Η ομάδα ερευνητών της ESET για το IoT (Internet of Things) εντόπισε πολλαπλά σοβαρά κενά ασφαλείας σε τρεις διαφορετικές κεντρικές μονάδες smart home, τις Fibaro Home Center Lite, HomeMatic Central Control Unit (CCU2) και eLAN-RF-003.
Οι συγκεκριμένες κεντρικές μονάδες (hub) χρησιμοποιούνται για να ελέγχουν τις συνδεδεμένες συσκευές στα “έξυπνα σπίτια” και σε άλλα περιβάλλοντα σε χιλιάδες νοικοκυριά και εταιρείες σε Ευρώπη και όλο τον κόσμο.
Ορισμένα κενά ασφαλείας θα μπορούσε να τα εκμεταλλευτεί κάποιος εισβολέας για να πραγματοποιήσει επιθέσεις MitM (Man-in-the-middle), υποκλοπές και παρακολούθηση, δημιουργία backdoors, ή και να αποκτήσει πλήρη πρόσβαση (root access) σε συσκευές και στο περιεχόμενο τους. Στη χειρότερη των περιπτώσεων, θα μπορούσαν να επιτρέψουν σε κάποιον εισβολέα να αποκτήσει τον έλεγχο των κεντρικών μονάδων και όλων των περιφερειακών συσκευών που ελέγχουν.
Αν και συγκεκριμένες κεντρικές μονάδες χρησιμοποιούνται κυρίως σε σπίτια και μικρά γραφεία, αποτελούν παράγοντα πιθανού κινδύνου και για επιχειρήσεις. Αυτός ο κίνδυνος γίνεται ακόμα μεγαλύτερος καθώς πολλοί υπάλληλοι εργάζονται από το σπίτι αυτή την περίοδο.
H ESET γνωστοποίησε τα πορίσματα της έρευνας στους κατασκευαστές των συγκεκριμένων συσκευών. Η Fibaro αποδείχθηκε εξαιρετικά συνεργάσιμη, διορθώνοντας τα περισσότερα από τα προβλήματα μέσα σε μερικές μέρες. Η eQ-3 ακολούθησε τις τυποποιημένες διαδικασίες και ενημέρωσε τις συσκευές της μέσα στην προκαθορισμένη περίοδο των 90 ημερών. Η Elko κάλυψε μερικά από τα κενά ασφαλείας στις συσκευές της μέσα στην προκαθορισμένη περίοδο των 90 ημερών. Μερικές από τις ευπάθειες αποκαταστάθηκαν σε νεότερες εκδόσεις των συσκευών αλλά παραμένουν στις παλιότερες συσκευές, με τον κατασκευαστή να ισχυρίζεται ότι υπάρχουν περιορισμοί λόγω συμβατότητας του hardware.
“Συνειδητοποιήσαμε ότι υπάρχουν πολλαπλά κενά ασφαλείας σε συσκευές IoT (Internet of Things). Παράλληλα, η έρευνά μας τεκμηριώνει ότι οι ευπάθειες στις ρυθμίσεις, η έλλειψη κρυπτογράφησης ή ταυτοποίησης δεν είναι προβλήματα που αντιμετωπίζουν μόνο οι οικονομικές low-end συσκευές αλλά συχνά εντοπίζονται και σε high-end συσκευές” δήλωσε ο Ondrej Kuboviσč, Ειδικός Ασφαλείας και Ενημέρωσης στην ESET.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι οι ευπάθειες που περιγράφονται σε αυτό το άρθρο γνωστοποιήθηκαν το 2018 στους κατασκευαστές, οι οποίοι στη συνέχεια κυκλοφόρησαν αναβαθμίσεις για να αποκαταστήσουν τις περισσότερες από αυτές. Στη συνέχεια, η δημοσιοποίησή τους καθυστέρησε καθώς η ESET επικέντρωσε την έρευνά της σε άλλα κενά ασφαλείας που εξακολουθούσαν να υφίστανται. Παρόλα αυτά, με τις αυξημένες ανάγκες για ασφάλεια που ισχύουν σήμερα, η ESET συμπεριλαμβάνει στη δημοσίευση και τα ευρήματα παλαιότερων ερευνών για να ενημερώσει όλους τους ιδιοκτήτες των συσκευών που επηρεάζονται ώστε να εγκαταστήσουν τις αναβαθμίσεις στις συσκευές τους, να αυξήσουν την ασφάλεια και να μειώσουν τον κίνδυνο.