ΑΠΕΒΙΩΣΕ σήμερα σε ηλικία 89 ετών ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν, ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες της έβδομης τέχνης.
Προτού αποσυρθεί από τον κινηματογράφο, ο Μπέργκμαν είχε σκηνοθετήσει 60 ταινίες, οι οποίες σχεδόν όλες, συμπεριλαμβάνονται στις σημαντικότερες από καταβολής κινηματογράφου. Αφού απεσύρθη από τον κινηματογράφο, σκηνοθέτησε αρκετά έργα για το θέατρο, στην πατρίδα του τη Σουηδία.
H τελευταία ταινία του Mπέργκμαν ήταν το «Φάνι και Aλέξανδρος», που γυρίστηκε το 1982.
Του είχαν απονεμηθεί όλα τα υπάρxοντα κινηματογραφικά βραβεία, μεταξύ των οποίων τρία Oσκαρ, ο Xρυσός Φοίνικας και η Xρυσή Aρκτος, ενώ είχε ανακηρυxθεί επίτιμος διδάκτορας του πανεπιστημίου της Στοκxόλμης.
Ο Σουηδός σκηνοθέτης και σεναριογράφος γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου 1918 στην Ουψάλα, μεγάλωσε όμως στη Στοκχόλμη. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο Τμήμα Ιστορίας και Φιλολογίας του πανεπιστημίου της πόλης άρχισε να ασχολείται με τη σκηνοθεσία, πρώτα στο θέατρο και στη συνέχεια στον κινηματογράφο. Εργάστηκε στα σημαντικότερα θέατρα της Σουηδίας ανεβάζοντας έργα των Στρίντμπεργκ, Σαίξπηρ, Λουίτζι Πιραντέλο, Αλμπέρ Καμύ, Ουίλιαμς, Ζαν Ανούιγ, Μπέρτολντ Μπρεχτ, Τσέχοφ, αλλά και δικά του.
Παράλληλα σκηνοθέτησε μεγάλο αριθμό ταινιών με σενάρια που έγραψε ο ίδιος, με τις οποίες αναδείχτηκε διεθνώς ως ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του κινηματογράφου. Κύρια θέματα των ταινιών του είναι η αδυναμία ουσιαστικής επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, η αντιπαράθεση του ανθρώπου με τον εαυτό του και με τον Θεό και η αμφισβήτηση του τελευταίου, η ανάλυση των διαπροσωπικών σχέσεων και κυρίως των σχέσεων μεταξύ των δύο φύλων και η αναζήτηση του νοήματος της ζωής.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 και μετά εγκαταλείπει τη χρήση συμβολισμών και αλληγοριών που κυριαρχούσαν σε παλαιότερες ταινίες του (Έβδομη σφραγίδα, ¶γριες φράουλες, Η τριλογία της Σιωπής) και περνά σε περισσότερο λιτές σκηνοθεσίες, ερευνώντας κυρίως τη γυναικεία ψυχοσύνθεση και την προσπάθεια του ανθρώπου να γνωρίσει του εαυτό του.
Από τα γυρίσματα της ταινίας «Κραυγές και ψίθυροι». Δεξιά ο σκηνοθέτης.
Από το 1970 και μετά γύρισε τις ταινίες Η επαφή (1970), Κραυγές και ψίθυροι (1972), Πρόσωπο με πρόσωπο (1975), Το αυγό του φιδιού (1977), Φθινοπωρινή σονάτα (1978) και Οι μαριονέτες (1980). Σε αντίθεση με άλλους μεγάλους σκηνοθέτες που τήρησαν αρνητική στάση απέναντι στην τηλεόραση, σκηνοθέτησε πολλές τηλεοπτικές διασκευές θεατρικών έργων, αλλά και σειρές ή ταινίες για την τηλεόραση που μεταφέρθηκαν και στον κινηματογράφο, συχνά σε συντομότερες εκδοχές, όπως Σκηνές από έναν γάμο (1973), Ο μαγεμένος αυλός (1974), το ντοκιμαντέρ Οι άνθρωποι του Φάρο (1979), το αυτοβιογραφικό Φάννυ και Αλέξανδρος (1983), που απέσπασε πολλά βραβεία σε διεθνή φεστιβάλ, μεταξύ των οποίων και Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το 1984, και το Μετά την πρόβα (1984). Μετά το γύρισμα της τελευταίας του ταινίας, συνέχισε να ασχολείται με τη σκηνοθεσία στο θέατρο και με τη συγγραφή σεναρίων, κάποια από τα οποία γυρίστηκαν ταινίες, όπως Οι καλύτερες προθέσεις (1991) του Μπιλ ¶ουγκουστ και Το παιδί της Κυριακής (1992) του γιου του Ντάνιελ Μπέργκμαν.
Το 1987 εξέδωσε την αυτοβιογραφία του με τον τίτλο Η μαγική κάμερα και το 1990 μια συλλογή από σκέψεις του με τον τίτλο Εικόνες.
Όπως προαναφέρθηκε, για το συνολικό του έργο έχει τιμηθεί με πολλές διακρίσεις, όπως το Μεγάλο Χρυσό Παράσημο της Σουηδικής Ακαδημίας Γραμμάτων και Τεχνών (1977), το Βραβείο της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου και Τηλεόρασης (1987), το Ειδικό Βραβείο Φελίξ (1988) και το Βραβείο Ζόνινγκ του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης (1989). Επίσης, από το 1978 έχει θεσμοθετηθεί κινηματογραφικό βραβείο με το όνομά του από το Σουηδικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου.
Σε συνέντευξή του στη σουηδική τηλεόραση το 2000 ο Mπέργκμαν είχε δηλώσει ότι ο θάνατος το 1985 της συζύγου του Iνγκριντ τον έκανε να αδιαφορεί τελείως για τη δική του επιβίωση. «Hταν το πιο φρικτό πράγμα που συνέβη στη ζωή μου και με κατέστησε ανάπηρο... Tο γεγονός ότι δεν θα ξανασυναντήσω ποτέ την Iγκριντ είναι για μένα ολέθριο, μια φρικτή σκέψη».