Του Φάνη Ζώη
[email protected]
Είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι το μέλλον της αυτοκίνησης είναι η ηλεκτροκίνηση. Μετά τις ανακοινώσεις της κυβέρνησης για τα κίνητρα απόκτησης ηλεκτρικών αυτοκινήτων, στόχος είναι ένα στα τρία οχήματα στην Ελλάδα έως το 2030 να είναι ηλεκτρικό.
Δεδομένοι ότι οι νέοι κανόνες εκπομπών ρύπων που αναμένεται να ισχύσουν από το 2021 στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλάζουν τα δεδομένα στην αυτοκίνηση, οι κατασκευαστές λανσάρουν στην αγορά ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα που έχουν μηδενικούς ρύπους και αρκετά μοντέλα διπλής ενέργειας (υβριδικά plug-in) προκειμένου να ρίξουν τον μέσο όρο των εκπομπών.
Σημειώνεται ότι με τα νέα όρια η γκάμα των μοντέλων κάθε κατασκευαστή δεν θα πρέπει να ξεπερνάει κατά μέσο όρο τα 95 γρ/χλμ. εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Αυτού του τύπου τα αυτοκίνητα αναμένεται να αποτελέσουν και τη λύση στο συγκεκριμένο πρόβλημα που καλούνται να λύσουν οι αυτοκινητοβιομηχανίες το 2021. Ωστόσο, μέχρι να περάσουμε εξ ολοκλήρου στη φάση της ηλεκτροκίνησης, τα αμέσως επόμενα χρόνια, λόγω των νέων ορίων, τα υβριδικά plug-in αυτοκίνητα αποτελούν τη λύση, καθώς συνδυάζουν ένα ή και περισσότερους ηλεκτροκινητήρες που δίνουν αυτονομία 50-70 ίσως και παραπάνω χιλιόμετρα για τη μετακίνηση στην πόλη και έναν κινητήρα εσωτερικής καύσης με ιδιαίτερα χαμηλούς ρύπους. Αυτός, μάλιστα, κατά τη διάρκεια της συνδυαστικής λειτουργίας δέχεται βοήθεια από τον ηλεκτροκινητήρα, γεγονός που συμβάλλει αποφασιστικά στη μείωση των ρύπων.
Η φετινή χρονιά αναμενόταν να ήταν μία σημαντική χρονιά για τα υβριδικά plug-in αυτοκίνητα, καθώς όλες οι αυτοκινητοβιομηχανίες είχαν επενδύσει πάνω σε αυτήν την τεχνολογία. Ωστόσο, η πανδημία του κορονοϊού έχει μεταθέσει τα σχέδια και τα πλάνα τους. Σε κάθε περίπτωση όμως η τάση είναι αυξητική καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνδέσμου Εισαγωγέων Αντιπροσώπων Αυτοκινήτων (ΣΕΑΑ), στο 9μηνο του 2020 παρατηρείται μια αύξηση της τάξης του 13,3% στα υβριδικά και 1,5% στα επαναφορτιζόμενα. Το σίγουρο είναι ότι πλέον τα καινούργια αυτοκίνητα θα μπαίνουν στην πρίζα. Με τον έναν (ηλεκτροκίνητα) ή τον άλλο τρόπο (υβριδικά plug-in).
Τα πλάνα των αυτοκινητοβιομηχανιών είναι να προωθήσουν την αμιγώς ηλεκτροκίνηση για αυτοκίνητα που κινούνται μέσα στην πόλη και τα υβριδικά plug-in οχήματα για όσους έχουν αυξημένες ανάγκες μετακίνησης και με προσανατολισμό τα ταξίδια.
Αυτό που προς το παρόν φρενάρει τις πωλήσεις ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων είναι η έλλειψη υποδομής για την ηλεκτροκίνηση, που όμως όσο περνούν τα χρόνια θα κερδίζει συνεχώς έδαφος, μετά τις αναμενόμενες αναβαθμίσεις των σημερινών μπαταριών και φυσικά της τιμής.
