Καταλυτικό ρόλο στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας μας διαδραματίζει η Ιδιωτική Ασφάλιση, καθώς οι επενδύσεις του κλάδου ανέρχονται στα 14 δισ. ευρώ και 4,14 δισ. ευρώ (2,2% του ΑΕΠ) συνολική συνεισφορά στην οικονομία. Αυτό είναι ένα από τα σημαντικά συμπεράσματα που ανέδειξε η πρόσφατη μελέτη της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (ΕΑΕΕ), με αφορμή την Ημέρα Ασφάλισης, σε συνεργασία με το Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) με θέμα: «Το κοινωνικό και οικονομικό αποτύπωμα της Ιδιωτικής Ασφάλισης στην Ελλάδα».
Την παρουσίαση της μελέτης έκανε ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ κ. Νίκος Βέττας και ο υπεύθυνος Κλαδικών Μελετών του ΙΟΒΕ κ. Γιώργος Μανιάτης.
O ρόλος της Πολιτείας είναι να δημιουργήσει ευνοϊκό περιβάλλον για την ανάπτυξη της ασφαλιστικής αγοράς γιατί αυτό θα έχει πολλαπλά οφέλη για την κοινωνία και την οικονομία.
Άδωνις Γεωργιάδης, υπ. Ανάπτυξης και Επενδύσεων
Κατά την παρουσίαση της μελέτης, ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνις Γεωργιάδης τόνισε πως ο ρόλος της Πολιτείας είναι να δημιουργήσει ευνοϊκό περιβάλλον για την ανάπτυξη της ασφαλιστικής αγοράς γιατί αυτό θα έχει πολλαπλά οφέλη για την κοινωνία και την οικονομία. Ακολούθως, ο πρόεδρος της ΕΑΕΕ Αλέξανδρος Σαρρηγεωγρίου σημείωσε ότι «η κυβέρνησή μας ακούει και περιμένουμε πολλά» και «πρώτα από όλα την επιστροφή των φορολογικών κινήτρων». «Στόχος μας είναι, πρόσθεσε, τα επόμενα χρόνια ο ασφαλιστικός κλάδος να αναπτύσσεται με ρυθμούς ταχύτερους του ΑΕΠ». Ακόμη, ο πρόεδρος της ΕΑΕΕ εξήγησε ότι ανατέθηκε αυτή τη μελέτη στο ΙΟΒΕ γιατί «θέλαμε να δούμε τη θέση μας στη χώρα με μια πιο ευρεία ματιά.
Για πρώτη φορά καταγράφεται εμπεριστατωμένα η συνολική συμβολή της Ιδιωτικής Ασφάλισης, δηλαδή το πολλαπλασιαστικό όφελος και η αλυσίδα αξίας που ο κλάδος δημιουργεί στην οικονομία και την κοινωνία.
Αλέξανδρος Σαρρηγεωγρίου, πρόεδρος της ΕΑΕΕ
Για πρώτη φορά στη μελέτη αυτή καταγράφεται εμπεριστατωμένα η συνολική συμβολή της Ιδιωτικής Ασφάλισης, δηλαδή το πολλαπλασιαστικό όφελος και η αλυσίδα αξίας που ο κλάδος δημιουργεί στην οικονομία και την κοινωνία, που είναι σημαντική ακόμα και με δεδομένη την υπασφάλιση. Από τη μελέτη προέκυψε πως για κάθε 1 ευρώ προστιθέμενης αξίας του κλάδου ιδιωτικής ασφάλισης δημιουργούνται συνολικά άλλα 3,6 ευρώ στην ελληνική οικονομία». «Είναι εύκολο να νομίζει κανείς ότι η ασφάλιση είναι πολυτέλεια. Ωστόσο, με 14 δισ. ευρώ επενδύσεων το 2017, 2,3 δισ. ευρώ αποζημιώσεις, 4,14 ευρώ δισ. συνεισφορά στην ελληνική οικονομία το 2018 σε όρους ΑΕΠ και συνολική συμβολή στην απασχόληση με 70,9 χιλ. θέσεις εργασίας, ο κλάδος αποδεικνύει ενεργά πως μπορεί να βοηθήσει έμπρακτα τη χώρα, τόσο σε οικονομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο» συμπλήρωσε ο κ. Σαρρηγεωργίου.
