Από την έντυπη έκδοση
Tου Ραγκουράμ Τζ. Ρατζάν, πρώην κυβερνήτης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Ινδίας, είναι καθηγητής Οικονομικών στη σχολή Booth School of Business του Πανεπιστημίου του Σικάγο.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν μετά την πανδημία θέλει να «χτίσει καλύτερα» τις ΗΠΑ. Είναι ένας ευρέως αποδεκτά κοινός στόχος. Αλλά τι ακριβώς σημαίνει αυτό και πώς πρέπει να το κάνουμε;
Είναι σαφές ότι πρέπει να οικοδομήσουμε ξανά με περισσότερη ισότητα στις ευκαιρίες. Πολλές κοινότητες στις ΗΠΑ και οπουδήποτε αλλού στον ανεπτυγμένο κόσμο θα μπορούσαν να υπάρχουν σε μια φτωχή χώρα: υποβαθμισμένα σχολεία, υποδομές υπό κατάρρευση και αυξανόμενα επίπεδα κοινωνικής δυσλειτουργίας, συμπεριλαμβανομένων του εγκλήματος και της κατάχρησης ουσιών.
Αυτές οι κοινότητες έχουν συρρικνωθεί καθώς εκείνοι που βρήκαν αλλού ευκαιρίες τις εγκατέλειψαν, αφήνοντας όλους τους υπόλοιπους σε ένα ακόμη βαθύτερο «μίγμα» απελπισίας. Ορισμένες από αυτές τις κοινότητες βρίσκονται σε μειονεκτική θέση για μεγάλο χρονικό διάστημα, αφού χτυπήθηκαν από το προηγούμενο κύμα ανεργίας προκαλούμενο από το εμπόριο ή την τεχνολογία, όπως κι άλλες κοινωνίες επλήγησαν πιο πρόσφατα από παρόμοιους λόγους. Όμως, η τεχνολογία και το εμπόριο δημιούργησαν επίσης νέες δυνατότητες για την οικονομική δραστηριότητα σε αυτές τις κοινότητες και επομένως προοπτικές για οικονομική αναβίωση. Η πανδημία του Covid-19 ανάγκασε πολλούς να εργαστούν από το σπίτι και να συνδέονται με τους συναδέλφους τους μέσω του διαδικτύου, υποβαθμίζοντας σε μεγάλο βαθμό οποιοδήποτε στίγμα σχετιζόταν προηγουμένως με αυτήν τη συνθήκη. Μετά τη λήξη της πανδημίας, πολλές εταιρείες θα προσφέρουν στους υπαλλήλους τους τη δυνατότητα να πηγαίνουν στο γραφείο μόνο όταν κρίνεται απαραίτητο.
Αλλαγή κατοικίας
Σε αυτήν την περίπτωση, το σπίτι ενός εργαζομένου δεν χρειάζεται να βρίσκεται στην ίδια κομητεία ή ακόμα και στην ίδια πολιτεία με το γραφείο του. Καθώς οι ειδικευμένοι εργαζόμενοι στις πόλεις αναζητούν φθηνότερες, με λιγότερο συνωστισμό περιοχές για να μεγαλώσουν την οικογένειά τους, ορισμένοι ίσως θέλουν να επιστρέψουν στις ρίζες τους -σε μέρη που έφυγαν πριν από πολύ καιρό. Και με τις προσωπικές επαγγελματικές συναντήσεις να πραγματοποιούνται με μικρότερη συχνότητα, ολόκληρες εταιρείες μπορούν επίσης να μετεγκατασταθούν. Αυτές οι τάσεις θα ενισχύσουν τη ζήτηση για τα αγαθά και τις υπηρεσίες σε τοπικό επίπεδο, δημιουργώντας περισσότερες θέσεις εργασίας.
