Σε συνέχεια των δηλώσεων της @Pfizer, @Moderna και @AstraZeneca για την πρόοδο και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων τους, εντείνεται ολοένα ο προβληματισμός αναφορικά με την υποχρέωση ή μη εμβολιασμού και την στάση που πρόκειται να τηρήσουν οι κυβερνήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Η προστασία της δημόσιας υγείας θεμελιώνεται συνταγματικά στη γενική υποχρέωση του κράτους να «μεριμνά για την υγεία των πολιτών».
Επομένως, το ερώτημα που προκύπτει είναι εάν το κράτος, θα μπορούσε, στο πλαίσιο της συνταγματικής του υποχρέωσης, να επιβάλει περιορισμούς στην ελεύθερη βούληση και την προσωπική αυτονομία των πολιτών ατομικά προκειμένου να προστατεύσει το συλλογικό αγαθό της δημόσιας υγείας.
Είναι αδιαμφισβήτητο πως ο εμβολιασμός συνιστά ισχυρό όπλο για την πρόληψη της μετάδοσης ιδιαίτερα μολυσματικών ασθενειών, όπως ο Covid-19, ωστόσο η διενέργειά του εναπόκειται στην ελεύθερη βούληση του ατόμου, όπως ισχύει για κάθε ιατρική πράξη με βάση την αρχή της «συναίνεσης ύστερα από ενημέρωση».
Συνεπώς, ο εμβολιασμός δεν μπορεί να διενεργηθεί με (βίαιη) επέμβαση, καταναγκαστικά, στο σώμα κανενός χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του, διότι μια τέτοια πράξη θα ήταν αντίθετη με την αρχή της ανθρώπινης αξίας. Ζήτημα επομένως, αποτελεί αν μπορεί να εφαρμοστεί υποχρεωτικός εμβολιασμός και υπό ποιές προυποθέσεις.
Σε αυτό το ζήτημα έρχεται να δώσει απάντηση ο Ν. 4682/2020 ο οποίος προβλέπει ότι με σκοπό την αποφυγή κινδύνου εμφάνισης ή/και διάδοσης του κορωνοιού, ενδέχεται να επιβάλλονται μέτρα πρόληψης, υγειονομικής παρακολούθησης, καθώς και περιορισμού της διάδοσης της νόσου.
Αναφέρεται συγκεκριμένα, η δυνατότητα της Πολιτείας να λαμβάνει μεταξύ άλλων τα ακόλουθα μέτρα:
(α) υποχρεωτική υποβολή σε κλινικό και εργαστηριακό ιατρικό έλεγχο, υγειονομική παρακολούθηση, εμβολιασμό, φαρμακευτική αγωγή και νοσηλεία προσώπων, για τα οποία υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι μπορεί να μεταδώσουν άμεσα ή έμμεσα τη νόσο καθώς και
(β) επιβολή κλινικών και εργαστηριακών ιατρικών ελέγχων, καθώς και μέτρων προληπτικής υγειονομικής παρακολούθησης, εμβολιασμού, φαρμακευτικής αγωγής και προληπτικής νοσηλείας προσώπων που προέρχονται από περιοχές όπου έχει παρατηρηθεί μεγάλη διάδοση της νόσου. Αξιοσημείωτο δε είναι ότι στον ίδιο νόμο προβλέπεται φυλάκιση έως δύο (2) ετών σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.
Ιωάννα Μιχαλοπούλου
Δικηγόρος