Ανάλυση όσον αφορά την θνητότητα που επιφέρουν τα υποκείμενα σε ασθενείς με Covid-19 έδωσε απόψε στην καθιερωμένη ενημέρωση ο καθηγητής Σ. Τσιόδρας. Επικαλούμενος πρόσφατη ευρωπαϊκή μελέτη, ο κίνδυνος ήταν σχεδόν μοιρασμένος ανάμεσα σε ασθενείς με χρόνια νοσήματα.
Ειδικότερα, οι κάτωθι κατηγορίες ασθενών είχαν τον υψηλότερο κίνδυνο νοσηλείας και θανάτου: οι καρδιοπαθείς 19,4%, οι χρόνια αναπνευστικοί άρρωστοι, με το άσθμα να εξαιρείται από αυτούς με ποσοστό 16,5%, οι διαβητικοί 14,8%, οι νεφροπαθείς 9,5%, και οι υπερτασικοί 11,6%.
Όσον αφορά τα παιδιά εξακολουθεί να ισχύει χαμηλός κίνδυνος λοίμωξης. Κατά τον κ.Τσιόδρα, ο κίνδυνος για τα παιδιά περιορίζεται στο 4,7% σε σχέση με 17,1% για τους ενήλικες. Και η πιθανότητα λοίμωξης σε παιδιά, είναι 0,26 φορές σε σχέση με αυτή που έχουν οι ενήλικες ηλικίας άνω των 60, ανάφερε.
Για τις πιθανές θεραπείες, μετά τα αρνητικά αποτελέσματα για σειρά φαρμάκων, ο καθηγητής υπογράμμισε πως «είναι πολύ νωρίς να τοποθετηθούμε χωρίς επαρκή δεδομένα». Αναφέρθηκε σε «κάποια ελπιδοφόρα μηνύματα για ένα αντίστοιχο φάρμακο που θα δίνεται από το στόμα. Επιστήμονες από το πανεπιστήμιο Emory αναγνώρισαν αυτό το φάρμακο, το οποίο μπορεί να δοθεί και από το στόμα και θα είναι ένα μεγάλο βήμα στην αντιμετώπιση του ιού, αν πραγματικά δουλεύει όπως δούλεψε στα πειράματα στο εργαστήριο».
Έκανε επίσης λόγο για την αμερικανική επιστημονική μελέτη όσον αφορά την συμπεριφορά του ιού σε καιρικές συνθήκες. «Σε μη πορώδεις επιφάνειες, όπως το ατσάλι, ο νέος κορωνοϊός εντός 18 ωρών χάνει τη δύναμή του σε ένα σκοτεινό και χαμηλής υγρασίας περιβάλλον, ενώ σε ένα υψηλής υγρασίας περιβάλλον η ημίσεια ζωή του κορονοϊού πέφτει στις 6 ώρες. Και όταν βάζεις στην παράμετρο και το φως και την υγρασία, αλλά θερμοκρασίες πάνω των 35 βαθμών, η ημίσεια ζωή του ιού πέφτει στα δύο λεπτά» εξήγησε.
Ωστόσο συμπλήρωσε ότι το Ευρωπαϊκό Κέντρο, σε χθεσινές του ανακοινώσεις, σχολίασε το γεγονός και είπε ότι η μέγιστη κορύφωση των κορωνοϊών εμφανίζεται τούς χειμερινούς μήνες, αλλά δεν τοποθετήθηκε όσον αφορά την θερμοκρασία, την υγρασία ή την υπεριώδη ακτινοβολία και αν αυτή θα μπορέσει να επηρεάσει τη μετάδοση του ιού. Είπε ότι με μαθηματικές εκτιμήσεις προβλέπουν και αυτοί, ότι μπορεί να πέσει η μετάδοση του ιού το καλοκαίρι περίπου 20%. Αλλά αυτό το 20% μπορεί να οδηγήσει στη γένεση σημαντικών επιδημιών, εάν δεν υπάρχουν μέτρα ελέγχου της επιδημίας σε μία χώρα, υπογράμμισε.