H συνεισφορά του κλάδου ασφάλισης στην ελληνική οικονομία είναι ιδιαίτερα σημαντική, τόσο σε όρους ΑΕΠ όσο και σε όρους απασχόλησης και συμμετοχής στα δημόσια έσοδα.
Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ
«H συνεισφορά του κλάδου ασφάλισης στην ελληνική οικονομία είναι ιδιαίτερα σημαντική, τόσο σε όρους ΑΕΠ όσο και σε όρους απασχόλησης και συμμετοχής στα δημόσια έσοδα. Η μελέτη αναδεικνύει για πρώτη φορά τις ιδιαίτερα σημαντικές πολλαπλασιαστικές επιδράσεις από τη δραστηριότητα του κλάδου στην κοινωνία και οικονομία. Το περιθώριο που έχει ο κλάδος για συμβολή στην ελληνική οικονομία είναι τεράστιο. Αυτό βέβαια δεν θα γίνει αυτόματα, χρειάζονται παρεμβάσεις» σχολίασε, μεταξύ άλλων, ο κ. Βέττας.
Αναλυτικότερα, η μελέτη αναφέρει: Η συνολική παραγωγή ασφαλίστρων (σε τρέχουσες τιμές) στην Ελλάδα διαμορφώθηκε το 2018 σε λίγο περισσότερο από 4 δισ. ευρώ, μειωμένη κατά 27% συγκριτικά με το 2009.
- Η παραγωγή ασφαλίστρων κατά ζημιών (γενικές ασφαλίσεις) μειώθηκε την ίδια περίοδο κατά 29%, φτάνοντας τα 2,17 δισ. ευρώ το 2018.
- Στις ασφαλίσεις ζωής, η παραγωγή ασφαλίστρων διαμορφώθηκε το 2018 σε 1,87 δισ. ευρώ, μειωμένη κατά 25% έναντι του 2009. - Η διείσδυση της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα, όπως εκφράζεται από τον λόγο της παραγωγής ασφαλίστρων προς το ΑΕΠ (σε τρέχουσες τιμές), διαμορφώθηκε το 2018 σε 2,2% του ΑΕΠ.
- Η απόσταση ως προς τον βαθμό διείσδυσης της ιδιωτικής ασφάλισης που χωρίζει την Ελλάδα από άλλες χώρες είναι μεγάλη. Τα ασφάλιστρα ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι κατά πολύ χαμηλότερα στην Ελλάδα και στους δύο κλάδους ασφάλισης (ζημιών και ζωής).
- Με συνολικό μέγεθος ασφαλιστικής αγοράς που αντιστοιχεί σε κατά κεφαλή ασφάλιστρα ύψους 368 ευρώ (στοιχεία 2017), η Ελλάδα καταλαμβάνει μία από τις χαμηλότερες θέσεις στην Ευρώπη - η αντίστοιχη μέση τιμή για το σύνολο των ευρωπαϊκών αγορών είναι 5,5 φορές μεγαλύτερη (2.030 ευρώ/άτομο).
- Μεγαλύτερη απόσταση εντοπίζεται στον βαθμό ανάπτυξης των ασφαλίσεων ζωής, όπου τα κατά κεφαλή ασφάλιστρα στην Ευρώπη, κατά μέσο όρο, είναι 6,8 φορές μεγαλύτερα σε σύγκριση με την Ελλάδα. Ομοίως, στις ασφαλίσεις κατά ζημιών τα κατά κεφαλή ασφάλιστρα στην Ευρώπη είναι κατά μέσο όρο 4,3 φορές υψηλότερα έναντι της Ελλάδας.
- Ακόμα και μετά από την απομόνωση των διαφορών στη διείσδυση της ιδιωτικής ασφάλισης που μπορεί να αποδοθούν σε διαφορές στο κατά κεφαλή ΑΕΠ σε όρους μονάδων αγοραστικής δύναμης (PPS), η υστέρηση της ελληνικής αγοράς παραμένει σημαντική.
- Σε όρους προσαρμοσμένων κατά κεφαλή ασφαλίστρων, η ασφαλιστική αγορά κατά ζημιών στην Ευρώπη έχει κατά μέσο όρο σχεδόν τριπλάσιο μέγεθος συγκριτικά με την ελληνική αγορά.
