Σκληρή επίθεση κατά των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας- της αποκαλούμενης «Big Tech» αποτελεί αναφορά επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, η οποία εξέτασε ζητήματα περί κατάχρησης ισχύoς από τέσσερις από τις μεγαλύτερες εταιρείες τεχνολογίας της χώρας.
Σύμφωνα με την αναφορά, πραγματοποιούσαν «killer acquisitions» («φονικές» εξαγορές) για να πλήττουν ανταγωνιστές, προέβαιναν σε υπέρογκες χρεώσεις και εξανάγκαζαν μικρές επιχειρήσεις σε «καταπιεστικά» συμβόλαια στο όνομα του κέρδους.
Όπως αναφέρει το Reuters, η υποεπιτροπή antitrust της Επιτροπής Δικαιοσύνης πρότεινε η Google, η Apple, η Amazon και το Facebook (με συνδυαστική αξία αγοράς άνω των 5 τρισ. δολαρίων) δεν θα έπρεπε ταυτόχρονα να έχουν δραστηριότητες και να ανταγωνίζονται σε σχετιζόμενους τομείς. Η επιτροπή επίσης πρότεινε δομικούς διαχωρισμούς, αλλά απέφυγε να πει ξεκάθαρα πως κάποια εταιρεία θα έπρεπε να διασπαστεί.
Η 449 σελίδων αναφορά είναι ιδιαίτερα σκληρή και αποτελεί το αποτέλεσμα μιας εκτενούς έρευνας του Κογκρέσου στη βιομηχανία τεχνολογίας. Μεταξύ άλλων, συστήνει δραστικές αλλαγές στους νόμους περί antitrust/ αθέμιτου ανταγωνισμού, και περιγράφει δεκάδες περιπτώσεις όπου οι εταιρείες προέβησαν σε κατάχρηση της ισχύος τους, αποκαλύπτοντας εταιρικές κουλτούρες με στόχο να γίνεται ό,τι είναι δυνατόν για τη διατήρηση της κυριαρχίας τους σε μεγάλο κομμάτι του Ίντερνετ.
«Για να το πούμε απλά, εταιρείες που κάποτε ήταν εύθραυστες, “underdog” νεοφυείς επιχειρήσεις, οι οποίες αμφισβητούσαν το status quo, έγιναν μονοπώλια σαν αυτά που είδαμε στην εποχή των βαρόνων του πετρελαίου και των σιδηροδρόμων» σημειώνεται σχετικά στην αναφορά.
Εν αναμονή της αναφοράς, η Amazon προειδοποίησε την Τρίτη σε blog post της για «ακραίες αντιλήψεις περί antitrust» και παρεμβάσεις στην αγορά που θα «σκότωναν τους ανεξάρτητους εμπόρους και θα τιμωρούσαν τους καταναλωτές, εξαναγκάζοντας μικρές επιχειρήσεις να βγουν από δημοφιλή online καταστήματα, αυξάνοντας τιμές και μειώνοντας τις επιλογές των πελατών».
Η Google σε ανακοίνωσή της λέει πως ανταγωνίζεται «δίκαια σε μια ταχέως κινούμενη και πολύ ανταγωνιστική βιομηχανία. Διαφωνούμε με την αναφορά, που περιλαμβάνει ετεροχρονισμένους και ανακριβείς ισχυρισμούς από εμπορικούς ανταγωνιστές για το Search και άλλες υπηρεσίες».
Το Facebook αυτοχαρακτηρίστηκε «Αμερικανικό success story», απαντώντας στην αναφορά. «Ανταγωνιζόμαστε με ένα μεγάλο εύρος υπηρεσιών με εκατομμύρια, ακόμα και δισεκατομμύρια χρηστών. Οι εξαγορές είναι μέρος κάθε βιομηχανίας, και ένας μόνο τρόπος που καινοτομούμε με νέες τεχνολογίες για να παρέχουμε περισσότερη αξία στους ανθρώπους».
Η Apple σχολίασε πως «ο λεπτομερής έλεγχος είναι λογικός και κατάλληλος, μα διαφωνούμε έντονα με τα συμπεράσματα».