Η τεχνολογία όχι μόνο βοηθά στη διάδοση της οικονομικής δραστηριότητας γεωγραφικά, αλλά μπορεί επίσης να συνδέσει τις απομακρυσμένες περιοχές με όλες τις αγορές. Όπως επισημαίνει ο Άνταμ Ντάβινσον στο βιβλίο του «The Passion Economy: The New Rules for Thriving in the Twenty-First Century», οι διαδικτυακές πλατφόρμες επιτρέπουν στις μικρές επιχειρήσεις να διαφημίζουν εξειδικευμένα προϊόντα παγκοσμίως, επιτρέποντας σε πιθανούς αγοραστές να τα βρουν. Για παράδειγμα, οι Γουένγκερς, μια οικογένεια Άμις στο Οχάιο, έχουν ιδρύσει μια επιχείρηση που ακμάζει και πουλάει υπερσύγχρονο εξοπλισμό για τα αγροκτήματα αλόγων -μια εξειδικευμένη αγορά αν υπήρξε ποτέ- σε άλλα αγροκτήματα Άμις στις ΗΠΑ.
Δεν μπορεί κάθε κοινότητα να ευδοκιμήσει κάτω από αυτές τις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Χρόνια ανεπαρκών επενδύσεων σε υποδομές, συμπεριλαμβανομένων των ευρυζωνικών, πάρκων και σχολείων, μπορεί να καταστήσουν ορισμένες κοινότητες ελκυστικές στους καλά αμειβόμενους επαγγελματίες και τις οικογένειές τους. Τα υψηλά επίπεδα εγκληματικότητας και κατάχρησης ουσιών θα μπορούσαν να κρατήσουν τις επιχειρήσεις μακριά. Και οι εργαζόμενοι στις περιοχές αυτές μπορεί να χρειασθεί να επαν-εκπαιδευτούν για τις νέες εξειδικευμένες θέσεις εργασίας.
Οι κοινότητες μπορεί να χρειασθεί να αλλάξουν για να προσελκύσουν την οικονομική δραστηριότητα, αλλά πώς θα το επιτύχουν χωρίς την ύπαρξη πρότερης οικονομικής δραστηριότητας; Η δελεαστική αλλά λανθασμένη απάντηση είναι να εστιάσουμε αποκλειστικά μόνο στη λύση. Τα μαζικά προγράμματα που αποδίδουν σε μια πρωτεύουσα κράτους ή πολιτείας δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν συγκεκριμένες προκλήσεις μιας τοπικής κοινότητας. Για μια κοινότητα, το μεγαλύτερο πρόβλημα μπορεί να είναι η απουσία γρήγορης και προσιτής πρόσβασης στα δίκτυα μεταφορών· για μια άλλη, μπορεί να είναι η έλλειψη ασφαλών σημείων για τους νέους. Οι κάτοικοι μιας κοινότητας είναι εκείνοι που κατανοούν καλύτερα τις πιο επείγουσες ανάγκες.
Επενδύσεις σε «ζώνες ευκαιριών»
Η απάντηση περιλαμβάνει σίγουρα την ύπαρξη περισσότερης εξωτερικής χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων περαιτέρω φορολογικών επιδοτήσεων για την ενθάρρυνση των επενδύσεων στις «ζώνες ευκαιριών». Αυτό όμως δεν είναι αρκετό. Χωρίς μια αφοσιωμένη ηγεσία που θα επινοεί σχέδια για την αντιμετώπιση των συγκεκριμένων τοπικών προκλήσεων και μια αφοσιωμένη κοινότητα για να βοηθήσει και να παρακολουθεί το έργο της, τα κεφάλαια είναι πιο πιθανό να σπαταληθούν άσκοπα. Δυστυχώς, η χρόνια απελπισία μπορεί να εξαντλήσει την ηγεσία μιας κοινότητας και να καταστήσει τα μέλη της απαθή.
