Διάφορες ιδέες του Υπουργείου Παιδείας για αλλαγές στις Πανελλαδικές Εξετάσεις, και μάλιστα από φέτος, βλέπουν το φως της δημοσιότητας, αναστατώνοντας γονείς και μαθητές, που προσπαθούν να προετοιμαστούν για τις εξετάσεις, όπως μπορούν, με κλειστά σχολεία και φροντιστήρια.
Η βάση του 10, που κυριαρχούσε στις δηλώσεις της Υπουργού Παιδείας, πριν αναλάβει το Υπουργείο και τους πρώτους μήνες της υπουργίας της είχε δύο σκέλη: μία γενική βάση, έναν ελάχιστο αριθμό μορίων που έπρεπε να συγκεντρώσει ο υποψήφιος για να έχει δικαίωμα εισαγωγής στα ΑΕΙ και μία δεύτερη επιπλέον βάση που θα έθετε κάθε τμήμα χωριστά, αν ήθελε. Φαίνεται να εγκαταλείπονται και οι δύο αυτές βάσεις και να αντικαθίστανται από τη βάση σε ένα μάθημα που θα θεωρεί ως βασικό κάθε τμήμα. Για το αυθαίρετο του ελάχιστου αριθμού μορίων για να έχει δικαίωμα εισαγωγής ένας υποψήφιος έχουμε ήδη γράψει. Η βάση αυτή εφαρμόστηκε, απέτυχε και καταργήθηκε. Η νέα πρόταση για βάση σε ένα μάθημα, θα πρέπει να έχει τη σύμφωνη γνώμη του κάθε τμήματος. Αν ένα τμήμα θέλει να ορίσει βάση σε ένα μάθημα, ας το κάνει. Αν δεν θέλει ας μην το κάνει. Δεν είναι δουλειά του Υπουργείου Παιδείας να αποφασίζει τι πρέπει να γνωρίζει ο φοιτητής ενός τμήματος. Δε γίνεται κάθε τόσο να ακούμε για αυτονομία των Πανεπιστημίων και να μην έχουν την ελευθερία να ορίσουν ή όχι βάση για την εισαγωγή.
Η δεύτερη ιδέα είναι να μειωθεί ο αριθμός των τμημάτων που μπορούν να δηλώσουν οι υποψήφιοι στο μηχανογραφικό τους δελτίο, χωρίζοντας τις σχολές κάθε πεδίου σε ομάδες, με τους υποψηφίους να μπορούν να δηλώσουν τις σχολές μίας μόνο ομάδας. Γιατί; Δεν έχει λογική, λέει το Υπουργείο, να δηλώνουν οι υποψήφιοι εκατοντάδες σχολές και να εισάγονται τελικά σε κάποια σχολή κατά τύχη, για να ανακαλύψουν ότι δεν τους αρέσει και να καθυστερούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους και πολλές φορές να τις εγκαταλείπουν. Πράγματι δεν έχει νόημα και είναι λάθος να δηλώνεις εκατοντάδες σχολές στο μηχανογραφικό σου, αλλά δεν είναι αυτή η αιτία της δημιουργίας των λεγόμενων αιώνιων φοιτητών. Αν αυτό ήταν η αιτία θα ήταν πολύ απλό να λυθεί. Αν ισχύσει κάτι τέτοιο τότε η συμπλήρωση του μηχανογραφικού δελτίου από δήλωση προτιμήσεων θα γίνει… τέχνη, που θα απαιτεί αυξημένες γνώσεις πρόβλεψης και μπόλικη τύχη. Θα πρέπει να προβλέψουν οι υποψήφιοι να η ομάδα που τους ενδιαφέρει έχει υψηλή ζήτηση και να αποφασίσουν αν θα ρισκάρουν να δηλώσουν αυτή την ομάδα με την πιθανότητα να μείνουν εκτός ή αν θα επιλέξουν μία άλλη ομάδα χαμηλότερης ζήτησης, όπου, όμως, θα έχουν περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας. Αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό δεν έχει καμία σχέση με την επιλογή σπουδών αλλά με τεχνικά θέματα που θα αλλοιώνουν τις επιθυμίες των υποψηφίων. Γι’ αυτό και είναι απαράδεκτο. Φαίνεται ότι δεν έχουν μελετήσει τις συνέπειες των σκέψεών τους στο Υπουργείο Παιδείας, όπως ακριβώς και οι προηγούμενοι υπουργοί, που έκαναν αλλαγές στο πόδι.