Της επιτροπής ηγήθηκε ο Δημοκρατικός Ντέιβιντ Σισιλίνι, και η έρευνα διήρκεσε έναν χρόνο, περιλαμβάνοντας 1,3 εκατ. έγγραφα και πάνω από 300 συνεντεύξεις. Όπως διαπιστώθηκε, οι εταιρείες διαχειρίζονταν αγορές όπου επίσης ανταγωνίζονταν, δημιουργώντας έτσι «μια κατάσταση που τους επιτρέπει να γράφουν ένα σετ κανόνων ενώ παίζουν με ένα άλλο».
Μεταξύ άλλων, συστήνεται να απαγορεύεται στις εταιρείες να λειτουργούν σε πολύ κοντινούς τομείς επιχειρηματικής δραστηριότητας. Όπως σημειώνει το Reuters, αν και δεν κατονομάστηκε κάποια εταιρεία, αυτό θα μπορούσε να υποδεικνύει πως η Google, η οποία πραγματοποιεί δημοπρασίες για χώρο online διαφημίσεων και συμμετέχει σε αυτές, θα έπρεπε εν δυνάμει να διαχωρίσει, ή να μην δραστηριοποιείται καν, στους δύο τομείς. Επίσης, ερωτηματικά τίθενται και για θέματα όπως η εξαγορά του Instagram από το Facebook: Το Instagram το 2012 ήταν μικρό και όχι ιδιαίτερα ισχυρό, μα ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ είδε τις δυνατότητές του και σημείωσε πως «δημιουργεί δίκτυα ανταγωνιστικά με το δικό μας» και «θα μπορούσε να μας δημιουργήσει προβλήματα», σύμφωνα με την αναφορά.
Μεταξύ άλλων, σύμφωνα με το BBC, η αναφορά σημειώνει πως το Facebook έχει «δύναμη μονοπωλίου» στην αγορά κοινωνικής δικτύωσης, την οποία διατηρεί χρησιμοποιώντας το πλεονέκτημα δεδομένων του για να «αποκτά, αντιγράφει ή σκοτώνει» ανερχόμενες απειλές. Επίσης, υποστηρίζεται πως η Google μονοπώλησε τις online διαφημίσεις και διαφημίσεις μέσω μιας σειράς «τακτικών αθέμιτου ανταγωνισμού», περιλαμβανομένων προνομίων στο δικό της περιεχόμενο απέναντι σε άλλες ιστοσελίδες. Η Amazon, όπως αναφέρεται, κατέχει «σημαντική και ανθεκτική ισχύ αγοράς» στις online αγορές, την οποία αύξησε εν μέρει μέσω «πρακτικών αθέμιτου ανταγωνισμού στον τρόπο αντιμετώπισης “τρίτων” πωλητών», στους οποίους αναφερόταν ως «εσωτερικούς ανταγωνιστές». Όσον αφορά στην Apple, υποστηρίζεται πως ασκούσε δύναμη μονοπωλίου μέσω του App Store, «δημιουργώντας και επιβάλλοντας εμπόδια στον ανταγωνισμό, κάνοντας διακρίσεις και αποκλείοντας αντιπάλους, προς όφελος των δικών της προσφορών».
Η συγκεκριμένη έρευνα έχει λάβει και πολιτικές διαστάσεις στις ΗΠΑ, ειδικά εν όψει των εκλογών. Αν και οι Δημοκρατικοί τη στηρίζουν, Ρεπουμπλικανοί αντιδρούν με τις συστάσεις: Όπως αναφέρει το BBC, ο Ρεπουμπλικανός Τζιμ Τζόρνταν έκανε λόγο για «ριζοσπαστικές προτάσεις που θα άλλαζαν τον νόμο antitrust με βάση το όραμα της άκρας αριστεράς». Άλλοι έχουν πει πως υποστηρίζουν πολλά από τα συμπεράσματα για τις πρακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού, μα οι προτάσεις των Δημοκρατικών είναι ακραίες.