Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]
Ένα από τα σημαντικότερα έργα της σύγχρονης παγκόσμιας δραματουργίας, «Η Βασίλισσα της ομορφιάς» του Ιρλανδού συγγραφέα Μάρτιν ΜακΝτόνα, ανεβαίνει στο θέατρο Επί Κολωνώ από την Ομάδα Νάμα, σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη [Ναυπλίου 12 & Λένορμαν 94].
«Η Βασίλισσα της ομορφιάς» είναι μια τραγωδία για την ανθρώπινη μοναξιά με μαύρο, διαβρωτικό χιούμορ, έντονο σασπένς και μεγάλες ανατροπές.
Μια βαθιά τομή στη σύγχρονη ζωή, μια ανατομία των σχέσεων με επιθετικό και βίαιο τρόπο αλλά και βαθιές ανθρώπινες ρωγμές, έργο αντίστοιχο του in yer face theatre που αναπτύχθηκε στη Μεγάλη Βρετανία τη δεκαετία του ’90. Πώς βιώνουν οι άνθρωποι τη ζωή; Μπορούν οι σχέσεις γονιών και παιδιών ν’ αυτονομηθούν; Μπορεί η αγάπη να λειτουργήσει εγκλωβιστικά και να φυλακίσει τον άνθρωπο; Μέχρι πού μπορεί να φτάσει κανείς, προσπαθώντας να βρει μία διέξοδο απ’ τη δυστυχία του; Όλα αυτά τα θεμελιώδη ζητήματα αποτυπώνονται στο έργο του ΜακΝτόνα με τρόπο μοναδικό, με έντονη, ασυμβίβαστη και εξαιρετικά γοητευτική γραφή.
Σε μια μικρή επαρχιακή πόλη της Ιρλανδίας, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, δύο γυναίκες ζουν μόνες τους. Η ηλικιωμένη αυταρχική Μαγκ Φόλαν και η 40χρονη κόρη της, Μωρήν, που τη φροντίζει. Μια σχέση αγάπης και μίσους, που καθιστά τη συμβίωσή τους σχεδόν αφόρητη, σ’ έναν ανελέητο αλληλοσπαραγμό. Τη ζωή τους θα ανατρέψει η εμφάνιση του Πάτο Ντούλαν, ενός άνδρα που επιστρέφει για λίγο στην πόλη του και έχει πάντα στο μυαλό του, 20 χρόνια τώρα, τη Μωρήν ως τη βασίλισσα της ομορφιάς της μικρής τους πόλης. Η τελευταία, ουσιαστικά, ευκαιρία της Μωρήν ν’ αγαπήσει και να αγαπηθεί.
Η σκηνοθέτης Ελένη Σκότη μίλησε μαζί μας.
Θα θέλατε να μας συστήσετε το έργο;
«“Η Βασίλισσα της ομορφιάς” είναι ίσως το πιο γνωστό έργο του Μάρτιν Μακντόνα, ενός σπουδαίου σύγχρονου Ιρλανδού συγγραφέα που ακολουθεί τη σπουδαία παράδοση της ιρλανδικής δραματουργίας. Είναι μια τραγωδία για την ανθρώπινη μοναξιά, με μαύρο, διαβρωτικό χιούμορ, με έντονο σασπένς και μεγάλες ανατροπές. Η σχέση εξάρτησης μίας μητέρας και κόρης -δύο άνθρωποι ευάλωτοι σε μία αρρωστημένη και επικίνδυνη σχέση».
