ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ συγκυρία, που χαρακτηρίζεται ως γνωστό από την αλματώδη άνοδο των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου, το ζήτημα των διαφορετικών επιλογών στον τομέα της προμήθειας ενέργειας (diversification of energy supplies), αποκτά ιδιαίτερη σημασία, ενώ ταυτόχρονα οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης που παρατηρούνται σε χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία κλπ. σπρώχνει στα ύψη τη ζήτηση απομυζώντας έτσι σημαντικές ποσότητες ενέργειες που θα κατέληγαν στις παραδοσιακές βιομηχανικές χώρες.
Μερικοί εμπειρογνώμονες υποστηρίζουν πως ακόμη και χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης δημιουργούν επιπλέον προβλήματα όταν ετοιμάζουν προγράμματα που έχουν καθαρά πολιτικά κίνητρα και τα οποία δεν ανταποκρίνονται στις σημερινές πραγματικότητες.
Λόγου χάρη, τα προγράμματα που έχουν εκπονηθεί για την κατασκευή ενός νέου αγωγού φυσικού αερίου με το όνομα Ναμπούκο, ο οποίος, όπως σχεδιάζεται, θα συνδεθεί με τον ήδη υπάρχοντα αγωγό Μπακού-Τυφλίδα-Ερζουρούμ (Τουρκία), με στόχο την τελική σύνδεση και των δύο με τον σχεδιαζόμενο Δια-Κασπιακό Αγωγό Φυσικού Αερίου (Trans-Caspian Gas Pipeline), που θα διέρχεται κάτω από την Κασπία Θάλασσα. Ο Ναμπούκο σχεδιάζεται να μεταφέρει φυσικό αέριο από το Ερζουρούμ προς την Ευρώπη (Αυστρία) μέσω Βουλγαρίας, Ρουμανίας και Ουγγαρίας.
Το κόστος κατασκευής των δύο σχεδιαζόμενων αγωγών, Ναμπούκο και Δια-Κασπιακού, υπολογίζεται να υπερβεί τα 20 δισ. δολάρια, ενώ μέχρι τώρα δεν έχουν εξευρεθεί οι σίγουρες εκείνες πηγές που θα του εξασφαλίζουν πλήρη και συνεπώς κερδοφόρα λειτουργία. Επί τούτου, ειδικοί αναλυτές επισημαίνουν πως κανένα από τα ευρωπαϊκά τραπεζικά συγκροτήματα δεν επιθυμεί να χρηματοδοτήσει έναν τέτοιον αγωγό επειδή ακριβώς τα οικονομικά ρίσκα είναι πολύ ψηλά.
Παρ' όλον ότι οι ΗΠΑ και οι Βρυξέλλες επιμένουν να υπογραμμίζουν πως η κατασκευή του Ναμπούκο θα βελτιώσει τη λεγόμενη διαφοροποίηση των ενεργειακών προμηθειών της Ευρώπης, εντούτοις δεν φαίνεται να επιδεικνύουν και την ανάλογη βούληση για τη χρησιμοποίηση ευρωπαϊκών χρηματικών πόρων για την κατασκευή ενός τέτοιου έργου, γιατί ακριβώς οι αμφιβολίες σχετικά με αναμενόμενα κέρδη αυξάνονται.
Ευρωπαίοι οικονομικοί παράγοντες υπολογίζουν πως η μεταφορά φυσικού αερίου από τις περιοχές της Κεντρικής Ασίας (Τουρκμενιστάν, Καζαχστάν, Ουζμπεκιστάν) στα Ουγγρο-Αυστριακά σύνορα θα κοστίζει 150 δολ. τα 1.000 κυβικά μέτρα, γεγονός που σημαίνει πως με σημερινούς όρους η τιμή φυσικού αερίου δια του Ναμπούκο θα είναι ίση με την τιμή του Ρωσικού.
Αλλά η τιμή του ασιατικού αερίου προβλέπεται πως θα παρουσιάζει συνεχώς αυξητικές τάσεις καθ' όσον οι χώρες-παραγωγοί έχουν την τάση να πωλούν το προϊόν τους στην καλύτερη δυνατή γι' αυτές τιμή. Αν και η σημερινή τιμή του ασιατικού αερίου είναι χαμηλότερη εκείνης των διεθνών αγορών, κανείς δεν εγγυάται εντούτοις πως αυτή θα παραμείνει αναλλοίωτη στο μέλλον.