Ο κοινός παρονομαστής όλων αυτών των προτάσεων είναι η δραστική μείωση του αριθμού των εισακτέων και η διοχέτευσή τους σε άλλες οδούς: ΙΕΚ και κολέγια. Πράγματι τα Πανεπιστήμιά μας δεν μπορούν να εκπαιδεύσουν τόσους φοιτητές με τόσο λίγους καθηγητές. Είμαστε η δεύτερη χώρα στην αναλογία καθηγητών προς φοιτητές με αναλογία 1:44. Βέβαια στην αναλογία αυτή υπολογίζονται και οι λιμνάζοντες φοιτητές, αλλά και πάλι είναι σχεδόν διπλάσια από το 1:23 που ισχύει στις περισσότερες χώρες. Η μείωση αυτή θα μπορούσε να επιτευχθεί με πολύ απλό τρόπο μειώνοντας τον αριθμό των εισακτέων κάτι για το οποίο διαμαρτύρονται χρόνια τώρα οι πανεπιστημιακοί μας δάσκαλοι. Γιατί δεν κάνει αυτό το απλό το Υπουργείο Παιδείας και προσπαθεί να επινοήσει μεθόδους που θα μειώσουν τον αριθμό των εισαγομένων με τεχνάσματα; Η διαφορά είναι η εξής: Αν μειώσει τον αριθμό των εισακτέων το Υπουργείο Παιδείας θα έχει πάρει μία απόφαση που θα προκαλέσει αντιδράσεις. Αν, όμως, θέσει περιορισμούς με τεχνάσματα θα φταίνε οι υποψήφιοι που δεν κατάφεραν να υπερβούν τα εμπόδια και να εισαχθούν στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Αυτός είναι ο στόχος των μέτρων.
Αυτό που οφείλει να κάνει το Υπουργείο Παιδείας είναι να λύσει τα προβλήματα που έχει το σύστημα εισαγωγής, ώστε να γίνει δίκαιο, και δεν το κάνει συστηματικά, χρόνια τώρα. Ας δούμε μερικά από τα προβλήματα που χρονίζουν, ζητούν λύση και κανείς δεν τα λύνει. Το πρώτο πρόβλημα είναι τα κοινά τμήματα. Τα τμήματα, δηλαδή, στα οποία εισάγονται υποψήφιοι που ενώ έχουν εξεταστεί σε διαφορετικά μαθήματα συγκρίνονται στα μόρια που συγκέντρωσαν από την εξέταση στα διαφορετικά μαθήματα. Οι μαθητές μαθαίνουν στο Δημοτικό ότι δεν μπορούμε να συγκρίνουμε μήλα με πορτοκάλια. Δεν μπορεί να το μάθει αυτό το Υπουργείο Παιδείας και έτσι φτάσαμε στο 34% των τμημάτων η εισαγωγή να γίνεται με εξέταση σε διαφορετικά μαθήματα. Κλασικό παράδειγμα τα Παιδαγωγικά. Άλλος εξετάζεται σε Αρχαία, Ιστορία και Κοινωνιολογία, άλλος σε Μαθηματικά, Φυσική και Χημεία, άλλος σε Βιολογία. Φυσική και Χημείαα και άλλος σε Μαθηματικά, Πληροφορική και Οικονομία. Το μόνο κοινό για όλους η Γλώσσα. Μετά συγκρίνονται ως προς τα μόρια και όποιος συγκεντρώσει τα περισσότερα εισάγεται, ανεξάρτητα από τα μαθήματα που έχει εξεταστεί. Πρόκειται για τον ορισμό της αδικίας, αφού κάποιες κατευθύνσεις είναι πολύ πιο δύσκολες από άλλες.
Το δεύτερο σημαντικό πρόβλημα είναι τα άσχετα με τις σπουδές στο Πανεπιστήμιο κριτήρια εισαγωγής. Για να εισαχθεί κάποιος στο τμήμα Μαθηματικών, για παράδειγμα, εξετάζεται σε Μαθηματικά, Φυσική και Χημεία. Αν κάποιος γράψει καλύτερα Χημεία θεωρείται ικανότερος να σπουδάσει Μαθηματικά από κάποιον που έγραψε μικρότερο βαθμό στη Χημεία. Να θυμίσουμε εδώ ότι η τελευταία φορά που βλέπει ένας Μαθηματικός Χημεία είναι τη μέρα που εξετάζεται σ’ αυτήν στις Πανελλαδικές. Δεν θα ξαναδεί ποτέ Χημεία στη ζωή του, όμως η εισαγωγή του στο τμήμα Μαθηματικών κρίνεται και από την επίδοσή του στη Χημεία. Αν έχει εξεταστεί σε Μαθηματικά, Πληροφορική και Οικονομία θα ήταν πιο κοντά στις σπουδές του. Η λύση, όμως, δεν είναι να ενταχθεί το τμήμα Μαθηματικών και στο 4ο Επιστημονικό Πεδίο, γιατί τότε θα γινόταν κοινή σχολή και θα είχαμε το προηγούμενο πρόβλημα. Θα ήταν πολύ πιο εύκολη η εισαγωγή από τα Οικονομικά και θα αδικούνταν οι υποψήφιοι από τις Θετικές Σπουδές, όπως συμβαίνει τώρα με τα τμήματα Πληροφορικής.
Τα προβλήματα αυτά είναι πολύ μεγάλα και δυναμιτίζουν την αξιοπιστία του εξεταστικού συστήματος. Φυσικά και υπάρχουν λύσεις, αλλά το Υπουργείο Παιδείας αρνείται να τα λύσει, προφανώς γιατί δεν ενδιαφέρεται. Ασχολείται μόνο πως θα περιορίσει τον αριθμό των εισαγομένων στην Ανώτατη Εκπαίδευση.