Το έργο χαρακτηρίζεται αντίστοιχο του «in yer face theatre» -που αναπτύχθηκε στη Μεγάλη Βρετανία τη δεκαετία του ’90. Λίγα λόγια σας για αυτό το θεατρικό είδος;
«Το “in yer face theatre” είναι ένα θέατρο που μου αρέσει, γιατί βρίσκω πολύ ενδιαφέρον το ότι η ωμή, η σκληρή βία συνυπάρχει με την ποίηση. Είναι ένα είδος που προσπαθεί να φέρει επί σκηνής τη σκληρή πραγματικότητα, να μας τη δείξει χωρίς καμία τάση εξωραϊσμού ή ελπίδας. Όμως, κρύβει μεγάλη αγωνία, πόνο, είναι μια κραυγή ευαισθησίας πίσω από όλη αυτή τη βία. Μου αρέσει το ταρακούνημα που μας προσφέρει. “Η Βασίλισσα της ομορφιάς” έχει χαρακτηριστικά του είδους, όμως η βία εδώ είναι κυρίως ψυχολογική και λεκτική, ανεξάρτητη από τη σωματική. Η βία υποβόσκει. Είναι πιο ψυχρή και όχι τόσο εν θερμώ».
Ποια κεντρικά θέματα συναντάμε στον πυρήνα της υπόθεσης;
«Στον πυρήνα του έργου ελλοχεύει ένας κίνδυνος: αυτός που φέρουν οι εξαρτημένες σχέσεις όπως η μητέρα και η κόρη στην “Βασίλισσα της ομορφιάς”. Αυτό που μας απασχολεί ιδιαίτερα είναι η έλλειψη χώρου για αγάπη, η ασφυξία που βιώνουν οι ήρωες. Ευτυχώς, ο συγγραφέας αυτός τα αντιμετωπίζει όλα με πολύ χιούμορ, κάτι που μας κάνει να αντέχουμε τα ανελέητα χτυπήματα που μας φέρει».
Μια περιγραφή σας για την ηλικιωμένη Μαγκ Φόλαν;
«Η Μαγκ είναι μια ηλικιωμένη, σκληρή γυναίκα της ιρλανδικής επαρχίας. Η ίδια δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί, οπότε είναι απόλυτα εξαρτημένη από την κόρη της. Η παρουσία της τής είναι απαραίτητη κι όμως δεν προσπαθεί καθόλου να της κάνει τη ζωή πιο εύκολη. Αντιθέτως, κάνει ό,τι μπορεί για να την έχει δυστυχισμένη και, άρα, εκεί». Και μία για τη Μωρήν -την 40χρονη κόρη της;
«Η Μωρήν ζει μέσα σε μία συναισθηματική παραζάλη. Η πρώην βασίλισσα της ομορφιάς πίστευε πως θα μπορούσε να βρει μια διαφυγή. Η ζωή, όμως, υπήρξε σκληρή μαζί της. Είναι εξαιρετικά ευάλωτη, καθώς έχει περάσει και μία μεγάλη ψυχολογική περιπέτεια. Η επιστροφή του Πάτο Ντούλαν είναι η τελευταία της ευκαιρία να αγαπηθεί».
Που επικεντρώθηκε η σκηνοθετική σας ματιά;
«Μου αρέσει πολύ ο τρόπος που ο συγγραφέας συνδυάζει τον ωμό ρεαλισμό με τα θραύσματα του υπερφυσικού και τις ρωγμές ποίησης, που επιτρέπει να δημιουργούνται στα έργα του. Όλα αυτά τα συνδέει ευφυώς με πολύ χιούμορ. Στην παράστασή μας προσπαθήσαμε με τον Γιώργο Χατζηνικολάου να υπογραμμίσουμε και την ειρωνεία που υπάρχει στο έργο. Όλα γύρω από μία εστία, από ένα σπίτι που βράζει και ψυχές που μένουν παγωμένες». Σκέψεις και συναισθήματά σας από την επαφή σας με το έργο;
«Είναι ένα έργο που με ταρακουνάει. Νιώθω την απομόνωση, την ανάγκη για αγάπη, την παντελή έλλειψη επικοινωνίας. Οι σχέσεις γίνονται ασφυκτικές αντί να επουλώνουν πληγές. Η σύγχρονη ζωή είναι κάτι αντίστοιχο. Η προσωπική μας ανάγκη πολύ συχνά μας οδηγεί σε αυτή την οδυνηρή αποξένωση. Είναι μια σύγχρονη τραγωδία, για τον άνθρωπο που δεν μπορεί να ξεφύγει από την μοίρα του».
Πείτε μας μια ατάκα, περιγράψτε μας μια σκηνή. Ό,τι σας έρθει πρώτο στον νου.