Για παράδειγμα, ενώ πριν δύο χρόνια η Ρωσία αγόραζε φυσικό αέριο από το Τουρκμενιστάν στην τιμή των 60 δολ. ανά 1.000 κ.μ. εφέτος το αγοράζει στην τιμή των 100 δολ., ενώ για το 2008 προβλέπεται αύξηση μέχρι και στα 120 δολ.
Ως εναλλακτική λύση η Ρωσία προτείνει ως γνωστό στην Ευρώπη τον Παρα-Κασπιακό Αγωγό Φυσικού Αερίου, του οποίου οι προδιαγραφές είναι, όπως τονίζουν ειδικοί αναλυτές, πιο συμφέρουσες, τόσο από οικονομική όσο και από οικολογική άποψη, ενώ επιπλέον η κατασκευή του δεν αντιμετωπίζει κανένα πολιτικό πρόβλημα. Ο σχεδιαζόμενος υποθαλάσσιος Δια-Κασπιακός Αγωγός, αντίθετα, είναι σίγουρο πως θα αντιμετωπίσει πολιτικές επιπλοκές καθ' όσον η οριοθέτηση της Κασπίας Θάλασσας δεν έχει ακόμη διευθετηθεί μεταξύ των κρατών που την περιβάλλουν.
Το ζήτημα αυτό κυριάρχησε, ως γνωστό, στην τελευταία σύνοδο κορυφής των πέντε αυτών κρατών, που έγινε για πρώτη φορά στην Τεχεράνη, τα μέσα Οκτωβρίου, και οι διαπραγματεύσεις υπήρξαν πολύ σκληρές.
Το Ιράν και το Τουρκμενιστάν που επιμένουν -επειδή διαθέτουν μικρότερες σε έκταση ακτογραμμές - στο μοίρασμα ολόκληρης της Κασπίας μεταξύ των πέντε κρατών, υιοθέτησαν άκρως σκληρή θέση απορρίπτοντας κάθε ιδέα συμβιβασμού. Η Ρωσία και το Καζακστάν προτείνουν λύση βάσει της ακτογραμμής που διαθέτει κάθε χώρα.
Και ενώ οι διαβουλεύσεις επί του ζητήματος συνεχίζονται, διεθνείς εμπειρογνώμονες υπογραμμίζουν πως μια σειρά από άλλα προβλήματα μπορούν επίσης να θέσουν εμπόδια στην κατασκευή του Δια-Κασπιακού, όπως η αβέβαιη πολιτική κατάσταση στο Νότιο Καύκασο και οι ραγδαίες εξελίξεις στο Τουρκικό Κουρδιστάν.
Πολλοί πολιτικοί αναλυτές υποστηρίζουν πως η Ευρώπη οφείλει να επικεντρώσει την προσοχή της στο γεγονός ότι οι ΗΠΑ επιδιώκουν να αναθέσουν στην Τουρκία τον ηγετικό ρόλο του ενεργειακού κόμβου στην περιοχή, για τη μεταφορά πετρελαίου και φυσικού αερίου από την περιοχή της Κασπίας στην Ευρώπη.
Ωστόσο, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, οι φιλοδοξίες της ¶γκυρας δεν περιορίζονται μόνο στο ρόλο του απλού διαμετακομιστικού κέντρου αλλά επεκτείνονται και παραπέρα, στην επέμβαση ή ανάμειξη της στην καθ' αυτό εμπορική διαδικασία, δηλαδή στο ρόλο του μεσάζοντος, του αγοραστή και μεταπωλητή ενέργειας και αυτό, εξυπακούεται, με το αζημίωτο.
Γίνεται αντιληπτό πως κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί πως οι φιλοδοξίες αυτές της ¶γκυρας, εάν και εφ' όσον υλοποιηθούν, θα παραμείνουν και θα κινούνται μέσα σε «όρια πολιτικού καθωσπρεπισμού», πως δεν θα προσφεύγει η ¶γκυρα, όποτε αυτό την συμφέρει, σε διάφορους εκβιασμούς.