- Αντίστοιχα, η αγορά ασφαλίσεων ζωής είναι κατά μέσο όρο 4,6 φορές μεγαλύτερη.
- Συνολικά, ο προσαρμοσμένος με βάση το κατά κεφαλή ΑΕΠ βαθμός διείσδυσης της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ευρώπη είναι κατά 3,7 φορές μεγαλύτερος συγκριτικά με την Ελλάδα, όταν χωρίς τη διόρθωση για τις εισοδηματικές διαφορές ήταν περίπου 5,5 φορές μεγαλύτερος.
- Εκτός από το επίπεδο του κατά κεφαλή ΑΕΠ, οι διαφορετικοίβαθμοί διείσδυσης της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα σε σύγκριση με άλλα ευρωπαϊκά κράτη εξηγούνται από παράγοντες όπως η μη θεσμοθέτηση συμπληρωματικού ρόλου της ιδιωτικής ασφάλισης στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, η έλλειψη εφαρμογής φορολογικών κινήτρων, οι λιγότερες ρυθμίσεις για υποχρεωτική ασφάλιση σε κλάδους εκτός των οχημάτων, η αντίληψη των πολιτών για το “δίχτυ” προστασίας που οφείλει να παρέχει το ελληνικό κράτος σε περίπτωση συμβάντων που προκαλούν μεγάλες ζημιές και η ελλιπής χρηματοοικονομική εκπαίδευση των πολιτών.
- Οι επενδύσεις των ασφαλιστικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν σε 13,9 δισ. ευρώ. το 2017, αυξημένες κατά 9,7% συγκριτικά με το προηγούμενο έτος.
- Οι επενδύσεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων είναι σημαντικά χαμηλότερες στην Ελλάδα συγκριτικά με άλλες χώρες, ιδιαίτερα στον κλάδο ζωής.
- Το σύνολο των αποζημιώσεων και παροχών των ασφαλιστικών εταιρειών στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε 2,25 δισ. ευρώ το 2017 και κατευθύνθηκε κυρίως στον κλάδο ασφαλίσεων ζωής.
- Η προστιθέμενη αξία, η παραγωγή ασφαλίστρων, οι αποζημιώσεις και τα έσοδα από επενδύσεις αποτελούν χρήσιμα μέτρα για τον προσδιορισμό του μεγέθους του ασφαλιστικού κλάδου, ωστόσο δεν αντανακλούν τη συνεισφορά της ασφάλισης στην παροχή εξασφάλισης και υπηρεσιών διαχείρισης επενδύσεων και κινδύνου, δηλαδή σε παράγοντες που διευκολύνουν την οικονομική μεγέθυνση.
- Η ασφάλιση συμβάλλει στη σταθερότητα του επιπέδου διαβίωσης των ατόμων, στην επιχειρηματικότητα και ανάπτυξη, στα δημόσια οικονομικά και τις μακροοικονομικές επιδόσεις της οικονομίας.
- Από κοινωνική άποψη, η ασφάλιση συμβάλλει στην ενίσχυση της κοινωνικής σταθερότητας, στη διαφύλαξη θέσεων εργασίας στην οικονομία και στην πρόληψη και διαχείριση των κινδύνων.
- Η συνολική συνεισφορά του κλάδου ιδιωτικής ασφάλισης στην ελληνική οικονομία το 2018 εκτιμάται σε 4,14 δισ. ευρώ ή 2,2% του ΑΕΠ. - Για κάθε 1 ευρώ προστιθέμενης αξίας του κλάδου ιδιωτικής ασφάλισης δημιουργούνται συνολικά άλλα 3,6 ευρώ στην ελληνική οικονομία.
- Η συνολική συμβολή της αλυσίδας αξίας του κλάδου ιδιωτικής ασφάλισης στην απασχόληση εκτιμάται σε 70,9 χιλ. θέσεις εργασίας. Το επίπεδο αυτό ισοδυναμεί με το 1,9% της συνολικής απασχόλησης στην Ελλάδα το 2018.
- Κάθε άμεση θέση εργασίας στον κλάδο ιδιωτικής ασφάλισης υποστηρίζει άλλες 8,5 θέσεις εργασίας στην ελληνική οικονομία.
