλλες μπορεί να παραμείνουν στάσιμες για μία δεκαετία ή και περισσότερο. Στις συναντήσεις μου με τους υπεύθυνους για τη λήψη αποφάσεων σε όλα τα επίπεδα, πάντα επιμένω ότι δεν μπορούμε να έχουμε ανάκαμψη για τη μισή Ευρώπη, αφήνοντας την άλλη μισή στο περιθώριο! Ωστόσο, εξακολουθώ να ανησυχώ για τις μακροπρόθεσμες τάσεις: εδώ και πάνω από μια δεκαετία η Επιτροπή δημοσιεύει τακτικά έναν δείκτη περιφερειακής ανταγωνιστικότητας. Για αρκετά κράτη-μέλη ο δείκτης αυτός δείχνει ότι υπάρχει ένα επίμονο και διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ ελάχιστων μεγάλων πόλεων, συχνά πρωτευουσών, και της υπόλοιπης χώρας. Αν δεν αναληφθεί δράση, κινδυνεύουμε στο μέλλον να έχουμε μεγάλες ανισορροπίες.
Η εστίαση της προσοχής σε έναν μόνο πόλο ανάπτυξης μειώνει την ανθεκτικότητα της οικονομίας και αποτελεί πηγή κοινωνικής διαίρεσης. Οι χώρες πρέπει να επενδύσουν στρατηγικά σε διάφορες περιφέρειες, σ’ ένα ισορροπημένο δίκτυο μεγάλων κέντρων και μικρότερων και μεσαίων πόλεων, έτσι ώστε ολόκληρη η επικράτεια να παραμείνει οικονομικά δραστήρια, με τοπικές επιχειρήσεις και ποιοτικές θέσεις εργασίας, δημόσιες μεταφορές, ενεργειακά δίκτυα, συστήματα ανακύκλωσης και αποβλήτων, υποδομές υγειονομικής περίθαλψης, εκπαίδευσης και δεξιοτήτων.
Δεύτερον, οι επενδύσεις πρέπει να στοχεύουν στις κινητήριες δυνάμεις του μακροπρόθεσμου οικονομικού μετασχηματισμού. Η Ευρώπη είναι έτοιμη για έναν μεγάλο διττό μετασχηματισμό: την ψηφιακή επανάσταση και τη μετάβαση σε μια οικονομία με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα. Επομένως, για να ανασυγκροτήσουμε την ευρωπαϊκή μας οικονομία μετά την κρίση της Covid-19 δεν μπορούμε απλώς να ανακατασκευάσουμε το παλιό οικοδόμημα, πρέπει να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία για να φτιάξουμε κάτι καινούργιο.
Τα κράτη-μέλη πρέπει να χαράξουν διαχρονικές στρατηγικές ανάπτυξης, αξιοποιώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που παρουσιάζει το καθένα τους και αναπτύσσοντας νέες ικανότητες. Τουλάχιστον οι μισές από τις νέες επενδύσεις στον τομέα της συνοχής θα αφορούν έξυπνα και πράσινα έργα, τα οποία θα εκτείνονται από τα δίκτυα καινοτομίας και τις ψηφιακές επιχειρήσεις μέχρι τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Προβλέπονται επίσης ειδικές διατάξεις για συγκεκριμένες προκλήσεις, όπως για τις περιφέρειες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα ορυκτά καύσιμα, ιδίως την εξόρυξη άνθρακα ή τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα -το νέο Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης θα στηρίξει αυτές τις περιφέρειες κατά τη μετάβασή τους.
Στην Ευρώπη έχουμε κοινή αντίληψη σχετικά με το πού θέλουμε να βρισκόμαστε το 2030. Επομένως, χρειαζόμαστε σαφή εθνικά οράματα τα οποία να περιγράφουν τους στόχους που θέτει κάθε χώρα για την επόμενη δεκαετία. Αυτές οι ολοκληρωμένες στρατηγικές θα πρέπει να περιλαμβάνουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό των εθνικών διοικήσεων, πολιτικών και πλαισίων. Θα πρέπει επίσης να αναφέρουν λεπτομερώς τις αντίστοιχες ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις, συμπεριλαμβανομένης της ευρωπαϊκής στήριξης, που απαιτούνται για την υλοποίησή τους. Οι εν λόγω εθνικές στρατηγικές ολοκληρωμένης ανάπτυξης αποτελούν την καλύτερη βάση ώστε όλες οι ευρωπαϊκές επενδύσεις -τα διάφορα ταμεία της πολιτικής συνοχής και ο Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας- να μεγιστοποιήσουν την αποτελεσματικότητα, τη συμπληρωματικότητα και τις συνέργειές τους.
Τρίτον, οι τοπικοί φορείς και οι πολίτες πρέπει να είναι πλήρεις εταίροι. Λαμβάνουμε θεμελιώδεις αποφάσεις για το μέλλον, και αυτές οι αποφάσεις μεγάλης εμβέλειας απαιτούν ευρεία διαβούλευση. Στην πολιτική συνοχής είμαστε προσηλωμένοι στην «αρχή της εταιρικής σχέσης», η οποία εξασφαλίζει τη σύμπραξη των περιφερειακών και τοπικών φορέων, των κοινωνικών εταίρων και των κοινοτήτων. Δεσμεύομαι προσωπικά να διασφαλίσω ότι κατά την κατάρτιση των προγραμμάτων στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής η ταχεία δράση θα συνδυάζεται με μια πραγματική εταιρική σχέση.
Ο στόχος για μια Ευρώπη πιο κοντά στους πολίτες υπερβαίνει την αρχή της εταιρικής σχέσης, εξασφαλίζει ότι η διαθέσιμη χρηματοδότηση φτάνει σ’ αυτούς. Οι πολίτες πρέπει να βλέπουν τα οφέλη της συμμετοχής στην Ε.Ε., τα απτά αποτελέσματα της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης στην καθημερινή τους ζωή.
Καθώς δοκιμαζόμαστε στον στίβο της ιστορίας έχουμε μια μοναδική ευκαιρία να ανοικοδομήσουμε και να σχεδιάσουμε την Ευρώπη που θέλουμε. Ας διαμορφώσουμε μια Ευρώπη χωρίς αποκλεισμούς, όπου όλες οι περιφέρειες θα συμμετέχουν στην ανάκαμψη και κανένας Ευρωπαίος, καμία Ευρωπαία δεν θα μείνει στο περιθώριο. Ας διαμορφώσουμε μια Ευρώπη ανθεκτική στις προκλήσεις του μέλλοντος, που θα προετοιμάσει το έδαφος για την επιτυχημένη ψηφιακή επανάσταση και την επιτυχημένη μετάβαση σε μια οικονομία με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα. Και όλα αυτά ας αποφασιστούν με διαδικασίες απόλυτα δημοκρατικών διαβουλεύσεων και συμπράξεων. Αυτή είναι η πολιτική συνοχής που θέλω να δω να αποτυπώνεται στον προγραμματισμό των επόμενων μηνών. Και αυτή είναι η Ευρώπη που θέλω να δω να διαμορφώνεται σε μια δεκαετία και μετά από αυτήν. Αν συμμερίζεστε το όραμά μου, σας παροτρύνω να συμμετάσχετε στη συζήτηση. Έχει έρθει η ώρα να κάνουμε τη διαφορά.