Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]
Το έργο του βραβευμένου συγγραφέα Ντέιβιντ Χέαρ «Ανάσα Ζωής» παρουσιάζεται σε διασκευή και σκηνοθεσία Κώστα Αρζόγλου, στο θέατρο «Αλεξάνδρεια» [Σπάρτης 14, πλ. Αμερικής].
Η Μαντλέν και η Φράνσις μοιράστηκαν τον ίδιο σύντροφο επί 25 χρόνια. Σύζυγος και ερωμένη. Συναντιούνται σε μια επαρχιακή πόλη της Αγγλίας. Ψάχνουν, σκαλίζουν μέσα τους και προσπαθούν να κλείσουν τους λογαριασμούς τους ενώ έρχονται αντιμέτωπες με την απώλεια του έρωτα, τον χωρισμό, το παρελθόν, το αβέβαιο μέλλον. Ο Μάρτιν, ο μοιραίος άνδρας, είναι «παρών» στη συνάντησή τους, αλλά πολύ μακριά πια, καθώς έχει εγκαταλείψει και τις δύο και έχει φτιάξει μια νέα ζωή στην Αμερική.
PROKOPIS PAPAGEORGIOU
Ο Ντέιβιντ Χέαρ τολμάει. Καταγράφει αυτό που συνήθως φοβίζει τον κάθε άντρα: να βρεθούν μαζί, οι δύο γυναίκες που χάραξαν τη ζωή του.
Τώρα, όμως, βρίσκονται η μία απέναντι στην άλλη. Εκείνες και οι μνήμες τους από κείνον. Η ερωμένη και η γυναίκα του. Με κάποια από τις δύο έχει αποκτήσει παιδί. Με ποια;
Οι σχέσεις ήταν άραγε παράλληλες; Συνέπεσαν; Ή ήταν ειλικρινέστατες; Τις είχε προδώσει; Τώρα πια, ξεφουρνίζουν την ψυχή τους. Αυτός λείπει ή τους λείπει;
Ο διαχρονικά αγαπημένος θεατράνθρωπος Κώστας Αρζόγλου, μίλησε μαζί μας.
Θα θέλατε να μας συστήσετε το έργο;
«Αγαπώ από παλιά αυτό το έργο -μου το είχε συστήσει η Αλεξάνδρα Λαδικού, έξοχη ηθοποιός- όμως δεν ένιωθα, τότε, πόσο βαθύ είναι. Σήμερα που το ξανάπιασα στα χέρια μου, κατάλαβα γιατί με έλκυε τόσο. Αποπνέει μια γλύκα και μαζί μια αγριάδα ανεξέλεγκτη, υποδόρια, που με μαγνήτισε, με σφράγισε για πάντα. Χρειαζόταν και τον κατάλληλο χώρο. Στο θέατρο “Αλεξάνδρεια”, σπίτι στο οποίο έμεινε ο Μ. Καραγάτσης, βρήκα μια σκηνή αντισυμβατική και φιλόξενη. Η ερωμένη του Μάρτιν συναντά πρόσωπο με πρόσωπο τη σύζυγό του. Εκείνος έχει φύγει με ένα νέο έρωτα. Οι δύο γυναίκες συγκρούονται, αγαπιούνται, διαφωνούν έντονα, προσπαθώντας να συναρμολογήσουν την εικόνα του Μάρτιν. Τους ξεγλιστράει. Ξαναπροσπαθούν. Μπαίνουν σε λεπτομέρειες».
Ποια κεντρικά θέματα πραγματεύεται στον πυρήνα του; «Είναι βέβαια και η διαφορά ηλικιών, αλλά πρωτεύει η διαφορά κουλτούρας ανάμεσα στις δύο ηρωίδες. Οι εικόνες που κουβαλάει η καθεμιά τους δεν ταιριάζουν μεταξύ τους. Μέχρι, τελικά, να συμπλεύσουν».
Λίγα λόγια για τη Μαντλέν, τη Φράνσις και τον απόντα –παρόντα Μάρτιν;
«Η Μαντλέν έρχεται από μια γενιά που εξεγέρθηκε, διαμαρτυρήθηκε, απέρριψε το σπίτι της, αναστάτωσε τον κόσμο. Η Φράνσις ένιωσε τη γλύκα τού να κάνεις παιδί, να το ανατρέφεις, να γεύεσαι τον ίδιο τον έρωτά σου. Ο Μάρτιν “ξεγλιστρά” διαρκώς -την εικόνα του προσπαθούν να συναρμολογήσουν οι δυο γυναίκες».