- Η συνολική συνεισφορά του κλάδου της ιδιωτικής ασφάλισης στα δημόσια έσοδα εκτιμάται σε 1,65 δισ. ευρώ, αποτελώντας το 2,9% των φορολογικών εσόδων του κράτους.
Εξέλιξη παραγωγής ασφαλίστρων
Η εγχώρια ασφαλιστική αγορά επηρεάστηκε σημαντικά από την οικονομική κρίση που διήλθε τα προηγούμενα χρόνια η Ελλάδα. Μετά από μια συνεχή πορεία ανάπτυξης που κορυφώθηκε το 2009, η συνολική παραγωγή ασφαλίστρων (σε τρέχουσες τιμές) διαμορφώθηκε το 2018 σε λίγο περισσότερο από 4 δισ. ευρώ, μειωμένη κατά 27% συγκριτικά με το 2009. Μεγαλύτερη ήταν η πτώση στην παραγωγή ασφαλίστρων κατά ζημιών (γενικές ασφαλίσεις), η οποία μειώθηκε την ίδια περίοδο κατά 29%, φτάνοντας τα 2,17 δισ. ευρώ το 2018. Ωστόσο, οι ασφαλίσεις κατά ζημιών διατήρησαν και το 2018 το μεγαλύτερο μερίδιο στο σύνολο της παραγωγής ασφαλίστρων (53,7%). Στις ασφαλίσεις ζωής, η παραγωγή ασφαλίστρων διαμορφώθηκε το 2018 σε 1,87 δισ. ευρώ, μειωμένη κατά 25% έναντι του 2009.
Οι επιπτώσεις της κρίσης της ελληνικής οικονομίας άρχισαν να γίνονται αισθητές στην ασφαλιστική αγορά ήδη από τη διετία 2008-2009, όταν οι ρυθμοί μεγέθυνσης της παραγωγής ασφαλίστρων, ιδίως στις ασφαλίσεις ζωής, επιβραδύνθηκαν συγκριτικά με τα προηγούμενα έτη. Από το 2010 η παραγωγή ασφαλίστρων άρχισε να υποχωρεί με επιταχυνόμενο ρυθμό, ο οποίος έφτασε στη μέγιστη αρνητική τιμή του (-11,6%) το 2012. Ο ρυθμός μείωσης της συνολικής παραγωγής ασφαλίστρων περιορίστηκε λίγο το 2013 και ακόμα περισσότερο το 2014 λόγω της σημαντικής ανόδου της παραγωγής ασφαλίστρων ζωής. Το 2015 η πτώση της παραγωγής ασφαλίστρων επιταχύνθηκε εκ νέου, αλλά από το 2016 και μετά η εγχώρια ασφαλιστική αγορά σταθεροποιήθηκε και σημείωσε συγκρατημένη άνοδο, σε αντιστοιχία με τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία.
Σύγκριση του μεγέθους της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς με άλλες ευρωπαϊκές αγορές
Με συνολικό μέγεθος ασφαλιστικής αγοράς που αντιστοιχεί σε κατά κεφαλή ασφάλιστρα ύψους 368 ευρώ (στοιχεία 2017),
η Ελλάδα καταλαμβάνει μία από τις χαμηλότερες θέσεις στην Ευρώπη με βάση το συγκεκριμένο κριτήριο. Για να γίνει περισσότερο κατανοητή η υστέρηση του μεγέθους της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς αξίζει να επισημανθεί ότι η αντίστοιχη μέση τιμή για το σύνολο των ευρωπαϊκών αγορών είναι 5,5 φορές μεγαλύτερη (2.030 ευρώ/άτομο). Συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες που εξετάζονται , η κυμαίνεται από 3,6 φορές έναντι της Ισπανίας έως 6,5 φορές έναντι της Γερμανίας.
Παραγωγή ασφαλίστρων ανά κλάδο ασφάλισης
Ασφαλίσεις κατά ζημιών
Η ασφάλιση χερσαίων οχημάτων, η οποία περιλαμβάνει την υποχρεωτική ασφάλιση αστικής ευθύνης και άλλες μη υποχρεωτικές καλύψεις για τα χερσαία οχήματα, αποτελεί διαχρονικά τον μεγαλύτερο κλάδο ασφάλισης κατά ζημιών στην Ελλάδα. Με παραγωγή ασφαλίστρων που προσέγγισε τα 1,062 δισ. ευρώ το 2017, η ασφάλιση χερσαίων οχημάτων συγκέντρωσε το 51% των συνολικών ασφαλίστρων κατά ζημιών.