Τι θα μπορούσε να επιφέρει την αλλαγή; Μια πιθανότητα είναι η εθνική ή η πολιτειακή κυβέρνηση (ή οι φιλανθρωπικοί φορείς) να διεξάγει διαγωνισμούς για την επιδότηση ομάδων με καινοτόμες προτάσεις για έργα στις κοινότητές τους. Στην ιδανική περίπτωση, ένα έργο θα έχει την υποστήριξη της επίσημης ηγεσίας της κοινότητας (όπως το γραφείο του δημάρχου), αλλά δεν χρειάζεται απαραίτητα, εάν το έργο μπορεί να προχωρήσει χωρίς αυτή. Ωστόσο, η έκταση της προτεινόμενης συμμετοχής της κοινότητας στο έργο θα αποτελούσε σημαντικό κριτήριο για τη χρηματοδότηση. Έτσι, για παράδειγμα, ένας δημόσιος κήπος που δημιουργήθηκε και συντηρείται από την κοινότητα, είναι προτιμότερος από ένα πάρκο κατασκευασμένο από εργολάβους. Η ισχυρότερη ηγεσία της κοινότητας και η ευρύτερη τοπική δέσμευση θα πρέπει να αποτελούν σημαντικό εχέγγυο για τις χρηματοδοτούμενες προτάσεις.
Στους ηγέτες του έργου θα πρέπει επίσης να δοθεί η πρόσβαση σε επαγγελματίες συμβούλους, οι οποίοι θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση των αδυναμιών της πρότασής τους, καθώς και σε ηγέτες παρόμοιων έργων, έτσι ώστε να εμφανιστούν ad hoc ομάδες υποστήριξης. Φυσικά, δεν θα χρηματοδοτηθούν όλες οι προτάσεις, αλλά η διαδικασία τού να έρχονται μαζί οι ιδιώτες για να σχεδιάσουν ένα έργο, μπορεί να δημιουργήσει τον πυρήνα μιας νέας τοπικής ηγεσίας εάν η τρέχουσα «κοιμάται στο τιμόνι». Εάν ο διαγωνισμός επιδότησης μπορεί να αναζωογονήσει ή να παραγάγει περισσότερη ενέργεια, θα έχει λειτουργήσει. Επιπλέον, οι υποψήφιοι που δεν πήραν έγκριση θα μπορούσαν να υποβάλουν εκ νέου τις προτάσεις τους για τα έργα σε επόμενους διαγωνισμούς, αφού αντιμετωπίσουν τις προηγούμενες αδυναμίες, διατηρώντας έτσι τον ενθουσιασμό της αρχικής πρότασης.
Τέλος, τα διδάγματα από τις επιτυχημένες πρωτοβουλίες θα μπορούσαν να μοιραστούν με άλλες κοινότητες που αναζητούν δικά τους έργα, με στόχο τη δημιουργία ενός δικτύου μάθησης, που θα μπορούσε να μοιράζεται ιδέες, εμπειρογνωμοσύνη, βέλτιστες πρακτικές και κοινές παγίδες. Αυτή δεν είναι μια μάταιη θεωρία. Οι ανεπτυγμένες χώρες όπως ο Καναδάς δημιούργησαν τέτοια δίκτυα για να ενθαρρύνουν τις διορθώσεις από κάτω προς τα πάνω στα τοπικά προβλήματα, που μέχρι εκείνη τη στιγμή αψηφούσαν τις λύσεις. Οι ανεπτυγμένες χώρες ξοδεύουν τεράστια χρηματικά ποσά σε μια προσπάθεια να ανακάμψουν από την πανδημία. Θα είναι πραγματικά ντροπή εάν αυτά σπαταληθούν σε παλιά και κουρασμένα σχέδια που σπάνια λειτούργησαν. Τα χρήματα πρέπει να πηγαίνουν σε όσους χρειάζονται απεγνωσμένα νέες ευκαιρίες και ξέρουν πώς να τις δημιουργήσουν. Αυτή η προοπτική μπορεί να είναι μια από τις καλύτερες ελπίδες μας για την καλύτερη οικοδόμηση.
Copyright: Project Syndicate, 2021
www.project-syndicate.org