Από την άλλη, Ευρωπαίοι ειδικοί εκφράζουν συνεχώς σοβαρές αμφιβολίες κατά πόσον το σημερινό επίπεδο παραγωγής φυσικού αερίου στην περιοχή της Κασπίας αρκεί για να τροφοδοτεί πλήρως τους ήδη υπάρχοντες αγωγούς. Εννοείται δε πως οι αμφιβολίες αυτές θα πολλαπλασιαστούν εάν υλοποιηθεί ο Δια-Κασπιακός αγωγός. Σύμφωνα με τις πρόνοιες των συμφωνιών, ο αγωγός αυτός θα πρέπει να τροφοδοτείται με αέριο από το Τουρκμενιστάν.
Το Τουρκμενιστάν όμως παράγει σήμερα 60 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως, εκ των οποίων 50 δισ. απορροφούνται από τη Ρωσία, βάσει συμβολαίων που ανανεώνονται κάθε χρόνο. Μελλοντικά υπολογίζεται πως η Ρωσία θα αγοράζει, βάσει συμφωνιών πάντα, 90 δισ.
Παράλληλα, άλλα 8 δισ. κ.μ. φυσικού αερίου ετησίως από το Τουρκμενιστάν διοχετεύονται προς το Ιράν μέσω του αγωγού Korpezhe-Kurt-Kui, ενώ από 2009 η χώρα θα προμηθεύει με 20 δισ. κ.μ. την Κίνα. Τί απομένει λοιπόν για την Ευρώπη;
Οι ίδιοι Ευρωπαίοι αναλυτές αμφισβητούν ακόμη και τους σημερινούς ισχυρισμούς του Τουρκμενιστάν ότι η χώρα διαθέτει ανεξάντλητα κοιτάσματα φυσικού αερίου, επειδή ακριβώς σχετικές γεωλογικές έρευνες που έγιναν επί Σοβιετικής εποχής δεν μπόρεσαν να αποδείξουν την ύπαρξη τέτοιων τεράστιων κοιτασμάτων. Η Ευρώπη, συνεπώς, δεν πρέπει να χειροκροτεί τέτοιους ισχυρισμούς.
Αντίθετα πρέπει να διερευνήσει κατά πόσον ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και να εξοικειωθεί με την πιθανότητα οι προβλέψεις περί φυσικού αερίου του Τουρκμενιστάν να αναθεωρηθούν προς τα κάτω.
Υπέρ αυτής της πιθανότητας συνηγορεί το εξής γεγονός: Το 2005 ο Τουρκμένος Πρόεδρος Νιγιαζόφ ανέθεσε στις εταιρείες DeGolyer & MacNaughton (ΗΠΑ) και Gaffney, Cline & Associates Ltd. (Μεγάλη Βρετανία) να διερευνήσουν τα ενεργειακά αποθέματα της χώρας. Μέχρι σήμερα καμία ανακοίνωση δεν έχει εκδοθεί για τα αποτελέσματα των ερευνών.
Ο ισχυρισμός ότι η Ρωσία επιδιώκει να θέσει υπό τον έλεγχό της όλη την παραγωγή φυσικού αερίου των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών, αλλά, όπως τονίζουν αντικειμενικοί παρατηρητές, όλο το αέριο που αγοράζει η Ρωσία από τις χώρες της Κεντρικής Ασίας το προωθεί στην Ευρώπη. Η λεγόμενη διαφοροποίηση των ενεργειακών προμηθειών μπορεί να είναι μια ευχή αλλά στην πράξη φαίνεται πως δεν αποτελεί και τόσο μια επιτακτική ανάγκη.
Αυτός που μιλά για «διαφοροποίηση των ενεργειακών προμηθειών της Ευρώπης», σαφώς εννοεί την παράκαμψη της Ρωσίας, αλλά δεδομένου του γεγονότος ότι Ρωσία και Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό αλληλοεξαρτώμενες κάτι τέτοιο μοιάζει ανέφικτο.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΝΕΟΦΥΤΙΔΗΣ, Δημοσιογράφος-Συγγραφέας