Οι ασφαλίσεις περιουσίας, στις οποίες περιλαμβάνονται οι ασφαλίσεις κατά ζημιών που προέρχονται από πυρκαγιά, στοιχεία φύσεως ή άλλες αιτίες, καθώς και από διάφορες χρηματικές απώλειες, είναι ο δεύτερος σε σημαντικότητα ασφαλιστικός κλάδος ζημιών στην Ελλάδα. Το 2017 η παραγωγή ασφαλίστρων για ασφαλίσεις περιουσίας διαμορφώθηκε σε 476 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 23% της συνολικής παραγωγής ασφαλίστρων ζημιών.
Οι λοιποί κλάδοι ασφαλίσεων συγκέντρωσαν το 2017 το υπόλοιπο 26% της αγοράς ασφαλίσεων κατά ζημιών, με παραγωγή ασφαλίστρων που έφτασε τα 551 εκατ. ευρώ. Σε αυτούς περιλαμβάνονται: α) οι ασφαλίσεις αστικής ευθύνης εκτός χερσαίων οχημάτων (γενική αστική ευθύνη, αστική ευθύνη πλοίων και αεροσκαφών), οι οποίες συγκέντρωσαν περίπου το 4% της αγοράς ασφαλίσεων κατά ζημιών, με παραγωγή ασφαλίστρων που εκτιμάται για το 2017 σε 82 εκατ. ευρώ, β) οι ασφαλίσεις ατυχήματος και ασθένειας με παραγωγή που διαμορφώθηκε το 2017 σε 250 εκατ. (12% των ασφαλίσεων ζημιών), γ) οι ασφαλίσεις μεταφορών και σκαφών (32 εκατ. ευρώ ή 2% των ασφαλίσεων ζημιών το 2017) και δ) οι λοιπές ασφαλίσεις (κλάδοι πιστώσεων, εγγυήσεων, νομικής προστασίας και βοήθειας) με παραγωγή που προσέγγισε τα 187 εκατ. ευρώ ή το 9% των ασφαλίσεων ζημιών το 2017.
Ασφαλίσεις Ζωής
Οι κλασικές ασφαλίσεις ζωής και τα συνταξιοδοτικά/αποταμιευτικά προγράμματα, συνδεδεμένα ή μη με επενδύσεις, κυριαρχούν στις ασφαλίσεις του κλάδου ασφαλίσεων ζωής.
Ειδικότερα, οι ασφαλίσεις ζωής συγκέντρωσαν το 2017 το 73% του συνόλου των ασφαλίστρων του ευρύτερου κλάδου ασφαλίσεων ζωής, με παραγωγή ασφαλίστρων που έφτασε στα 1,368 δισ. ευρώ.
Οι συνδεδεμένες με επενδύσεις ασφαλίσεις ζωής συνιστούσαν το 2017 το 16% του κλάδου ζωής, με παραγωγή ασφαλίστρων 299 εκατ. ευρώ, ενώ οι ομαδικές ασφαλίσεις ζωής συγκέντρωσαν το 2017 το 11% της παραγωγής του κλάδου ζωής με παραγωγή 209 εκατ. ευρώ.
Αριθμός ασφαλιστικών επιχειρήσεων
Στην ελληνική ασφαλιστική αγορά δραστηριοποιήθηκαν 55 ασφαλιστικές επιχειρήσεις το 2017, με την πλειονότητά τους (34) να παρέχει αποκλειστικά ασφαλίσεις κατά ζημιών. Αποκλειστικά στις ασφαλίσεις ζωής δραστηριοποιήθηκαν 7 ασφαλιστικές επιχειρήσεις, ενώ οι υπόλοιπες 14 επιχειρήσεις ήταν μικτές, παρείχαν δηλαδή τόσο καλύψεις ζωής όσο και ζημιών. Η μείωση του αριθμού των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα ήταν από τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας συνεχής και σημαντική - με πιο έντονη τη μείωση στον αριθμό των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στις ασφαλίσεις κατά ζημιών.
