Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Αντανακλαστικά, ετοιμότητα και αποτελεσματικότητα εθνικών και ευρωπαϊκών αρχών θα κριθούν στην αντιμετώπιση δύο πολύ διαφορετικών προκλήσεων που δοκιμάζουν σήμερα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης: την επιδημία του Covid-19 και την νέα προσφυγική/ μεταναστευτική κρίση μετά και την απόφαση της Τουρκίας να ανοίξει την πόρτα σε χιλιάδες μετανάστες ως «απάντηση», όπως διατείνεται, για τις εξελίξεις στην Ιντλίμπ. Οι δύο αυτές προκλήσεις έρχονται σε μία περίοδο κατά την οποία η Ε.Ε. έχει «σπάσει» σε δύο- τρία «στρατόπεδα» για τον πρώτο κοινοτικό προϋπολογισμό της μετά Brexit εποχής. Και το ερώτημα είναι σαφές; Μπορεί η κοινότητα να βγει πιο δυνατή από τις δοκιμασίες ή θα μείνει με το «ανοσοποιητικό» της σύστημα ακόμη πιο εξασθενημένο επιτρέποντας στους «ιούς» της ακροδεξιάς και της διχαστικής ρητορικής και πρακτικής να γίνουν ακόμη πιο απειλητικοί;
Δεκάδες χιλιάδες μετανάστες έφτασαν στα σύνορα της Τουρκίας με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία. Η ελληνική κυβέρνηση έκανε λόγο για ασύμμετρη απειλή και η βουλγαρική έστειλε 1.000 στρατιώτες να θέσουν υπό έλεγχο την κατάσταση. Και οι δύο χώρες περιμένουν ωστόσο μία πανευρωπαϊκή απάντηση στη νέα τουρκική πρόκληση, αλλά και στη διαχείριση των πρακτικών ζητημάτων, που προκύπτουν από τις αυξαναμόνες μεταναστευτικές ροές.
Πολύ πριν η Άγκυρα ανοίξει επισήμως την πόρτα, η κατάσταση στα ελληνικά νησιά ήταν εκρηκτική, με τις τοπικές αρχές να αντιδρούν στο σχέδιο για δημιουργία κλειστών δομών. H Γερμανία που θα αναλάβει το δεύτερο εξάμηνο την προεδρία της Ε.Ε. έχει παρουσιάσει ένα οσχέδιο «δίκαιης κατανομής», που θα βασίζεται στον πληθυσμό και την οικονομική ισχύ των κρατών- μελών ενόψει των επίσημων διαπραγματεύσεων, που αρχίζουν αυτόν τον μήνα στους κόλπους της κοινότητας. Kαι πάλι όμως φαίνεται ότι το βάρος θα πέφτει στις χώρες υποδοχής. Το έγγραφο επί του οποίου υπήρξε συμφωνία μεταξύ των εταίρων του συνασπισμού (Χριστιανοδημοκρατών /CDU, Χριστιανοκοινωνιστών / CSU, Σοσιαλδημοκρατών /SPD) και περιήλθε σε γνώση του Γερμανικού Πρακτορείου Ειδήσεων (dpa) προβλέπει, μεταξύ άλλων, την «προκαταρκτική εξέταση» των αιτήσεων ασύλου στις χώρες εισόδου. Χώρες όπως η Αυστρία, η Ουγγαρία, η Σλοβακία. η Πολωνία ξεκαθαρίζουν πως δεν θέλουν να έχουν συμμετοχή, αφού δεν είναι δικό τους πρόβλημα, όπως τονίζουν. Η Γαλλία πιέζει για αλληλεγγύη, αλλά και εκείνη στην πράξη όλα τα προηγούμενα χρόνια αύξανε τους ελέγχους στα σύνορα με την Ιταλία και σημείωνε με νόημα πως «δεν μπορούμε να αλλάξουμε την έννοια της χώρας υποδοχής». Έτσι Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία έμεναν να σηκώνουν το βάρος.
Κλειστά σύνορα ζητούν κάποιοι και στην αντιμετώπιση του νέου κοροναίου. Η Μαρίν Λεπέν δεν έχασε την ευκαιρία να ζητήσει να κλείσουν τα σύνορα με την Ιταλία, ενώ και στην Ελβετία (που δεν είνα μέλος της Ε..Ε., αλλά συμμετέχει στην ζώνη του Σένγκεν) ακούστηκαν ανάλογες φωνές. Στην αντιμετώπιση απειλών για τη δημόσια υγεία είναι οι εθνικές αρχές που έχουν πρωτίστως τον λόγο. Οι ειδικοί της υγείας της κάθε χώρας θα προτείνουν στην κυβέρνησή τους ποιος είναι πιο αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης της κατάστασης και εκείνη θα λάβει τις αποφάσεις. Το γεγονός ωστόσο ότι τα συστήματα υγείας των κρατών- μελών λειτουργούν πολύ διαφορετικά, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ένα ενιαίο πλαίσιο για τον έλεγχο και την καταγραφή των κρουσμάτων, δυσκολεύει σε έναν βαθμό τα πράγματα.
Οι δύο παραπάνω προκλήσεις αντανακλώνται έως έναν βαθμό και στις διαπραγματεύσεις για τον κοινοτικό προϋπολογισμό που καθιστούν φανερές τις διαφροετικές προτεραιότητες και ζητούμενα του κάθε μέλους. Αυτές οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο, καθώς κανείς δεν θέλει να καλύψει την τρύπα έως και 75 δισ. ευρώ που αφήνει πίσω της η Βρετανία. Γερμανία, Αυστρία, Ολλανδία, Δανία και Σουηδία που έχουν την μεγαλύτερη καθαρή εισφορά στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο επιμένουν ότι ο κοινοτικός προϋπολογισμός δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 1% του ΑΕΠ της Ε.Ε. έναντι της πρότασης Μισέλ για 1,074%. Οι χώρες του Νότου θέλουν περισσότερους πόρους για το μεταναστευτικό και την ΚΑΠ. Τα κράτη μέλη της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης δηλώνουν εξοργισμένα από τη μείωση των πόρων των ταμείων συνοχής κατά σχεδόν 15% σε σχέση με το τρέχον δημοσιονομικό πλαίσιο. Η συμβιβαστική λύση είναι ακόμη πολύ μακριά.