Πού εστίασε η σκηνοθετική σας προσέγγιση; «Έδωσα βάση σε αυτή τη ματαιωμένη γενιά, την άστεγη γενιά, που όμως αναποδογύρισε τον κόσμο, και τις αξίες της κρατάει βαθιά φυλαγμένες η Μαντλέν».
Κάποια σκέψη, κάποιο συναίσθημα από την επαφή σας με το έργο;
«Σκεφτόμουν συχνά: Μήπως είναι καλύτερη η αφέλεια της Φράνσις;».
Πείτε μας μια ατάκα, έναν διάλογο ή περιγράψτε μας μια σκηνή από το έργο –ό,τι σας έρθει πρώτο στον νου.
«Ό,τι μου ’ρχεται πρώτο, βρίσκεται στην παράσταση. Τελικά, η γεύση που μου μένει είναι ... “άβυσσος η ψυχή του Μάρτιν!”».
Θα μοιραστείτε μαζί μας μια πικρή στιγμή από την πλούσια και πολυδιάστατη καλλιτεχνική σας πορεία; «Η επιμονή, εμμονή καλύτερα, του Ανδρέα Βουτσινά -που μου έφερνε συχνά κλάματα, μέχρι να με οδηγήσει στη μεγαλύτερη χαρά της “Madame Buterfly”».
Και μια όμορφη;
«Να υποκλίνομαι σε μια παράσταση που με γεμίζει. Είναι η κορύφωση, πριν την απόλυτη μοναξιά».
Θα θέλατε να μας αναφέρετε κάποιο ή κάποια πρόσωπα που ξεχωρίσατε μέσα από τις συνεργασίες που έχετε όλα αυτά τα χρόνια;
«Δεν μπορώ. Πώς να βάλω στην άκρη τις στιγμές της Λαμπέτη, του Βολανάκη ή του Σεβαστίκογλου; Του Αλεξανδράκη ή του Θόδωρου Αγγελόπουλου;».
Κάτι που αγαπάτε στην Ελλάδα;
«Λατρεύω το παρελθόν της, αλλά δεν μπορώ να πω το ίδιο για το μέλλον της».
Και κάτι που θα θέλατε να αλλάξει στη χώρα μας;
«Να αγκαλιάσει σφιχτά τα παιδιά της. Να μην τα προδίνει στον πρώτο τυχαίο, να μην τα πουλάει!».
Κάτι που σας φτιάχνει τη διάθεση; «Τα επιτεύγματα!».
Κάτι που τη χαλά;
«Η χυδαιότητα. Η οικονομίστικη αντίληψη που νομίζει ότι είναι το άπαν».
Μια αγαπημένη συνήθεια;
«Να ρουφάω σαν πεινασμένος μια νέα ανακάλυψη, ένα νέο βιβλίο».
Μια χρήσιμη συμβουλή που σας έχουν δώσει;
«Μην καμώνεσαι, να είσαι πραγματικά στη σκηνή. Αυτό επιδιώκω κι εγώ με τους μαθητές μου».
Ένα βιβλίο που αγαπάτε;
«Τα “Εκατό χρόνια μοναξιάς” του Μάρκες».
Μια αγωνία σας;
«Τι λένε, άραγε, μεταξύ τους κάποιες πρώην μου».
Μια ευχή σας;
«Να είμαστε πάντα όρθιοι -όταν ξαπλώσουμε, άστα-βράστα!».
Κύριε Αρζόγλου, να κλείσουμε με…τραγούδι; Θα μας πείτε στίχους από ένα αγαπημένο σας; «Θα μου επιτρέψετε, να κλείσω με κάτι που με διέπει: “Try hard, try better, fail better”. Μακάρι αυτό να γινόταν στίχος και τραγούδι. Αν, μάλιστα, ήταν ροκ, ακόμα καλυτέρα».
Ταυτότητα Παράστασης
Διασκευή / Σκηνοθεσία: Κώστας Αρζόγλου
Σκηνικά / Κοστούμια: Ελένη Παπαγεωργίου
Μουσικές Επιλογές: Η ομάδα
Σχεδιασμός Φωτισμών: Κώστας Αρζόγλου
Κατασκευή Σκηνικών: Διονύσης Κατερέλος
Φωτογραφίες: Προκόπης Παπαγεωργίου
Οργάνωση Παραγωγής: Νικολέτα Φακατσέλη
Παίζουν: Κωνσταντίνα Ανδριοπούλου (Μαντλέν), Κατερίνα Κλήμη (Φράνσις).