Επενδύσεις
Η φύση των ασφαλιστικών εργασιών απαιτεί τη βραχυπρόθεσμη ή/και μακροπρόθεσμη επενδυτική τοποθέτηση των εισπραχθέντων ασφαλίστρων και λοιπών εσόδων. Οι επενδυτικές επιλογές των ασφαλιστικών εταιριών εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα χαρακτηριστικά των μελλοντικών υποχρεώσεων που απορρέουν από τα συμβόλαια που έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους. Το μέγεθος και η ροή της παραγωγής ασφαλίστρων, σε συνδυασμό με τον μακροπρόθεσμο χαρακτήρα μεγάλου μέρους των υποχρεώσεων, καθιστούν τις ασφαλιστικές εταιρίες σημαντικούς θεσμικούς επενδυτές.
Οι επενδύσεις των ασφαλιστικών εταιριών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν σε 13,9 δισ. ευρώ το 2017, αυξημένες κατά 9,7% συγκριτικά με το προηγούμενο έτος. Τα διαθέσιμα προς πώληση αξιόγραφα μαζί με τα αξιόγραφα σε εύλογη αξία μέσω αποτελεσμάτων καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων των ασφαλιστικών εταιρειών. Μικρότερη συμμετοχή έχουν οι επενδύσεις σε ακίνητα και σε συγγενείς εταιρίες καθώς και τα αξιόγραφα που διακρατούνται μέχρι τη λήξη.
Συνολική επίδραση του κλάδου ασφάλισης στην οικονομία
Η αξία παραγωγής, η προστιθέμενη αξία, οι θέσεις εργασίας και τα φορολογικά έσοδα που δημιουργεί με τη δραστηριότητά του ο κλάδος αποτελούν την άμεση επίδρασή του στην οικονομία (direct effect). Η παροχή ασφαλιστικής προστασίας απαιτεί τη χρήση αγαθών και υπηρεσιών από άλλους κλάδους της οικονομίας, όπως υπηρεσίες ασφαλιστικών διαμεσολαβούντων και άλλων συνεργατών των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, ακίνητα, ενέργεια, επικοινωνίες, τραπεζικές υπηρεσίες, νομικές και συμβουλευτικές και άλλες υπηρεσίες κ.ά. Επιπλέον, η παραγωγή αυτών των αγαθών από τους άμεσους προμηθευτές του κλάδου της ιδιωτικής ασφάλισης βασίζεται σε προμήθειες από άλλους κλάδους της οικονομίας. Με αυτό τον τρόπο, οι δαπάνες για την αγορά ασφαλιστικών προϊόντων δημιουργούν προστιθέμενη αξία και στηρίζουν θέσεις εργασίας σε μια αλυσίδα από οικονομικές δραστηριότητες.
Η δραστηριότητα που δημιουργείται στο σύνολο της αλυσίδας αξίας και υπερβαίνει την άμεση δραστηριότητα στον κλάδο ασφάλισης ονομάζεται «έμμεση επίδραση» (indirect effect) στην ορολογία της ανάλυσης κοινωνικοοικονομικών επιδράσεων. Η έμμεση επίδραση εκτιμάται με τη χρήση του υποδείγματος εισροών-εκροών, το οποίο αναπτύχθηκε από τον οικονομολόγο Wassily Leontief.
Το υπόδειγμα εισροών-εκροών υπολογίζει επιπρόσθετα και τις επιδράσεις που προκαλούνται από το γεγονός ότι μέρος της προστιθέμενης αξίας που δημιουργείται άμεσα και έμμεσα στην αλυσίδα αξίας του κλάδου ασφάλισης κατευθύνεται στα νοικοκυριά ως εισόδημα από εργασία. Οι (άμεσα και έμμεσα) εργαζόμενοι αμείβονται και στη συνέχεια δαπανούν τον μισθό τους για αγορές αγαθών και υπηρεσιών, δημιουργώντας έτσι έσοδα σε κλάδους και επιχειρήσεις που παρέχουν αυτά τα αγαθά και υπηρεσίες (προκαλούμενη ή επαγόμενη επίδραση - induced effect). Η συνολική συνεισφορά του κλάδου ασφάλισης στην οικονομία είναι το άθροισμα της άμεσης, έμμεσης και προκαλούμενης επίδρασης.