Στόχος των εταιρειών είναι μέχρι το τέλος του έτους να έχουν πωληθεί περί τις 2.000 ηλεκτρικά αυτοκίνητα, αμιγώς ηλεκτρικά και επαναφορτιζόμενα, λόγω και των κινήτρων που θέσπισε η κυβέρνηση, ενώ για το 2021 εκτιμάται ότι ο αριθμός αυτός μπορεί να διπλασιασθεί.
Εάν επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις της αγοράς, τότε ουσιαστικά θα μιλάμε για τετραπλασιασμό ήδη από φέτος των ηλεκτρικών αυτοκινήτων στην Ελλάδα, επίδοση ιδιαιτέρως ικανοποιητική. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνδέσμου Εισαγωγέων Αντιπροσώπων Αυτοκινήτων (ΣΕΑΑ), συνολικά το 2019 πωλήθηκαν στη χώρα μας 478 ηλεκτρικά αυτοκίνητα (είτε με συσσωρευτές - BEV είτε επαναφορτιζόμενα υβριδικά - PHEV) αποτελώντας μόλις το 0,42% των συνολικών πωλήσεων αυτοκινήτων.
Το πρώτο 9μηνο του 2020, πάντως, καταγράφεται ήδη αύξηση των πωλήσεων της εν λόγω κατηγορίας αυτοκινήτων, με το μερίδιο να διαμορφώνεται σε 14,8%.
Η αισιόδοξη -κατά πολλούς- εκτίμηση της αγοράς για την πώληση 2.000 αυτοκινήτων ήδη από την πρώτη χρονιά εφαρμογής των κινήτρων οφείλεται στο ότι αναμένεται να κάνουν χρήση αυτών κυρίως οι επιχειρήσεις για τον εταιρικό τους στόλο, καθώς και τα ταξί. Σε όλες τις χώρες, άλλωστε, η στόχευση για τη διείσδυση της ηλεκτροκίνησης, τουλάχιστον στα πρώτα στάδια, είναι οι επιχειρήσεις και λιγότερο οι ιδιώτες.
Το αποτύπωμα των ηλεκτρικών αυτοκινήτων
Αξίζει να αναφερθεί ότι σήμερα στην Αθήνα κυκλοφορούν περίπου 200.000 επιβατικά αυτοκίνητα μέσης ηλικίας 15 ετών. Εάν αυτά ήταν ηλεκτροκίνητα το περιβαλλοντικό αποτύπωμα που θα άφηναν θα είναι ιδιαίτερα μικρό σε σχέση με τα σημερινά οχήματα. Η «ανεπιθύμητη κληρονομιά», που αφήνει στη ζωή του ένα μέσο ηλεκτρικό επιβατηγό αυτοκίνητο, είναι περίπου 28 τόνοι διοξειδίου του άνθρακα (C02eq), δηλ. μειωμένη κατά 32 τόνους συγκριτικά με εκείνους ενός βενζινοκίνητου. Ο κινητήρας ενός ηλεκτρικού αυτοκινήτου είναι, κατά μέσο όρο, 25-28% αποδοτικότερος, συγκριτικά με ένα βενζινοκίνητο και περίπου 40% σε σχέση με ένα κινητήρα ντίζελ. Το κόστος χρήσης ενός συμβατικού επιβατικού οχήματος βενζίνης, αγοραστικής αξίας 20.000 ευρώ, με κατανάλωση 20 χλμ./λίτρο, συγκρινόμενο με το κόστος χρήσης ενός ηλεκτρικού αξίας 25.000 ευρώ, είναι αυξημένο κατά 54%, ενώ η απόσβεση για το υψηλότερο κόστος αγοράς είναι 5 χρόνια. Εάν η απόσταση που διανύεται μειώνεται στα 10.000 χλμ., ο χρόνος απόσβεσης είναι πάνω από 10 χρόνια. Είναι αποδεδειγμένο ότι σε ολόκληρο τον κύκλο ζωής του, ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο εκπέμπει μια συνολική ποσότητα C02eq μικρότερη από ένα συμβατικό, εσωτερικής καύσης (η απόδοση της μετατροπής της θερμικής ενέργειας του καυσίμου σε κινητική ενέργεια στους τροχούς «tank to wheel» είναι για ένα βενζινοκίνητο 21%, ενώ για ένα ηλεκτρικό φτάνει στο 64%). Ενώ στη χρήση το ενεργειακό όφελος είναι δεδομένο, το ίδιο δεν ισχύει για τη φάση κατασκευής του.
