Από την έντυπη έκδοση
Του Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου
ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ο Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλος
Η πανδημία μπορεί να κάνει χαοτικό το χάσμα που ήδη υπάρχει μεταξύ των babyboomers και των αποκαλούμενων millennials.
Δεν θα είναι μια καθόλου απλή υπόθεση η πανδημία. Έχει ποικίλες προεκτάσεις και ως φαίνεται θα επηρεάσει σε υπερθετικό βαθμό τις διαγενεακές σχέσεις. Κατά κύριο δε λόγο, αυτό οφείλεται στο ότι φέρνει στο προσκήνιο με οξύτητα πλέον, μια φιλοσοφική διάστασης της ζωής, που είναι η αντίθεση των νέων με τους ανθρώπους που έχουν ανοίξει την πόρτα της τρίτης ηλικίας.
Δυστυχώς δε, κάποιοι δήθεν φιλόσοφοι και αδίστακτοι λαϊκιστές, την αντίθεση αυτή προσπαθούν να την μετατρέψουν σε πολιτικό όπλο, για λόγους καιροσκοπισμού και φτηνής προβολής. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις έτσι, οι νέοι, ως φορείς ενός κορονοϊού που μολύνει λίγο-πολύ με εκθετικό τρόπο, δείχνουν να αδιαφορούν για τους ηλικιωμένους, που είναι και οι περισσότερο ευάλωτοι στον κορονοϊό, με κίνδυνο θανάτου πάνω από 75%.
Δεν χωρά καμιά αμφιβολία έτσι ότι η Covid-19 πυροδοτεί και νέες συνθήκες, στις αναπτυγμένες κυρίως κοινωνίες, όπου μια σιωπηρή αντιπαράθεση γενεών ενδέχεται να έχει δραματικές κοινωνικές συνέπειες.
Ιδιαίτερα δε σε μια κρίσιμη περίοδο, όπου η επιμήκυνση του προσδόκιμου ζωής συμβαδίζει με τη δημογραφική κάμψη που παρατηρείται στις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες. Και την εξέλιξη αυτή, η οποία έχει απίστευτο οικονομικό βάρος, πολλές κυβερνήσεις αρνούνται να την δουν κατάματα, γιατί η αντιμετώπισή της δεν είναι απαλλαγμένη από το περίφημο πολιτικό κόστος και τις ευρύτερες επιπτώσεις του.
Από την άλλη πλευρά όμως, η πανδημία και οι προβολές της στην οικονομία θα φέρουν ορμητικά στο προσκήνιο το κόστος της μακροβιότητας σε σχέση με την οικονομική κατάσταση των σημερινών νέων και τις επαγγελματικές τους προοπτικές.
Όταν ακούει κανείς Γάλλους, Σουηδούς, Βέλγους και Γερμανούς millennials να λένε ότι «όσο περισσότεροι γέροι πεθάνουν από τον κορονοϊό, τόσο το καλύτερο για τα συστήματα υγείας και την κοινωνική προστασία των νέων», καταλαβαίνει ότι ήδη υπάρχει ένα σοβαρό πρόβλημα, που αποτελεί ωρολογιακή βόμβα για την επιθυμητή κοινωνική συνοχή.
Δεν αποκλείεται δε μέσα σε ένα πνιγηρό οικονομικό περιβάλλον, στο οποίο οι νέοι θα αισθάνονται μεγάλη αβεβαιότητα, η πανδημία να αποτελέσει το εφαλτήριο για νέου τύπου κοινωνικές αντιπαραθέσεις, στις οποίες ήδη συγκεκριμένοι κύκλοι επενδύουν ιδεολογικά και καλλιεργούν πολιτικά.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι σημερινοί 18άρηδες και 20άρηδες είναι μια γενιά που ήρθε ενώ έμπαινε ο 21ος αιώνας και πριν καλά-καλά καταλάβει πού βρίσκεται βίωσε τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008 και σήμερα βιώνει την πανδημία του Covid-19.
Όπως προκύπτει από σοβαρές διεθνείς έρευνες, η γενιά αυτή καταναλώνει λιγότερο, αισθάνεται μεγάλη εργασιακή ανασφάλεια, φοβάται ότι ποτέ δεν θα αποκτήσει δικό της σπίτι και σε τελευταία ανάλυση πιστεύει ότι πληρώνει το τίμημα μιας κρίσης που δεν προκλήθηκε από την ίδια.
Στις αιτιάσεις αυτές, οι γενιές του 1960 και του 1980 απαντούν ότι οι millennials αλλάζουν προς τα κάτω τα καταναλωτικά πρότυπα και η αλλαγή αυτή είναι μια από τις αιτίες της οικονομικής αβεβαιότητας. Όντως, η άποψη αυτή δεν στερείται βασιμότητας, πλην δεν αποτελεί επαρκή δικαιολογία για τους λόγους που οι σημερινοί νέοι δυσκολεύονται να αποκτήσουν πρώτη κατοικία.
Ο πιο σοβαρός λόγος για το φαινόμενο αυτό είναι οι παρανοϊκές τιμές των ακινήτων που ισχύουν σε αρκετές αναπτυγμένες χώρες και οι οποίες κάνουν απαγορευτική την πρόσβαση των νέων στις κτηματαγορές. Από μόνο του το γεγονός αυτό, κατά κοινωνιολόγους, δημιουργεί μια διαφορετική αντίληψη των σημερινών νέων για την ευτυχία σε σύγκριση με τους γονείς τους για παράδειγμα. Συνεπώς οι νέες γενιές δεν βλέπουν την οικονομική πραγματικότητα με τα κριτήρια που είχαν οι πατεράδες, οι παππούδες και οι λοιποί baby-boomers.
Στο πλαίσιο αυτό, καλόν είναι να θέσουμε το βασικό ερώτημα: τι είναι η ευτυχία. Σε διεθνές επίπεδο, απαντώντας στην ερώτηση αυτή οι ερωτώμενοι βάζουν πρώτη την οικονομική κατάσταση και ακολουθούν η οικογένεια και η υγεία. Το 1960 το 65% των Δυτικοευρωπαίων και των Αμερικανών που ρωτήθηκαν αναφέρουν την οικονομική κατάσταση ως πρώτη προτεραιότητα. Εξήντα χρόνια αργότερα, το νούμερο αυτό ελάχιστα έχει αλλάξει ως προς την οικογένεια και τη στέγη, πλην όμως φέρνει στο προσκήνιο νέους παράγοντες με υψηλό ψυχολογικό περιεχόμενο.
Στο επίπεδο αυτό όμως, έρχεται στο προσκήνιο ένα νέο σημαντικό ερώτημα. Στον ήδη πολυκύμαντο και περιπετειώδη 21ο αιώνα, ποια μπορεί να είναι η επιδίωξη της ευτυχίας; Όσοι σκεπτόμενοι προσέλθετε.