«“Γιατί δεν απάντησες στο γράμμα μου;” Και όταν του εξήγησα γιατί, ήθελε να ’ρθει εδώ να σου σπάσει τα μούτρα, όμως εγώ του είπα: “Σιγά μη λερώσεις τα χέρια σου με την κωλόγρια!”. Είδες, πώς σε υπερασπίστηκα!». Μια καλή συμβουλή που σας έχουν δώσει;
«Μια μέρα πήγαινα με ένα ταξί από τη Γλυφάδα στο θέατρο. Είχε ένα τρομερό μποτιλιάρισμα και ήμασταν ακινητοποιημένοι. Είχα αγχωθεί πολύ και είπα του οδηγού πως θα ήθελα να μπορούσα να περάσω πάνω από τα αυτοκίνητα γιατί βιαζόμουν να φτάσω στο θέατρο. Εκείνος γύρισε προς το πίσω κάθισμα, με κοίταξε και μου είπε: “Δεν υπάρχει λόγος για τόσο άγχος. Θα σας πείραζε να πάμε από έναν άλλο δρόμο, λίγο πιο μακρινό; Θα μπορούσατε να κάτσετε ήρεμα στη θέση σας και να απολαύσετε τη διαδρομή, να την ευχαριστηθείτε;”. Συμφώνησα. Εκείνος έστριψε δεξιά σε κάτι γειτονιές που δεν είχα περάσει ποτέ ξανά στη ζωή μου, εγώ ηρέμησα και κοίταζα έξω από το παράθυρό μου. Δεν κατάλαβα καν το πότε φτάσαμε στο θέατρο. Όταν κατέβαινα από το ταξί εκείνος μου είπε: “Είδατε κυρία. Υπάρχουν λύσεις. Είναι καλό να υπάρχει κίνηση, και εσύ να μην σταματάς, να μην μπλοκάρεις. Και να παίρνεις το ρίσκο να βγεις από τον δρόμο που ακολουθούν όλοι”. Πραγματικά είχε δίκιο. Συχνά έχουμε παρωπίδες, νομίζουμε ότι μόνο ένας δρόμος υπάρχει γι’ αυτό που θέλουμε. Πρέπει να μπορούμε να βρούμε και άλλους τρόπους για να φτάσουμε στον προορισμό μας».
Κάτι που σας φτιάχνει τη διάθεση;
«Οι μαθητές μου. Με κάνουν αισιόδοξη. Και καμαρώνω για αυτούς, καθώς τους βλέπω να είναι δημιουργικοί και να ακολουθούν τον δικό τους δρόμο». Κάτι που τη χαλά;
«Η αδιαφορία για όσα συμβαίνουν. Το να κλείνουμε τα μάτια και να προσποιούμαστε πως δεν μας αφορά τίποτα εκτός από τον εαυτό μας».
Μια αγωνία σας;
«Έχω αγωνία για το παιδί μου. Για τα παιδιά μας. Για το μέλλον της γης».
Μια ευχή σας;
«Εύχομαι η νέα χρονιά να φέρνει μαζί της περισσότερη σοφία για όλους μας».
Ταυτότητα Παράστασης
Σκηνοθεσία: Ελένη Σκότη
Μετάφραση: η ομάδα των συντελεστών
Σκηνικά, Κοστούμια, Διεύθυνση Παραγωγής: Γιώργος Χατζηνικολάου
Φωτισμοί: Αντώνης Παναγιωτόπουλος
Μουσική σύνθεση & Επιμέλεια ήχου: Στέλιος Γιαννουλάκης
Φωτογραφίες: Μαρία Αναματερού, Γιώργος Χατζηνικολάου
Βοηθοί σκηνοθέτιδος: Άννα Κούρα, Περσεφόνη Λαμπροκωστοπούλου
Οργάνωση παραγωγής: Μαρία Αναματερού
Παραγωγή: Ομάδα Νάμα
Ερμηνεύουν: Σοφία Σεϊρλή, Αγορίτσα Οικονόμου, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, Γιώργος Κατσής