Βασικός παράγοντας για τη σύγκριση των ποσοτήτων των παραγόμενων ρύπων μεταξύ ενός ηλεκτρικού και ενός συμβατικού οχήματος είναι η σύνθεση του χρησιμοποιούμενου ενεργειακού μίγματος (δηλαδή το ποσοστό των ανανεώσιμων πηγών στη συνολική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας). Στην ιδανική περίπτωση παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας αποκλειστικά από ΑΠΕ, το ρυπαντικό βάρος στη χρήση μηδενίζεται σε σχέση με ένα συμβατικό όχημα, παραμένει όμως η επιβάρυνση που προέρχεται από τη διαδικασία κατασκευής του αμαξώματος, του κινητήρα, της μπαταρίας κ.λπ.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η χρήση ορυκτού φυσικού αερίου για την παραγωγή ηλεκτρισμού για τη φόρτιση των μπαταριών πλησιάζει τις ρυπογόνες ποσότητες ενός ντιζελοκίνητου επιβατικού αυτοκινήτου. Επιπλέον, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η διάρκεια ζωής των μπαταριών, που δεν υπερβαίνει τα 8 χρόνια (το κόστος αντικατάστασης πλησιάζει το κόστος αγοράς ενός μικρού βενζινοκίνητου οχήματος).
Με βάση το σημερινό ενεργειακό ισοζύγιο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η μείωση ρύπων από την κυκλοφορία των ηλεκτρικών οχημάτων, σε σχέση με τα συμβατικά, είναι 30%. Οι αναμενόμενες τεχνολογικές βελτιώσεις και ένα καλύτερο ενεργειακό μίγμα (μείωση του βάρους των ορυκτών καυσίμων), επιτρέπουν, με βάση το ΕΣΕΚ (Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα) να προβλέψουμε ότι η μείωση των ρύπων θα σταθεροποιηθεί στο επίπεδο των 255 gC02eq/KWh . Παρ’ όλα αυτά, είναι λογικό να αναμένουμε ότι οι κατασκευαστές θα επιδιώξουν να εκμεταλλευτούν τη βελτίωση της αποθηκευτικής ικανότητας των μπαταριών (ενεργειακή πυκνότητα) για την αύξηση της αυτονομίας των οχημάτων, αυξάνοντας έτσι και την εγκατεστημένη ισχύ, αφήνοντας αμετάβλητη τη συμμετοχή της κατασκευής των μπαταριών στις εκπομπές ρύπων.
Η βελτίωση του ενεργειακού μίγματος και οι τεχνολογικές εξελίξεις, με ορίζοντα το 2040, έτος ανθρακικής ουδετερότητας, προδιαγράφουν μια βελτιωτική πορεία και για τις δύο κατηγορίες: το βενζινοκίνητο θα είναι ελαφρύτερο κατά 6%, θα καταναλώνει λιγότερη βενζίνη κατά 37% και θα έχει βελτιώσει την αυτονομία του κατά 12%. Αντίστοιχα, ένα ηλεκτρικό (π.χ.. 36 kWh σήμερα και 55 το 2040), θα βελτιώσει την κατανάλωση κατά 29% και την αυτονομία του κατά 90%. (Ινστιτούτο Paul Scherrer). Σε ό,τι αφορά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, τα μεν βενζινοκίνητα θα βελτιωθούν κατά 33% και τα ηλεκτρικά κατά 20%, δηλαδή ένα ηλεκτρικό για όλη την προβλεπόμενη διάρκεια της ζωής του (200.000 χλμ), θα έχει εκπέμψει στην ατμόσφαιρα 23 τόνους, ενώ το βενζινοκίνητο περίπου 40. Στη χώρα μας, ο στόλος οχημάτων υπολογίζεται (στοιχεία 2018) περίπου στα 5,15 εκατ., η δε μέση ηλικία είναι πάνω από τα 15 χρόνια (το ένα τέταρτο είναι πάνω από 20). Το ΕΣΕΚ προβλέπει ότι μέχρι το 2030 θα πρέπει να αποσυρθούν από την κυκλοφορία 1,4 εκατ. οχήματα. Με τους σημερινούς ρυθμούς ο στόχος δεν μπορεί να επιτευχθεί (ετησίως αποσύρονται περίπου 45.000).