Καταλυτική επίδραση της ασφάλισης στην οικονομία
Η συνεισφορά του ασφαλιστικού κλάδου στην οικονομία ξεπερνά τα όρια που προσδιορίστηκαν προηγουμένως. Η ασφάλιση αποτελεί «καταλύτη» για την οικονομική ανάπτυξη, καθώς χωρίς την ύπαρξή της πλήθος άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων δεν θα ήταν δυνατό να πραγματοποιηθούν. Η προστιθέμενη αξία, η παραγωγή ασφαλίστρων, οι αποζημιώσεις και τα έσοδα από επενδύσεις αποτελούν χρήσιμα μέτρα για τον προσδιορισμό του μεγέθους του ασφαλιστικού κλάδου, ωστόσο δεν αντανακλούν τη συνεισφορά της ασφάλισης στην παροχή εξασφάλισης και υπηρεσιών διαχείρισης επενδύσεων και κινδύνου, δηλαδή σε παράγοντες που διευκολύνουν την οικονομική μεγέθυνση. Εξετάζουμε στη συνέχεια τη συμβολή της ασφάλισης στη σταθερότητα του επιπέδου διαβίωσης των ατόμων, στην επιχειρηματικότητα και ανάπτυξη και τέλος, στα δημόσια οικονομικά και τις μακροοικονομικές επιδόσεις της οικονομίας.
Σταθερότητα επιπέδου διαβίωσης και ποιότητας ζωής των ατόμων. Η ασφάλιση συμβάλλει στη σταθερότητα του επιπέδου
διαβίωσης και της ποιότητας ζωής των ατόμων και με τον τρόπο αυτό προάγει την οικονομική και κοινωνική σταθερότητα. Πλήθος ασφαλιστικών προϊόντων έχουν σχεδιαστεί ώστε να εξουδετερώνουν τις δυσμενείς οικονομικές συνέπειες από την επέλευση μιας σειράς κινδύνων που αντιμετωπίζουν τα άτομα (όπως ασθένεια, ατύχημα και αναπηρία) στη διάρκεια του εργασιακού βίου. Ταυτόχρονα, τα συνταξιοδοτικά και αποταμιευτικά ασφαλιστικά προγράμματα επιτρέπουν τη διατήρηση του επιπέδου διαβίωσης και μετά την απώλεια ικανότητας εργασίας. Οι ασφαλίσεις περιουσίας προστατεύουν την περιουσία των ατόμων από ανεπιθύμητα γεγονότα (όπως πυρκαγιά και πλημμύρα). Οι ασφαλίσεις αστικής ευθύνης προστατεύουν τα νοικοκυριά από τη βλάβη που μπορεί να προκαλέσουν σε τρίτους. Παρέχοντας προστασία, η ασφάλιση αυξάνει την ευημερία των ατόμων και της κοινωνίας, με το μέγεθος του οφέλους να εξαρτάται από την αποστροφή στον κίνδυνο αλλά και το μέγεθος των κινδύνων που αντιμετωπίζουν τα άτομα.
Ο ασφαλιστικός κλάδος σχεδιάζει καινοτόμα προϊόντα που συμβάλουν στην αντιμετώπιση σημαντικών προκλήσεων για την κοινωνία, όπως η γήρανση του πληθυσμού και αναδυόμενες απειλές όπως η κλιματική αλλαγή και οι κίνδυνοι στον κυβερνοχώρο. Επιπλέον, η ασφάλιση δημιουργεί κίνητρα για την πρόληψη των κινδύνων και υπό αυτή την έννοια συνεισφέρει στη δημόσια ασφάλεια και στην ανάπτυξη νέων προϊόντων, καθώς αυξάνει την ευαισθησία για θέματα ασφάλειας και οδηγεί σε πιο αυστηρές απαιτήσεις ασφάλειας.
Η ιδιωτική ασφάλιση υγείας στην Ελλάδα συνέβαλε με 614 εκατ. ευρώ στις δαπάνες υγείας των ασφαλισμένων πολιτών το 2017. Το ποσοστό της δαπάνης υγείας που χρηματοδοτείται από την ιδιωτική ασφάλιση στην Ελλάδα είναι χαμηλότερο από αρκετές χώρες της Ε.Ε., υποδεικνύοντας τα σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης του συγκεκριμένου κλάδου ασφάλισης.