Ο κορωνοϊός... έβλαψε τους γηπεδούχους στην Ελλάδα, περισσότερο από κάθε άλλο από τα 63 πρωταθλήματα που συμπεριέλαβε στην τελευταία του έρευνα το CIES (Διεθνές Κέντρο Αθλητικών Σπουδών), που εδρεύει στο Νοσατέλ και δημιουργήθηκε σε συνεργασία της FIFA με το Πανεπιστήμιο της ελβετικής πόλης.
Η έρευνα, που σημειώνει ότι γηπεδούχοι παραδοσιακά κερδίζουν περισσότερους αγώνες από τους φιλοξενούμενους, ανέλυσε τη διαφορά στο ποσοστό των νικών εντός έδρας πριν την πανδημία του κορωνοϊού και μετά την επανέναρξη σε 63 πρωταθλήματα παγκοσμίως, αποκαλύπτοντας ότι το εντός έδρας πλεονέκτημα παρέμεινε και χωρίς θεατές, αν και με λιγότερο έντονο τρόπο.
«Από τον Ιανουάριο του 2015 έως τον Μάρτιο του 2020, οι γηπεδούχοι κέρδισαν το 44,3% των αγώνων στα πρωταθλήματα της έρευνας.
Μετά το ξέσπασμα της πανδημίας και το κλείσιμο των σταδίων για τους φιλάθλους, ο αριθμός αυτός μειώθηκε ελαφρά στο 42,2%.
Το ποσοστό των εντός έδρας νικών μειώθηκε σε 41 από τα 63 πρωταθλήματα που μελετήθηκαν, ενώ ο μέσος όρος της διαφοράς τερμάτων ανά αγώνα μειώθηκε από +0,32 σε +0,24», επισημαίνει η έρευνα και προσθέτει:
«Η μεγαλύτερη μείωση του ποσοστού των νικών εντός έδρας καταγράφηκε στην κορυφαία κατηγορία της Ελλάδας (-15,1%), ακολουθούμενη από Αυστρία και Γερμανία.
Στο αντίθετο άκρο, η κορυφαία κατηγορία στην Ελβετία, όπου οι γηπεδούχοι ομάδες κέρδισαν σημαντικά υψηλότερο ποσοστό αγώνων μετά το κλείσιμο των σταδίων στο κοινό από ό, τι πριν: + 8,5%».
Η Ελλάδα είχε 47,9% ποσοστό στις νίκες των γηπεδούχων πριν από την πανδημία και 32,8% μετά την επανέναρξη, παρουσιάζοντας μείωση 15,1%, ενώ στην σχετική κατάταξη της διαφοράς τερμάτων το ελληνικό πρωτάθλημα είναι στην 8η θέση, μαζί με εκείνο της Κίνας και της Εσθονίας με μείωση 0,30% (0,49% πριν και 0,19% μετά).
Στον πίνακα με τις εντός έδρας νίκες με τουλάχιστον τρία η περισσότερα γκολ διαφορά, η ελληνική Super League είναι 12η μαζί με την δεύτερη κατηγορία της Εσθονίας παρουσιάζοντας μείωση 3,9% (12,5% πριν και 8,6% μετά).
Στην σχετική έρευνα, όσο αφορά την Ελλάδα, μελετήθηκαν 1.348 παιχνίδια πριν την πανδημία του κορονοϊού και 58 μετά την επανέναρξη.