Τον περασμένο Αύγουστο η κυβέρνηση έθεσε σε εφαρμογή ειδικό πρόγραμμα επιδότησης για την αγορά ηλεκτρικών οχημάτων (περιλαμβανομένων ποδηλάτων, σκούτερ κ.λπ.) ύψους 100 εκατ. ευρώ. Τα κίνητρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για την αγορά ηλεκτρικού αυτοκινήτου είναι τα ακόλουθα:
- Για τα φυσικά πρόσωπα: Επιδότηση του 15% της αγοράς ή μίσθωσης αμιγώς ηλεκτρικού αυτοκινήτου (BEV) και μέχρι του ποσού των 5.500 ευρώ. Η επιδότηση υπολογίζεται επί της λιανικής τιμής προ φόρων. Επιπλέον επιδότηση 1.000 ευρώ εάν το ηλεκτρικό αυτοκίνητο αντικαθιστά παλαιό όχημα και 500 ευρώ για την αγορά και εγκατάσταση οικιακού σημείου φόρτισης. Επίσης, προβλέπεται επιδότηση 20% και έως 800 ευρώ για την αγορά ηλεκτρικού δικύκλου ή τρικύκλου και επιπλέον επιδότηση 400 ευρώ για την απόσυρση παλαιού δικύκλου και 40% και έως 800 ευρώ για την αγορά ηλεκτρικού ποδηλάτου.
- Για τα νομικά πρόσωπα: Επιδότηση 15% για την αγορά ή μίσθωση ελαφρών φορτηγών - βαν (έως 3,5 τόνοι). Η επιδότηση μπορεί να είναι έως 5.500 ευρώ στην περίπτωση φορτηγών BEV και έως 4.000 στην περίπτωση φορτηγών PHEV. Επιδότηση 15% και έως 5.500 ευρώ για επιβατηγά BEV και έως 800 ευρώ για ηλεκτρικό δίκυκλο και τρίκυκλο. Επιπλέον επιδότηση 1.000 ευρώ και 400 ευρώ για την απόσυρση παλαιού οχήματος και δικύκλου, αντιστοίχως.
- Για ιδιοκτήτες ταξί: Επιδότηση 25% και έως 8.000 ευρώ για την αγορά ή μίσθωση αυτοκινήτου BEV και 15% και έως 5.500 ευρώ για αυτοκίνητο PHEV με εκπομπές ρύπων έως 50 γρ. διοξειδίου του άνθρακα / χλμ. Για τους ιδιοκτήτες ταξί προβλέπεται επιπλέον μπόνους 2.500 ευρώ για την αντικατάσταση των παλαιών οχημάτων.
Πέραν των παραπάνω προβλέπονται και άλλα κίνητρα, όπως μηδενικά τέλη κυκλοφορίας, έκπτωση δαπάνης προσαυξημένη κατά 50% στην περίπτωση αγοράς BEV και κατά 30% για την αγορά PHEV, απαλλαγή της φορολόγησης ως παροχής σε είδος όταν παραχωρείται ηλεκτρικό όχημα σε εργαζόμενο, αύξηση απόσβεσης παγίου για την αγορά καθώς και για τη φόρτιση του αυτοκινήτου. Το νομοσχέδιο για τα κίνητρα στην ηλεκτροκίνηση περιλαμβάνει επίσης την επιβολή περιβαλλοντικού τέλους 4.000 ευρώ για τα εισαγόμενα μεταχειρισμένα ηλικίας άνω των 10 ετών.